Και ο Θεός έπλασε τη γυναίκα παίρνοντας κομμάτι από τα πλευρά του άντρα… Και ο άντρας με τη σειρά του παίζοντας τον Θεό έπλασε, εφηύρε, δημιούργησε τον κινηματογράφο… (οι αδελφοί Λιμιέρ συγκεκριμένα). Και μέσα από το σελιλόιντ το αρσενικό απαθανάτισε την ομορφιά του έτερού του ήμισυ θηλυκού προβάλλοντας αναπόφευκτα πάνω στην εικόνα του όλες τις φοβίες, τις φαντασιώσεις και τις στερεότυπες ιδέες του για αυτή την terra incognita, τη μυστηριώδη σαγηνευτική ύπαρξη. Πρόβαλε όμως στη μορφή της και το χιμαιρικό ιδεώδες του γι’ αυτή, μετατρέποντάς τη σε πρότυπο που λατρεύτηκε και αναζητήθηκε απεγνωσμένα με διαφορετική κάθε εποχή θωριά από εκατομμύρια άρρενες θεατές.
Ο κινηματογράφος είναι μία τέχνη που γεννήθηκε στο Παρίσι το 1895 και γρήγορα εξαπλώθηκε ως πανδημία σε ολόκληρη την “πολιτισμένη” Δύση. Έτσι, είναι πολύ φυσικό η εικόνα της γυναίκας σε αυτά τα κράτη να καθοριστεί από τις οικονομικο-κοινωνικο-πολιτικο-ιδεολογικές δομές τους. Αλλιώς δηλαδή έβλεπε την ηθοποιό το καπιταλιστικό σύστημα και αλλιώς το πάλαι ποτέ υπαρκτό σοσιαλιστικό. Στο μεν πρώτο αποτελούσε, και αποτελεί μέχρι και σήμερα, ένα κεντρικό γρανάζι στην καλολαδωμένη μηχανή της βιομηχανίας ονειρώξεων αλλά και μπροστάρισα στην κοινωνία του θεάματος, στο δε δεύτερο, στα πλαίσια του φρικαλέου σοσιαλιστικού ρεαλισμού, έπρεπε απαραιτήτως να κρατάει σφυρί και δρεπάνι στο χέρι, όντας εξάρτημα της ιδεολογικής προπαγάνδας του κόμματος που στόχευε σε μία ιδανική, ουτοπική κοινωνία. Συνεπώς, όλα αυτά τα χρόνια το “αδύνατο” φύλο βολόδερνε από τη Σκύλα στη Χάρυβδη, καθώς συνιστούσε διαρκώς ένα χρήσιμο μα και επικίνδυνο εργαλείο στα χέρια αδίστακτων αντρών που, κατέχοντας εσαεί και ελέω Θεού το χρήμα και την εξουσία, αποσκοπούσαν στη διαιώνιση του status quo. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και οι καθ’ όλα πολιτισμένοι αρχαίοι Έλληνες φοβόντουσαν το γυμνό σώμα της γυναίκας –και κατ’ επέκταση την αδούλωτη ψυχή της– και στα απαράμιλλα γλυπτά τους το σκέπαζαν με ιμάτια αφήνοντας προς τέρψη των οφθαλμών μοναχά το αντρικό!
