Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που υλοποιήθηκε με τη συνεργασία του Πολιτιστικού Ιδρύματος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γερμανικής Ταινιοθήκης του Βερολίνου (Stiftung Deutsche Kinemathek) με αφορμή τη συμπλήρωση των 20 χρόνων από την πτώση του Βερολινέζικου Τείχους (1989-2009). Το αφιέρωμα σε επιμέλεια του γερμανού θεωρητικού και κριτικού κινηματογράφου Claus Löser, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Berlinale το 2009, συγκεντρώνοντας πλήθος κόσμου, και κατόπιν σε διάφορες πόλεις ή φεστιβάλ. Οι κινηματογραφικοί προάγγελοι της μεγάλης αλλαγής –ή καλύτερα της ειρηνικής επανάστασης στην Ευρώπη προέρχονται από τη Γερμανία (Ανατολική και Δυτική) και διάφορες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και έχουν «γεννηθεί» την τελευταία δεκαετία του Ψυχρού Πολέμου:
9 ταινίες μεγάλου μήκους, 2 μεσαίου μήκους ντοκιμαντέρ, 2 μικρού μήκους animation και 6 πειραματικές ταινίες, αρκετές από αυτές λογοκριμένες ή απαγορευμένες, που δεν είχαν προβληθεί ποτέ στη Γερμανία, συχνά και στη χώρα παραγωγής τους, προβάλλονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε αποκατεστημένες κόπιες από τη Γερμανική Ταινιοθήκη του Βερολίνου και την Ταινιοθήκη του Goethe-Institut Athen, μεταξύ των οποίων και σπάνια αριστουργήματα όπως τα Αντίο χειμώνα, Το γεράκι που χορεύει, Εγώ η κόμισσα και Η Σύριγγα. Τόποι «γέννησης»: εν μέρει τα κινηματογραφικά στούντιο της Βουλγαρίας, της Πολωνίας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας, της Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας, της Σοβιετικής Ένωσης και της Τσεχοσλοβακίας και εν μέρει οι μεταιχμιακές περιοχές του κινηματογράφου (π.χ. η πειραματική δημιουργία) ή το καλλιτεχνικό περιθώριο.
ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔAΣ/ Αίθουσα Α
Παρασκευή 30 Απριλίου
20.00 Jadup και Βoel (Jadup und Βoel 1981/1988) – Rainer Simon, 103΄
22.00 Μικρός Βαλεντίνος (A kis Valentinó, 1979) -András Jeles, 95΄
Σάββατο 1 Μαΐου
19.00 Οπουδήποτε δεν είμαστε εμείς είναι καλύτερα (Überall ist es besser, wo wir nicht sind, 1989)-Michael Klier, 78΄
20.30 Σάββατο Βράδυ, Κυριακή, Δευτέρα Πρωί (Sonnabend, Sonntag, Montagfrüh, 1979) -Hannes Schönemann, 44΄
Γιατί μια ταινία γι’ αυτούς τους ανθρώπους; (Wozu denn über diese Leute einen Film?, 1980) -Thomas Heise, 33΄
22.00 Σύριγγα (Igla, 1988)-Rashid Nugmanov, 82΄
Κυριακή 2 Μαΐου
20.00 Το γεράκι που χορεύει (Tanczacy Jastrzab, 1977) -Grzegorz Krolikiewicz, 98΄
22.00 Αντίο Χειμώνα (Winter Adé 1988)-Helke Misselwitz, 115΄
Δευτέρα 3 Μαΐου
20.00 Το γεράκι που χορεύει (Tanczacy Jastrzab, 1977) -Grzegorz Krolikiewicz (E), 98΄
22.00 Πειραματικές & Animation ταινίες:
Απ’ το παράθυρό μου (Z Mojego Okna, 1978-2000)-Józef Robakowski, 20΄ | Trabantomania (1982)-János Vető, 11΄ | Ξυλοκόποι (Lessorub, 1985)-Jewgeni Jufit, 12΄ | Μια ματιά-Μια εικόνα (Ein-Blick, 1987)-Gerd Conradt, 11΄ | Η σοβαρή αρρώστια των ανδρών (Schestokaja bolesn muschtschin, 1988)-Igor & Gleb Alejnikow, 10΄ | Sanctus, Sanctus (1989)-Thomas Werner, 12΄ | Einmart (1981)-Lutz Dammbeck, 15΄ | Ισορροπία (Balance, 1989)-Wolfgang & Christoph Lauenstein, 7΄
Τρίτη 4 Μαΐου
20.00 Πώς πάει η οικοδομή Ioane; (Ioane, cum e la construcţii?, 1983)-Sabina Pop,13΄
Προκάτ Ιστορία (Panelstory aneb Jak se rodí sídliště, 1979/81) – Věra Chytilová, 100΄
