Του Αντώνη Μποσκοϊτη
Ήταν μια από τις πιο λαμπερές πρεμιέρες που πραγματοποιήθηκε χθες στο κέντρο της Αθήνας. Πολιτικοί, μουσικοί, ηθοποιοί, άνθρωποι του κινηματογράφου και δημοσιογράφοι γέμισαν ασφυκτικά την αίθουσα του ΙΝΤΕΑΛ, προκειμένου να παραστούν στην πρώτη επίσημη προβολή της ταινίας Σκλάβοι στα δεσμά τους. Ανάμεσα τους, η Άντζελα Γκερέκου μετά του Τόλη Βοσκόπουλου, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Γιάννης Δαλιανίδης, η Χάρις Αλεξίου (ερμηνεύει το τραγούδι στους τίτλους τέλους), ο Τηλέμαχος Χυτήρης, ο Αναστάσιος Πεπονής, ο Διονύσης Τσακνής, ο Νίνο- Φενέκ Μικελίδης, ο Αλέξανδρος Αβρανάς, η Εύη Σαουλίδου, ο Γιώργος Πυρπασόπουλος κ.α. Συγκινητική η παρουσία των γονιών του Κωνσταντίνου Παπαχρόνη, ενός από τους πρωταγωνιστές της ταινίας, του οποίου το νήμα της ζωής κόπηκε τόσο πρόωρα και άδικα. Έφτασα λίγο καθυστερημένα και έχασα το πρώτο δεκάλεπτο της προβολής, καθώς τα είπαμε λίγο στο πόδι με τον Νίκο Σέκερη, τον τρισευτυχισμένο παραγωγό της ταινίας, τον Παύλο Τάσσιο, τον διανομέα Τέλλο Φίλη και βέβαια τον σκηνοθέτη Τώνη Λυκουρέση, ο οποίος καθόταν σε μια γωνιά μαζί με τον πρωταγωνιστή του, Γιάννη Φέρτη. Εξαιρετικό δείγμα σεμνότητας, να έχει έρθει τόσος πολύς κόσμος να δει το έργο του κι αυτός ουσιαστικά να παραχωρεί το κάθισμα του εντός της αίθουσας σε κάποιον απ’ τους πολλούς όρθιους θεατές. Σαν την αφεντιά μου, που παρακολούθησα όλη την προβολή κουλουριασμένος πίσω- πίσω στο πάτωμα. Το έγραψα και χθες, δεν είχα σκοπό να παραστώ στην πρεμιέρα, λόγω μιας γρίπης που βρίσκεται στα τελειώματα της. Η επικείμενη όμως συνέντευξη με τον Τώνη Λυκουρέση για το culture, με έβγαλε απ’ το σπίτι, εφόσον όφειλα να έχω δει την ταινία πριν από τη συνάντηση μου με τον σκηνοθέτη της, σήμερα το βράδυ.
Επί της ουσίας τώρα: κατά την ταπεινή μου γνώμη, ο Λυκουρέσης έφτιαξε μια ταινία για όλη την οικογένεια, δίχως αυτό να αποτελεί ούτε κατά διάνοια μομφή. Με δυνατά σημεία, την έξοχη ερμηνεία του Γιάννη Φέρτη, τον ερωτισμό που αναδύεται από όλους τους νέους ηθοποιούς, αλλά και μια σωστή ανάπλαση των αρχών του 20ου αι. με τη συμβολή στο τελευταίο του φυσικού ντεκόρ (η ταινία είναι γυρισμένη εξ ολοκλήρου σχεδόν στα κερκυραϊκά καντούνια). Όπως και με μερικά πιο αδύναμα σημεία, τα οποία θα εστίαζα στον τρόπο κινηματογράφησης. Ολόκληρη η διαδοχή όχι μόνο των σκηνών, αλλά και των πλάνων του Λυκουρέση, ακολουθεί τη λογική του cut- διάλογοι- cut- διάλογοι, στερώντας κάπου από τη φιλμική καταγραφή του το στοιχείο της ποίησης και της τραγωδίας που χαρακτηρίζει το κλασικό μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη. Σε κάποιες στιγμές, επίσης, υιοθετήθηκε ένας άκρατος νατουραλισμός, αχρείαστος ίσως για την εξέλιξη της επί μέρους μοίρας των ηρώων: λόγου χάριν, ξέρουμε ό,τι η φυματίωση θέριζε τότε, δε χρειάζεται όμως τουλάχιστον τρεις από τους ήρωες (με εξαίρεση τον φυματικό Άλκη Σωζόμενο- Κωνσταντίνο Παπαχρόνη) να βήχουν όλη την ώρα, προξενώντας δυσφορία στον θεατή! Κατά τα άλλα, η ταινία αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα για τον σκηνοθέτη της, έχει τη δυνατότητα να προσελκύσει κόσμο στις αίθουσες και σαφώς αποτελεί σπάνια μεταφορά ενός σημαντικού έργου της νεοελληνικής λογοτεχνίας στη μεγάλη οθόνη. Για όλα αυτά και άλλα τόσα, θα συνομιλήσουμε απόψε με τον Τώνη Λυκουρέση κι εσείς θα τα διαβάσετε τις αμέσως επόμενες εβδομάδες! Ως τότε, φροντίστε να έχετε δει την ταινία!