Πολλές γυναίκες σήμερα πίνουν ακόμη μουχλιασμένο… νερό στο όνομα του φεμινισμού, καθώς θεωρούν ότι το συγκεκριμένο κίνημα τις λύτρωσε από τα κοινωνικά τους δεσμά και τις ώθησε σταδιακά στη χειραφέτηση. Δυστυχώς όμως αυταπατώνται οικτρά! Και αυτό επειδή το να θέλεις να γίνεις χαλίφης στη θέση του χαλίφη δεν αποτελεί λύση στο πρόβλημα της ανθρώπινης, ψυχικής ολοκλήρωσης. Το να προσπαθείς δηλαδή ως γυναίκα να εξισωθείς σε ένα εξωτερικό επίπεδο με τον άντρα, φορώντας παντελόνια, καταργώντας τα σουτιέν, καπνίζοντας, και βρίζοντας σαν νταλικέρης, αντί να αποδεχτείς τη διαφορετική βιοψυχική σου σύσταση –και σε αυτό η ψυχολογία του βάθους έριξε από το μεσοπόλεμο ακόμη άπλετο φως στη λειτουργία και της γυναικείας ψυχής, άσχετα αν δεν έχει γίνει ακόμη κτήμα της ανθρωπότητας– σε φέρνει αντιμέτωπη με τη βαθύτερη φύση σου και σε σακατεύει εσωτερικά. Και το πόσο τραγελαφικό ήταν αυτό το κίνημα, και γιατί όχι ανδροκινούμενο, φάνηκε όταν λίγο πριν από το ξέσπασμα του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, το καλοκαίρι του 1918, οι ανένδοτες μέχρι τότε στον αγώνα κατά των αρσενικών σουφραζέτες αποφάσισαν να υποστηρίξουν τον άσπονδο εχθρό και να πολεμήσουν αργότερα για τα δικαιώματά τους! Έκαναν πλάτες δηλαδή στα φαλλοκρατικά γουρούνια για να αιματοκυλήσουν ξανά τον κόσμο! Έτσι, φτάσαμε σήμερα μέσα από τη σατανική παγίδα που έστησε, ίσως και ασυνείδητα, ο αντρικός νους, η γυναίκα να βιώνει μία απερίγραπτη και πρωτόφαντη στην ιστορική της διαδρομή σύγκρουση ρόλων και μία εσωτερική διάλυση. Γιατί δεν υπάρχει πιο απάνθρωπη συνθήκη ζωής από το να πρέπει ταυτόχρονα να είσαι η τέλεια μητέρα, η άψογη νοικοκυρά, η ιδανική ερωμένη και επιπλέον η πετυχημένη επαγγελματικά χειραφετημένη ύπαρξη!
Οι “μοντέρνες” λοιπόν μεγαλοαστές σήμερα –που αποτελούν και το ιδανικό πρότυπο για τα γυναικεία λαϊκά κοινωνικά στρώματα– για να αντέξουν όλα τα προηγούμενα επιδίδονται στο shopping therapy, στη φιλανθρωπία, στις πλαστικές επεμβάσεις, στις λιποαναρροφήσεις και στην κατάποση με το τσουβάλι ψυχοφαρμάκων, αναθεματίζοντας την ίδια στιγμή τα μεσαιωνικά, ανδροκρατούμενα ανά τον κόσμο καθεστώτα που κρατάνε στο σκοτάδι τις ομόφυλές τους φορώντας τους μπούργκα και τσαντόρ, που τις υποβάλλουν σε κλειτοριδεκτομή και σε άλλα αποτρόπαια βασανιστήρια. Αλλά αν είναι να τις “απελευθερώσουν” για να τις κάνουν σαν τα μούτρα τους, τότε καλύτερα να τις αφήσουν ήσυχες να βρουν μοναχές τους το δρόμο της σωτηρίας…