22.00 Μικρή ιστορία για φόνο (Krótki film o zabijaniu, 1988) -Krzysztof Kieślowski, 84΄
Πέμπτη 6 Μαΐου
20.00 Εγώ, η κόμισσα (As, Grafinjata, 1989)-Petar Popzlatew, 119΄
22.20 Πειραματικές & Animation ταινίες:
Απ’ το παράθυρό μου (Z Mojego Okna, 1978-2000)-Józef Robakowski, 20΄ | Trabantomania (1982)-János Vető, 11΄ | Ξυλοκόποι (Lessorub, 1985)-Jewgeni Jufit, 12΄ | Μια ματιά-Μια εικόνα (Ein-Blick, 1987)-Gerd Conradt, 11΄ | Η σοβαρή αρρώστια των ανδρών (Schestokaja bolesn muschtschin, 1988)-Igor & Gleb Alejnikow, 10΄ | Einmart (1981)-Lutz Dammbeck, 15΄ | Ισορροπία (Balance, 1989)-Wolfgang & Christoph Lauenstein, 7
Λίγα λόγια για το αφιέρωμα
Σχεδόν όλοι οι καλλιτέχνες που παρουσιάζονται στο πρόγραμμα αυτό υπήρξαν θύματα της «κρατικής παρέμβασης», ενώ οι ταινίες τους λογοκρίθηκαν και ακρωτηριάστηκαν, ξεχασμένες για χρόνια από το κοινό. Ακόμη κι αν οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης αντιμετωπίστηκαν ιστορικά σαν ένα «μπλοκ», ιδωμένες με όρους κοινωνικούς, πολιτικούς και καλλιτεχνικούς δεν αποτέλεσαν ποτέ ένα ενιαίο σύνολο. Το κατά Λένιν «ο κινηματογράφος είναι η πιο σημαντική μορφή τέχνης» συνοψίζει τη σημασία της κινούμενης εικόνας για τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, υπό τη σφαίρα επιρροής του Κρεμλίνου, σε διαφορετικές ωστόσο διαβαθμίσεις.
Η νέα αυτή ανάγνωση των «ξεχασμένων ταινιών» αποκαλύπτει την διορατικότητα των σκηνοθετών σε συγκυρίες μη ορατές ακόμη στο «γυμνό μάτι». Οι ταινίες του αφιερώματος ασυνείδητα πάλλονται σε μια αίσθηση αλλαγών που θα γίνονταν εμφανείς στην κοινωνία αρκετά χρόνια αργότερα, ενώ προοικονομούν σαν ‘σεισμογράφος’ την κατάρρευση του ευρωπαϊκού κομμουνισμού, επιβεβαιώνοντας την «ευαισθησία» του κινηματογράφου ως μέσου. Μιλούν για μια πραγματική ουτοπία και την ακεραιότητα της δημιουργικής ενέργειας και μαρτυρούν το κουράγιο δημιουργών που αψηφούν τους μηχανισμούς ελέγχου, με το αντίστοιχο τίμημα. Απ’ όπου κι αν προέρχονται όλοι οι «προάγγελοι» εκφράζουν την ελπίδα για μια ριζική αλλαγή, για ένα «άνοιγμα» – οικονομικό, πολιτικό, προπάντων καλλιτεχνικό, διευρύνοντας τα καλλιτεχνικά σύνορα, είτε ως φόρμα είτε ως περιεχόμενο και διακηρύσσοντας με θάρρος την επιτακτική ανάγκη για αλλαγή.
Λίγα λόγια για τις ταινίες
Στο πλαίσιο του προγράμματος επισημαίνουμε καταρχήν τις δημιουργίες δύο μεγάλων ευρωπαίων
σκηνοθετών: της τσέχας Βέρας Χιτίλοβα (Věra Chytilová) και του πολωνού Κριστόφ Κισλόφσκι
(Krzysztof Kieślowski).
ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΑ
Η Βέρα Χιτίλοβα στην ταινία της Προκάτ Ιστορία (Panelstory aneb Jak se rodí sídliště, 1979-81) καταγράφει με τόνο χιουμοριστικό την ανέγερση ενός μπλοκ στα περίχωρα της Πράγας και το ασταθές πλέγμα επικοινωνίας και σιωπής των νέων κατοίκων. Το καθεστώς έχει απαγορεύσει στην Χιτίλοβα να κάνει ταινίες από το 1970 έως το 1978, παρότι δημιουργός της ταινίας Μικρές Μαργαρίτες (Dasies, 1966), ταινίας-σταθμού τόσο για το φεμινιστικό κίνημα και την τσέχικη προοδευτική αισθητική, που συνθλίβεται από το κομμουνιστικό καθεστώς. Στην ταινία αυτή η Χιτίλοβα επιχειρεί να βρει μια γλώσσα που θα περνούσε τη λογοκρισία χωρίς να εμποδίσει τις καινοτόμες φιλοδοξίες της, ωστόσο, ο υπολανθάνων σκεπτικισμός για τους κομμουνιστικούς οικισμούς θα κινήσει τις υποψίες των λογοκριτών, οι οποίοι τελικά θα την «παγώσουν».
ΠΟΛΩΝΙΑ
Η Μικρή ιστορία για φόνο (Ου φονεύσεις) (Krótki film o zabijaniu, 1988), που κέρδισε το Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής και το Βραβείο FIPRESCI στο Φεστιβάλ των Καννών το 1988, αποτελεί την ανάπτυξη σεναρίου σε ταινία μεγάλου μήκους του 5ου επεισοδίου από την τηλεοπτική σειρά Δεκάλογοςτου Κριστόφ Κισλόφσκι που προβλήθηκε στην πολωνική τηλεόραση. Η έμπειρη σκηνοθετική ματιά δίνει καινούργιες διαστάσεις στον προβληματισμό για τη σχέση του Νόμου με την ατομική ηθική, συγκρίνονταςμε αφορμή την 5η από τις Δέκα Εντολές, τους μεμονωμένους φόνους με τη θανατική ποινή. Το αποτέλεσμα ήταν τόσο συγκλονιστικό που η πολωνική κυβέρνηση οδηγήθηκε στην αναστολή της θανατικής ποινής για πέντε χρόνια.
Από την Πολωνία επίσης, -μια χώρα με μεγάλη κινηματογραφική παράδοση ήδη από τη δεκαετία του ‘50 –, όπου παρά τον στρατιωτικό νόμο σε ισχύ από το 1981 έως το 1987 γυρίζονται ταινίες πρωτόγνωρης ανεξαρτησίας, προέρχεται και η ταινία Το γεράκι που χορεύει (Tanczacy Jastrzab, 1977) του Γκρέγκορ Κρολίκιεβιτς (Grzegorz Krolikiewicz). Η ταινία αναφέρεται στο γιο ενός αγρότη που καταλαμβάνει τελικά την κοινωνική θέση που επιθυμεί με τίμημα την αποκτήνωσή του. Αντιπαραθέτοντας ένα κλασικό σενάριο «πτώσης» με μια πλούσια πειραματική γραφή, ο Κρολίκιεβιτς απογειώνει στην ταινία αυτή τις νέες μορφές αφήγησης που είχε εισάγει στις προηγούμενες ταινίες του, με συνεργάτη ως οπερατέρ τον πρωτοπόρο κινηματογραφιστή και μετέπειτα γνωστό εικαστικό καλλιτέχνη Ζμπίγκνιεφ Ριμπτσίνσκι (ZbigniewRybczyński).
Πέρα από την ανοχή του σε αντίστοιχες «συμβατικές» παραγωγές, το πολωνικό κράτος σταθερά επιδοτεί και τα πειραματικά κινηματογραφικά εγχειρήματα. Στο Απ’ το παράθυρό μου (Z Mojego Okna, 1978-2000) ο πολωνός ανατρεπτικός εικαστικός Ρομπακόφσκι (Józef Robakowski) κινηματογραφεί την πλατεία μπροστά από το διαμέρισμά του στο Λοτζ κάθε μέρα επί δεκατρία χρόνια.
ΟΥΓΓΑΡΙΑ
Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και στο κινηματογραφικό τοπίο της Ουγγαρίας -πρόκειται μάλιστα για τη χώρα με τη μεγαλύτερη αυτονομία έναντι του μονοκομματικού καθεστώτος. Την επαύριο της καταστολής της ουγγρικής επανάστασης του 1956 και της ρωσικής εισβολής, εφαρμόζεται η ήδη δοκιμασμένη «κανονικοποίηση», μ’ έναν σχετικό ωστόσο φιλελευθερισμό. Μην ξεχνάμε την ίδρυση του BelaBalazsStudio το 1959 στη Βουδαπέστη, εστία σημαντικών κινηματογραφικών καινοτομιών. Η ταινία Μικρός Βαλεντίνος (Akis Valentinó, 1979) του Αντράς Γιέλες (AndrásJeles) αποτελεί ένα σουρεαλιστικό πορτραίτο της Βουδαπέστης με ποιήματα να παρεμβάλλονται στην οθόνη σαν επικεφαλίδες. Ένας κατσούφης έφηβος επιχειρεί να βρει ακριβές απολαύσεις περιπλανώμενος άσκοπα. Στη γυρισμένη σε Super 8 μικρού μήκους πειραματική ταινία Trabantomania (1982), ο φωτογράφος Γιάνος Βέτο (Janos Veto) καταγράφει την ουγγρική μετά-πανκ μουσική και τέχνη του ‘περιθωρίου’.