Τη στιγμή τώρα που εμφανίστηκε ο κινηματογράφος στη Δύση οι γυναίκες ζούσαν ακόμη στον απόηχο της ασφυκτικής σεξουαλικής καταπίεσης που τους είχε επιβάλει εν είδη νταβατζή και πάλι ο άντρας μέσω της βικτοριανής ηθικής με αποτέλεσμα οι νευρώσεις που οφείλονταν στην αναστολή της libido να κάνουν θραύση και να δίνουν λαβή στον Φρόιντ να γράψει το αριστούργημά του Μελέτες για την Υστερία! Παράλληλα, πολλοί καθόλα διαπρεπείς επιστήμονες κατέτασσαν τις γυναίκες σε μία κατηγορία λίγο πάνω από τις μαϊμούδες και αρκετά κάτω από τους άντρες! Είδατε τελικά πόσο δίκαιος υπήρξε ο Δαρβίνος όταν μίλησε για κοινή καταγωγή του ανθρώπου από τον πίθηκο! Αλλά και ουκ ολίγοι σπουδαίοι καλλιτέχνες υποτιμούσαν χυδαία τη γυνή, όπως για παράδειγμα ο ποιητής Μίλτων που δήλωνε πως οι γυναίκες είναι «ένα καθαρό λάθος της φύσης!» Μήπως τελικά είναι;! Όλη αυτή όμως η διεστραμμένη αντίληψη περί του «αδύνατου κρίκου της εξέλιξης» ξεκινάει από τον τρόπο που η οργανωμένη σε ιεραρχική, εξουσιαστική βάση κατεστημένη Εκκλησία μετέφερε διαστρεβλωμένο το Λόγο του Χριστού στο αγράμματο και τυφλωμένο από τα κατώτερα ένστικτα ποίμνιό της. Συγκεκριμένα ήταν στη διάρκεια του 5ου αιώνα μ.Χ. όταν ο Πατριάρχης Γρηγόριος, μεγάλη η χάρη του, στοχοποίησε για πρώτη φορά το γυναικείο φύλο, χαρακτηρίζοντας τη Μαρία τη Μαγδαληνή «πόρνη». Κάτι περισσότερο βέβαια ήξερε ο πανιερότατος από τον Χριστό που τη συγχώρεσε…! Στους αιώνες που ακολούθησαν η γυναίκα στο χριστιανικό κόσμο θεωρήθηκε ως υπάνθρωπος, καθώς αποδείχτηκε από το ευνουχισμένο διανοητικά παπαδαριό ότι δεν είχε καν ψυχή (!), πως ήταν κάτι σαν ενσάρκωση του Σατανά, η οποία απειλούσε διαρκώς να ξεστρατίσει τους πνευματικά ανώτερους άνδρες από το θεάρεστο έργο τους! Και τη ζημιά βέβαια την έκανε η Εύα που έδωσε το μήλο στον Αδάμ και του άνοιξε τα μάτια… Και την Εύα, όπως γνωρίζετε, κάποιος άλλος πονηρός κύριος την ορμήνεψε…
Όλες αυτές λοιπόν οι ψευδοθεολογικές και ψευδοεπιστημονικές γνώμες γύρω από την κατωτερότητα και την επικινδυνότητα της θηλυκής φύσης χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογήσουν τον σεξισμό και τη διάκριση εις βάρος της στις ανά τους αιώνες οργανωμένες από τους άντρες, πατριαρχικές ευρωπαϊκές κοινωνίες. Και στον υπόλοιπο, ωστόσο, κόσμο, πλην της Δύσεως, η ζωή δεν ήταν ρόδινη για το «πιο όμορφο λάθος της φύσεως»! Ίσως τελικά αυτός ο ιδιότυπος ρατσισμός που υφίστατο η γυναίκα να οδήγησε κάποιους προοδευτικούς Ευρωπαίους κινηματογραφιστές, που λόγω της ναζιστικής λαίλαπας είχαν βρει καταφύγιο στην Αμερική, να τις οραματιστούν ως επαναστάτριες οι οποίες αψηφάνε τη στερεότυπή τους εικόνα και ενδύονται μία ακριβώς αντίθετη του λαϊκού στερεότυπου. Έτσι, στις αρχές της δεκαετίας του ’40 γεννιέται μέσα στους κόλπους του φιλμ νουάρ η femme fatale, που στα γαλλικά σημαίνει «μοιραία γυναίκα». Και έρχεται για να προβάλει μία κοινωνική, δημοκρατική επανάσταση ενάντια στην καταπίεση της βικτοριανής εποχής, όπου οι γυναίκες βάσει ανδρικού φετφά ήταν σωματικά “ενταφιασμένες” μέσα σε έναν κορσέ και εξαναγκασμένες να υιοθετούν κλειστοφοβικές ιδεολογίες και ένα φυρό εσωστρεφή κόσμο. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός λοιπόν ότι ακόμη και στα «μαύρα φιλμ» οι περισσότερες ηρωίδες αποκτούν οντότητα μόνο με τη στενή τους σύνδεση με μία ανδρική μορφή. Όσο ισχυρή και αν είναι η γυναίκα, αν δεν υπάρχει μία ισότιμη ανδρική μορφή, δε στέκει η ιστορία· αν δεν έχει έναν άντρα να καταστρέψει, δε θα είναι μοιραία! Τόσο η Τζίλντα όσο και η Νόρα στις ομώνυμες ταινίες του είδους είναι και θύματα μιας κοινωνίας που τρέφει, αλλά και υποδουλώνει, σεξουαλικές γυναίκες. Σε αυτές τις femmes fatale, έστω και μέσα από τη σύμβαση του κινηματογραφικού είδους, επιτρέπεται να τα έχουν όλα –εξουσία, σεξουαλικότητα, θηλυκότητα, και πλούτο– αλλά εξακολουθούν να λαχταρούν το μεγάλο έρωτα και την αγάπη που δε βρίσκουν ποτέ, και συχνά έχουν πολύ άσχημο τέλος επειδή αψηφούν τις συμβάσεις. Ο έκπληκτος άντρας, που είχε νωρίτερα πλάσει στο νου του μία ιδανική γυναίκα με βάση τα δικά του φαντασιακά καπρίτσια, ξαφνικά συναντά ένα θηλυκό το οποίο δεν μπορεί να ελέγξει ή να καταλάβει. Και αμέσως της κολλάει τη ρετσινιά της «σκάρτης»· που πρέπει να εξοντωθεί ή να γίνει αποδιοπομπαίος τράγος, επειδή δεν αντιπροσωπεύει τη χιμαιρική εικόνα που έχει ονειρευτεί γι’ αυτή. Τι δημοκράτης! Αλλά μήπως και τα αισθηματικά και υπαρξιακά αδιέξοδα που βιώνει η σύγχρονη γυναίκα στο κατώφλι του 21ου αιώνα σε έναν κατά τ’ άλλα πολιτισμένο κόσμο δε συνιστούν χαρακτηριστικά μοτίβα από φιλμ νουάρ;
Γιατί μετά τη σεξουαλική επανάσταση που έφεραν τα παιδιά των λουλουδιών τη δεκαετία του ’60 ακολούθησε και το δεύτερο μεγάλο φεμινιστικό κίνημα, το οποίο γκρέμισε κάθε διασωθέν προπύργιο πατριαρχικής ηθικής, και η γυναίκα πλέον πέρασε στο άλλο άκρο. Τώρα, σε ένα μεγάλο βαθμό μπορεί πια να κάνει ό,τι θέλει τα λεφτά της, το σώμα της και τη ζωή της, αλλά η αίσθηση του ανικανοποίητου, της μοναξιάς, της εσωτερικής ερήμωσης και της εγκατάλειψης σε έναν αλλοτριωμένο, ξένο κόσμο παραμένει, και μάλιστα γιγαντώνεται μαζί με την αύξηση των διαζυγίων, της κατάθλιψης και της πορνείας. Τι φταίει λοιπόν και η γυναίκα παρά την αποτίναξη του ζυγού στον οποίο την είχε υποβάλει ο τύραννος άντρας παραμένει δυστυχισμένη και ανολοκλήρωτη; Τι είναι αυτό που της λείπει; Στη φιλολογία του χριστιανικού μυστικισμού συναντάται συχνά η έκφραση «πληγή της αγάπης» ως μία παρομοίωση για την εκστατική αλλά ωστόσο διαπεραστική είσοδο της Θείας Αγάπης μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Και δυστυχώς σήμερα, στον πνευματικά νεκρό κόσμο που ζούμε, το μεγάλο πρόβλημα, όχι μόνο της γυναίκας αλλά και του άντρα, είναι ακριβώς αυτή η παντελής έλλειψη της Αγάπης. Και ως επακόλουθο, αντί για την «παν-γλυκη πληγή», τη θέση της στην καρδιά μας καταλαμβάνει μία “λαβωματιά” χαίνουσα και κακοφορμισμένη…
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Νέμεσις, Ιούλιος-Αύγουστος 2009, τεύχος 100.