ΡΟΥΜΑΝΙΑ
Στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, οι κινηματογραφικές συνθήκες ήταν αντιδιαμετρικά αντίθετες με την Πολωνία και την Ουγγαρία. Από το 1968 κι ακόμη νωρίτερα η Ρουμανία του Τσαουσέσκου εξελισσόταν σε μια παρανοϊκή δικτατορία με την απανταχού παρούσα μυστική αστυνομία Securitate να αναγκάζει σκηνοθέτες όπως ο LucianPintilie να φύγουν από τη χώρα. Η περίεργη ωστόσο ανοχή της ρουμανικής λογοκρισίας στο ντοκιμαντέρ συγκριτικά με τη μυθοπλασία, γεννά δημιουργίες όπως το Πώς είναι η δουλειά από ψηλά, Ίωνα; (Ioane, cumelaconstrucţii?, 1983) της Σαμπίνα Ποπ (SabinaPop) που περιγράφει κι αυτό, όπως στην ταινία της Χιτίλοβα, την ανοικοδόμηση ενός οικισμού κοντά στο Βουκουρέστι με πρωτόγνωρη αισθητική και εμβόλιμες ποιητικές εικόνες για να υπονομεύσει τα οικεία κλισέ για τα ηρωικά και συλλογικά κατορθώματα της ανοικοδόμησης.
ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ
Στο απομαγεμένο τοπίο της βουλγαρικής παραγωγής μεταξύ του 1979 και 1989, ξεχωρίζει το ελεγειακό Εγώ, η κόμισσα (As, Grafinjata, 1989) του Πέτερ Πόπζλατεφ (Petar Popzlatew), που αποκαλύπτει την αποστέρηση των δικαιωμάτων του ατόμου στην κομμουνιστική Βουλγαρία. Παρότι καλοκαίρι του κοσμοϊστορικού 1968, η ονειροπαρμένη κι εξαρτημένη Σίβυλλα («Κόμισσα» για τους φίλους της) βρίσκεται στο ξεκίνημα μιας θλιβερής «καριέρας» σε διάφορα κρατικά ιδρύματα (αναμορφωτήριο, στρατόπεδο εργασίας, φυλακή, ψυχιατρείο) και στα αναποτελεσματικά μέτρα επανακοινωνικοποίησης που λαμβάνουν.
ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ
Στην ΕΣΣΔ, αξιόπιστο δείκτη των αλλαγών που αναμένονταν στο Ανατολικό Μπλοκ, η διαδικασία του καλλιτεχνικό-πολιτικού επανασταλινισμού από το 1964 και μετά υπό τον Μπρέζνιεφ, στερεί από τον ρωσικό κινηματογράφο τη δυναμική της ανανέωσης. Η υποδειγματική αλλαγή του 1985/86 επί Γκορμπατσόφ έρχεται πολύ αργά για να αλλάξει την πραγματικότητα των σκηνοθετών της προηγούμενης «κατάστασης». Ο Έλεμ Κλίμοφ δεν θα μπορέσει να αξιοποιήσει για πολύ την νέα ευνοϊκή συνθήκη καθώς πεθαίνει μόλις το 2003, ενώ ο Ταρκόφσκι παρακολουθεί τις αλλαγές εξορισμένος μέχρι το θάνατό του το 1986. Είναι απίθανο η ταινία Η Σύριγγα (Igla, 1988) του Ρασίντ Νουγκμάνοφ (RashidNugmanov), μια ταινία για ναρκωτικά
γυρισμένη στην πρωτεύουσα του Καζακστάν Άλμα-Ατά και στις αμμώδεις ακτές της λίμνης Αράλ, να είχε φθάσει ποτέ στη μεγάλη οθόνη στην προ-Γκορμπατσόφ εποχή. Για τον Νουγκμάνοφ ο αποσυντιθέμενος κόσμος του «HomoSovieticus» είχε ενδιαφέρον μόνο ως υλικό για την κινηματογραφική γραφή του, που τροφοδοτούσε κυρίως το πανκ και ο Γκοντάρ, ένα εργοστάσιο φαντασίας με εξαιρετική φωτογραφία που αντανακλά την εκτυφλωτική ασυμφωνία ανάμεσα στα ιδανικά και την πραγματική σοβιετική ζωή. Κι αυτό ήταν προφανώς εκείνο που άγγιξε το κοινό, προσελκύοντας εκατομμύρια θεατών και καθιστώντας τη βαθιά αυτή απαισιόδοξη ταινία σε μια από τις πιο επιτυχημένες ρωσικές ταινίες όλων των εποχών. Ο θρίαμβος της ταινίας θα ακολουθήσει την εσωτερική της εντροπία καθώς ο πρωταγωνιστής και σταρ της ποπ πεθαίνει 2 χρόνια αργότερα.
Πέρα από τη Σύριγγα, ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης και το σοβιετικό Σκιάχτρο (Tschutschelo, 1983-86) του Ρολάν Μπικόφ (RolanBykow), που περιγράφει τις σχέσεις εξουσίας που δημιουργούνται ανάμεσα στα παιδιά ενός σχολείου την περίοδο που το σοβιετικό κράτος γλιστρά προς το τέλος του.
Τέλος το αφιέρωμα στην ΕΣΣΔ κλείνει με δύο πειραματικές ταινίες μικρού μήκους: Ο Ξυλοκόπος (Lessorub, 1985) του Γεβγένι Γιούφιτ (Jewgeni Jufit) και Η σοβαρή αρρώστια των ανθρώπων (Schestokajabolesnmuschtschin, 1988) των αδελφών Ιγκόρ και Γκλεμπ Αλέινικοφ (Igor/ Gleb Alejnikow), γυρισμένη σε Super 8. Στον Ξυλοκόπο, υπόδειγμα του κινήματος του «Νεκρορεαλισμού», του οποίου ο Γιούφιτ υπήρξε συνιδρυτής, σκηνές υπερβολικής βίας υποδηλώνουν την υπολανθάνουσα απουσία του απρόβλεπτου και του Θεού στη ρωσική κοινωνία σε μια σύνθεση όπου το σλάπστικ αναμειγνύεται με τον σουρεαλισμό. Στη Σοβαρή αρρώστια των ανθρώπων τα πλάνα της άσκοπης περιπλάνησης ενός μπανταρισμένου ανθρώπου σ’ ένα βιομηχανικό τοπίο διακόπτονται από ιστορικό αρχειακό υλικό και σκηνές από το έπος της σοβιετικής επανάστασης Τσαπάιεφ(1934).
ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Τέλος φθάνουμε στην Δημοκρατία της Λαοκρατούμενης Γερμανίας που αποτελεί και την αφορμή για αυτό το «ταξίδι». Ο Βάλτερ Ούλμπριχτ, υποκινούμενος από τον υποδειγματικό μαθητή του Έριχ Χόνεκερ, συμβάλλει ώστε οι ταινίες της DEFA(Κρατικά Στούντιο για την Παραγωγή Κινηματογραφικών Ταινιών της Α. Γερμανίας) να θυσιαστούν στο βωμό του κομματικού συντηρητισμού, όπως αποκαλύπτει και το άνοιγμα των αρχείων το 1990 που αποδεικνύει το μέγεθος των λογοκριμένων ταινιών. Τα στούντιο παράγουν μηχανιστικά κωμωδίες χωρίς χιούμορ, ειδυλλιακές αλλά απολύτως μη ρεαλιστικές καταγραφές της εργατιάς και ιστορικά δράματα. Αν οι ανατολικογερμανοί γραφειοκράτες έδειχναν τυφλή πίστη στις ανανεωτικές τάσεις των «αδελφών χωρών», η μείωση του επιπέδου της «κηδεμονίας» επί Γκορμπατσόφ στα τέλη του ‘80 και οι μη αναστρέψιμες αλλαγές στη διεθνή σκηνή, οδηγούνται στην απομόνωση. Η κατάσταση κορυφώνεται όταν το φθινόπωρο του 1989 αποκλείονται αρκετές ταινίες από το «Φεστιβάλ Σοβιετικού Κινηματογράφου» και τη διανομή τους στις κινηματογραφικές αίθουσες. Το χάσμα μεταξύ ΕΣΣΔ και ΓΛΔ είναι πλέον αγεφύρωτο. Σε πολλούς σκηνοθέτες απαγορεύεται να κάνουν ταινίες, ενώ άλλοι εγκαταθίστανται στη Δύση.
Στο είδος του ντοκιμαντέρ παρατηρείται και πάλι ένα είδος «ανοχής» -φαινόμενο που επισημάνθηκε και σε άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που το πρόγραμμα αυτό δανείζεται τον τίτλο του από το ντοκιμαντέρ παραγωγής DEFAΑντίο Χειμώνα (Winter Adé 1988) της Helke Misselwitz. Γυναίκες της ΓΛΔ παίρνουν θέση μπροστά στην κάμερα και απέναντι στην πραγματικότητα του υπαρκτού σοσιαλισμού μιλώντας για τις απογοητεύσεις τους, τις ελπίδες, τους πόθους τους, σ’ ένα ταξίδι της σκηνοθέτιδας με τρένο από τη Σαξονία μέχρι τη Βαλτική, μόλις ένα χρόνο πριν την κατάρρευση της ΓΛΔ.
Το Jadup και Βoel (Jadupund Βoel 1981/1988)του Ράινερ Σάιμον (Rainer Simon), η τελευταία παραγωγή της DEFA, που μετά την ολοκλήρωσή της απαγορεύτηκε, καταγράφει την καθημερινότητα μιας άκαμπτης επαρχιακής κοινωνίας ανήμπορης να τα βγάλει πέρα με την ίδια της την ιστορία.
Από την Ανώτατη Σχολή Κινηματογράφου «KonradWolf», Potsdam-Babelsberg της ΓΛΔ προέρχονται τα δυο μεσαίου μήκους ντοκιμαντέρ: Σάββατο Βράδυ, Κυριακή, Δευτέρα πρωί (Sonnabend, Sonntag, Montagfrüh, 1979) του HannesSchönemannκαιΓιατί μια ταινία γι’ αυτούς τους ανθρώπους;(Wozu denn über diese Leute einen Film?, 1980)του Thomas Heise. Το πρώτο καταγράφει τη ζωή τεσσάρων νέων στο αγροτικό Μέκλενμπουργκ επί τρεις συνεχόμενες μέρες. Τα πλάνα του προσφέρουν μια ξεκάθαρη εικόνα της καθημερινότητας για την οποία μόνο νύξεις γίνονται σε φιλμ των κρατικών στούντιο. Ο Σένεμαν με την πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα θα τραβήξει αμέσως την προσοχή του Υπουργείου Κρατικής Ασφάλειας, θα φυλακιστεί, και θα απελαθεί στη Δύση. Όπως και ο Σένεμαν, ο επίσης φοιτητής σκηνοθεσίας Χάισε, παρουσιάζει στην φοιτητική του εργασία τον κόσμο του «μικροεγκλήματος» στο Ανατολικό Βερολίνο με αφορμή την κλοπή της μοτοσικλέτας του. Μετά την αναπόφευκτη σύγκρουση με το διευθυντή της Σχολής Κινηματογράφου, ο Χάισε εγκαταλείπει τις σπουδές του. Εργάζεται ως ανεξάρτητος σκηνοθέτης, ενώ όλα του τα ντοκιμαντέρ λογοκρίνονταν, καταστρέφονταν ή κατάσχονταν.
Με αναφορές στον Ρολάν Τοπόρ, τον Λουί Μπουνουέλ και τον Αντρέι Ταρκόφσκι, το Einmart (1981)αποτελεί το μοναδικό πειραματικό animationπου γυρίστηκε ποτέ στα στούντιο της DEFA, από τον 33χρονο τότε σκηνοθέτη Λουτζ Ντάμπεκ (LutzDammbeck), ο οποίος μετά τη συστηματική παρενόχληση της Στάζι, μετακομίζει το 1986 από τη Λειψία στο Αμβούργο.Όπως και ο σκηνοθέτης, έτσι και ο ήρωας της ταινίας εγκλωβίζεται στην πλάνη: ένα «κεφαλοπόδαρο» δίχως σώμα και χέρια που βαδίζει βαριεστημένα στα ερείπια του κλειστοφοβικού μεταλλαγμένου πλανήτη Einmart, ανακαλύπτει προς έκπληξή του πως μπορεί κι εκείνο να βγάλει φτερά σαν τις αιωρούμενες μορφές στον ουρανό, σαν ελεύθερο πουλί. Δεν θα αργήσει να απογοητευθεί, αντικρίζοντας τα επόμενα σύνορα. Οι πρώτες εικόνες του 15λεπτου αυτού animation, θέτουν πρωτοφανή δεδομένα στο κινούμενο σχέδιο της Α. Γερμανίας, χρησιμοποιώντας ένα ευρύ φάσμα τεχνικών: ένα μπουνουελικό μάτι που γεμίζει ολόκληρη την οθόνη, πραγματικές σκηνές ζώων που προσπαθούν να αποδράσουν κι ένα κολλάζ ήχου το οποίο λειτουργεί αντιθετικά με την εικόνα.
Στο πρόγραμμα περιλαμβάνονται και δυο μικρού μήκους ταινίες από την ΓΛΔ τα Sanctus, Sanctus (1989) του Τόμας Βέρνερ (Thomas Werner) και Κόνραντ! Είπε η κα. μαμά Κόνραντ! (Konrad! SprachdieFrauMamaKonrad!, 1989) της Ραμόνα Κέπελ-Βελς (RamonaKoeppel-Welsh), και οι δυο γυρισμένες σε Super 8. Η εργατική παρέλαση την πρωτομαγιά του 1988 στην Karl Marx Allee αναμειγνύεται με τον ήχο θρησκευτικής χορωδιακής μουσικής, επισημαίνοντας τους υπάρχοντες δεσμούς στην πρώτη ταινία, ενώ στη δεύτερη αρχειακό υλικό, ερασιτεχνικές οικογενειακές λήψεις και μικρά σκηνοθετημένα σκετς συνδυάζονται σ’ ένα κλειστοφοβικό κινηματογραφικό ποίημα.
ΔΥΤΙΚΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Τέλος το αφιέρωμα κλείνει με μια μεγάλου και δυο μικρού μήκους ταινίες από την άλλη πλευρά του Τείχους, τη Δυτική Γερμανία, οι σκηνοθέτες των οποίων εκφράζουν παρόμοιες ανησυχίες με τους ανατολικοευρωπαίους συναδέλφους τους.
Στο Οπουδήποτε δεν είμαστε εμείς είναι καλύτερα (Überallistesbesser, wowirnichtsind, 1989) του Μίχαελ Κλίερ (Michael Klier), ο Γέρζι αφήνει πίσω του πρώτα τη Βαρσοβία και ύστερα το Δυτικό Βερολίνο, αναθεωρώντας την ουτοπική εικόνα του για τη «Χρυσή Δύση» φθάνοντας στη Νέα Υόρκη.
Στη μικρού μήκους πειραματική ταινία Μια ματιά-Μια ιδέα (Ein-Blick, 1987) του Γκερντ Κόνραντ (Gerd Conradt), μια κινηματογραφική μηχανή καταγράφει τη ζωή σ’ ένα σπίτι του ανατολικού κι ένα σπίτι του δυτικού Βερολίνου τραβώντας ένα καρέ το δευτερόλεπτο επί δώδεκα ώρες. Στη βραβευμένη με το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας Μικρού Μήκους το 1990, ταινία κινουμένων σχεδίων Ισορροπία (Balance, 1989) των δίδυμων αδελφών Λαουενστάιν (Wolfgang και ChristophLauenstein) πέντε πανομοιότυπες φιγούρες ισορροπούν σε μια εξέδρα που αιωρείται ελεύθερα στο κενό, μέχρι που μια απ’ αυτές βγάζει ένα μυστηριώδες καφάσι. Η μάχη που ξεκινά για τον υποτιθέμενο θησαυρό θα αναδείξει έναν νικητή, ενώ οι υπόλοιπες φιγούρες πέφτουν στο κενό. Η αλληγορία της ταινίας επιδέχεται πολλών ερμηνειών.
Οι ταινίες προβάλλονται στην εκάστοτε γλώσσα με ελληνικούς υπότιτλους, εκτός από τις πειραματικές που προβάλλονται με αγγλικούς.
Πρόγραμμα προβολών
Η έναρξη του προγράμματος γίνεται στο Goethe-Institut Athen μ’ ένα αριστούργημα της κινηματογραφικής τέχνης: Μια μικρού μήκους ταινία animation, γυρισμένη στο κατώφλι της μεγάλης αλλαγής στην Ευρώπη, η οποία και βραβεύτηκε με Όσκαρ. Αλλά και οι υπόλοιπες ταινίες των δυο πρώτων ημερών, πλην μιας, είναι γυρισμένες στο μεταίχμιο των εξελίξεων. Μεταξύ αυτών και το ντοκιμαντέρ της Helke Misselwitz Αντίο Χειμώνα (Winter Ade) που δανείζει τον τίτλο του στο αφιέρωμα.
Δευτέρα 26 Απριλίου 2010, 20:30
Ισορροπία (Balance)
(Δυτική Γερμανία 1989, 7´)
Υλοποίηση: Christoph και Wolfgang Lauenstein | Παραγωγή: Ανώτατη Σχολή Εικαστικών Τεχνών του Αμβούργου, Γενικό Πανεπιστήμιο Κάσελ
Όσκαρ καλύτερης ταινίας μικρού μήκους 1990
Πέντε πανομοιότυπες φιγούρες ισορροπούν πάνω σε μια εξέδρα που αιωρείται στο κενό και γέρνει ανάλογα με τη θέση που παίρνουν οι φιγούρες, διεκδικώντας η κάθε μια μια κασέλα (ένα θησαυρό). Η αλληγορία των δίδυμων αδερφών Lauenstein παραπέμπει σε κλασικά φιλμ της Σχολής του Ζάγκρεμπ και προσφέρεται για πολλαπλές αναγνώσεις και σαφώς και για πολιτικές ερμηνείες – «Ισορροπία» ως παραβολή της ανισορροπίας στην αναμέτρηση δυνάμεων κατά την εποχή του ψυχρού πολέμου.
Οπουδήποτε δεν είμαστε εμείς, είναι καλύτερα (Überall ist es besser, wo wir nicht sind)
(Δυτική Γερμανία 1989, 78´)
Σκηνοθεσία: Michael Klier | Σενάριο: Michael Klier, Gustaw Barwicki | Ηθοποιοί: Miroslaw Baka, Marta Klubowicz, Michael Krause, Josef Zebrowski, Anna Pastewka u.a.
Τίποτα πια δεν κρατά τον Jerzy στην πατρίδα του, τη Βαρσοβία. Προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με «σκοτεινές» μικροεπιχειρήσεις και μαζεύει λεφτά για να πραγματοποιήσει το όνειρο της ζωής του: Να πάει στην Αμερική. Στο δρόμο προς τη Νέα Υόρκη βρίσκεται το Δυτικό Βερολίνο. Μέχρι εκεί φτάνουν οι οικονομίες του. Άλλωστε ούτε βίζα διαθέτει. Στο Δ. Βερολίνο συναντά κι άλλους Πολωνούς και πρόσφυγες από άλλες χώρες του ανατολικού μπλοκ. Όλοι τους κυνηγούν την ξεθωριασμένη πια ουτοπία της «Χρυσής Δύσης». Κι έρχεται η μέρα που ο Jerzy καταφέρνει να φτάσει στη Νέα Υόρκη.
Μια ταινία για την ασίγαστη ανάγκη φυγής και την προσωρινότητα της ζωής χωρίς πατρίδα που τελικά γίνεται μόνιμη κατάσταση. Γυρισμένο το 1988 το Οπουδήποτε δεν είμαστε εμείς είναι καλύτερ, προκαταλαμβάνει με σχεδόν οραματικό τρόπο τις εξελίξεις των παγκόσμιων μεταναστευτικών κινημάτων. Το 1989 που η ταινία κάνει πρεμιέρα στις δυτικογερμανικές αίθουσες, η Κεντρική Ευρώπη ζει ήδη τη νέα κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα.
Τρίτη 27 Απριλίου 2010, 20:30
Einmart
(Aνατολική Γερμανία 1981, 15´)
Σκηνοθεσία: Lutz Dammbeck | Animation: Lutz Dammbeck, Ingrid Gubisch | Παραγωγή: DEFA-Studio für Trickfilme Dresden
Στην αρχή: Ένα μπονουελικό μάτι γεμίζει την οθόνη, πραγματικές σκηνές με ζώα που έχουν τραπεί σε φυγή. Αντίστιξη στο οπτικό γίγνεσθαι το ηχητικό κολάζ. Τελικά ο ήρωας: Ένα «κεφαλοπόδαρο» πλάσμα, χωρίς σώμα, χωρίς χέρια βαδίζει βαριά κι άγαρμπα σ’ ένα εξωπραγματικό, άξενο και θλιβερό τοπίο, προσπαθώντας κι αυτό να ξεφύγει. Μιμείται φτερωτές μορφές που βλέπει στον ουρανό, μιμείται τις κινήσεις τους, κι ανακαλύπτει έκπληκτο ότι καταφέρνει κι αυτό να βγάλει φτερά … οι απόπειρες διαφυγής όμως το επαναφέρουν ξανά και ξανά στο έδαφος και στο αδιέξοδο. Μοναδική πειραματική ταινία animation των στούντιο της DEFA, την οποία ο θεωρητικός του κινηματογράφου Claus Löser έχει χαρακτηρίσει ως «τη συμπαγέστατη αδυνατότητα της κινηματογραφικής ιστορίας της DEFA».
Αντίο Χειμώνα (Winter adé)
(Ανατολική Γερμανία 1988, 115´)
Σκηνοθεσία: Helke Misselwitz | Σενάριο: Helke Misselwitz, Gudrun Plenert
Η σκηνοθέτις διασχίζει με το τρένο τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας στον τελευταίο χρόνο της ύπαρξής της ως κράτος. Από το Zwickau, πόλη βιομηχανική, πόλη των ορυχείων (από την περιοχή κατάγεται και η ίδια) η δημιουργός φτάνει στο Βορρά και στη Βαλτική θάλασσα. Στο δρόμο της συναντά γυναίκες διαφορετικών ηλικιών και κοινωνικών στρωμάτων. Φόντο της ταινίας τα τοπία και η ανατολικογερμανική αρχιτεκτονική φιλμαρισμένα ασπρόμαυρα. Οι γυναίκες μιλούν για τις δυσκολίες και τις ελπίδες τους. Οι μαρτυρίες τους συνθέτουν ένα καλειδοσκόπιο αναμνήσεων, πόθων, απογοητεύσεων που περιγράφει τη ζωή και την ατμόσφαιρα στην ΛΔΓ ένα χρόνο πριν την κατάρρευσή της. Η πρώτη προβολή της ταινίας το Φθινόπωρο του 1988 στο Φεστιβάλ της Λειψίας έκανε πάταγο. Ποτέ πριν δεν είχαν σταθεί πολίτες της ΛΔΓ τόσο ανεπιτήδευτα και αυτονόητα μπροστά στην κάμερα, ποτέ πριν δεν είχαν μιλήσει τόσο ανοιχτά μπροστά στην κάμερα για τις συνθήκες της καθημερινής τους ζωής, αλλά και τον ψυχικό τους κόσμο. Ο τίτλος Αντίο Χειμώνα «προφητεύει» σχεδόν την αλλαγή εποχής στην Ανατολική Γερμανία. Ένα χρόνο μετά την πρεμιέρα της ταινίας και μάλιστα στην ίδια πόλη, τη Λειψία, το κράτος της ΛΔΓ καταρρέει.
(σε γερμανική γλώσσα με ελληνικούς υπότιτλους)
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΒΟΛΩΝ
GOETHE-INSTITUT ATHEN
Δευτέρα 26 Απριλίου
20:30 Ισορροπία (Balance, 1989)-Wolfgang & Christoph Lauenstein, 7´
Οπουδήποτε δεν είμαστε εμείς, είναι καλύτερα (Überall ist es besser, wo wir nicht sind, 1989)-Michael Klier 78´
Τρίτη 27 Απριλίου
20:30 Einmart (1981) -Lutz Dammbeck 15´
Αντίο Χειμώνα (Winter Adé 1988)-Helke Misselwitz 115´
Βίκυ Τραχανή: 210 3661043 Trachani@athen.goethe.org
Φαίδρα Παπαδοπούλου: 210 3612046, 6936353903 phaedrapap@tainiothiki.gr, press@tainiothiki.gr
Ισμήνη Χλιόβα-Μπιτζάνη: 210 3612046, 6973562081 isminicb@gmail.com