Μιχαήλ Μαρμαρινός: Συνέντευξη στην Κατερίνα Κόμητα (εφ) με αφορμή τον Ηρακλή Μαινόμενο-“επειδή επιχορηγείσαι πρέπει να το βουλώνεις;

MARMARINOS


ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΕΜΙΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ

HRAKLHS_MAINOMENOS_5_8_2011

Η δουλειά του έχει ξεπεράσει τα σύνορα της χώρας (παραστάσεις του έχουν ανεβεί σε Πολωνία, Γερμανία, Ιταλία, Γεωργία και Κορέα), ενώ το έργο του έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον πολλών ξένων φεστιβάλ. Φέτος, παρουσιάζει στην Επίδαυρο ένα από τα λιγότερο παιγμένα έργα του Ευριπίδη, τον Ηρακλή μαινόμενο. Με αφορμή την παράσταση αυτή, ο Μιχαήλ Μαρμάρινος μιλάει στην εφ για το θέατρο, την ελληνική δημιουργικότητα που δεν βρίσκει διέξοδο, αλλά και για όσους του ασκούν σκληρή κριτική. Και δεν μασάει τα λόγια του…

Από την Κατερίνα Κόμητα Φωτογραφίες: Βασίλης Μαθιουδάκης

Γιατί επιλέξατε ν’ ανεβάσετε το συ­γκεκριμένο έργο;

Η επιλογή ενός έργου είναι κατά ένα μόνο μέρος συνειδητή, ενώ το υποσυ­νείδητο και η σύμπτωση -δύο παράγο­ντες, δηλαδή, που δεν μπορείς να ελέγ­ξεις- παίζουν πάντα καθοριστικό ρόλο. Έτσι, οποιαδήποτε απάντηση κι αν σας δώσω, θα είναι ένα μόνο μέρος της αλή­θειας. Ας αρκεστώ λοιπόν να πω πως ο Ηρακλής μαινόμενος είναι ένα έργο που ανεβαίνει σπάνια και γι’ αυτό δεν είναι πολύ γνωστό στο ευρύ κοινό. Έτσι, ο θε­ατής έχει την πολυτέλεια να παρακο­λουθήσει ένα έργο που του επιτρέπει να είναι λίγο πιο αθώος απέναντι στα πράγματα. Κι αυτή η αθωότητα ίσως εί­ναι μια όμορφη συγκυρία..

Πού τοποθετήσατε χρονικά το κεί­μενο;

Εκεί που τοποθετούνται πάντοτε τα μυ­θικά κείμενα όταν συναντάνε την τρέ­χουσα Ιστορία. Είναι φανερό πως δεν απαντάω ευθέως στο ερώτημα σας. Ωστόσο, αυτό που έχει σημασία είναι πως η παράσταση είναι κάτι που συμ­βαίνει Τώρα και προκύπτει απ’ τη συνά­ντηση ενός μυθικού υλικού με το πα­ρόν, με την τρέχουσα ιστορία και τις δυνάμεις της. Παρ’ όλα αυτά, η τραγω­δία διατηρεί πάντα μια απόσταση απ’ την άμεση επικαιρότητα. Μπορεί να τη λαμβάνει μοιραία υπ’ όψιν, όμως, δεν την απασχολεί η απλή καταγραφή της.

Για να λάβουμε υπόψη και την τρέ­χουσα πολιτική και κοινωνική κατά­σταση, μήπως ο δικός σας Ηρακλής βρίσκεται μαινόμενος σε κάποια πλα­τεία;

Η τραγωδία πάντοτε υπονοεί δύο χώ­ρους: τον δημόσιο, όπου τα πράγματα συμβαίνουν μπροστά στα μάτια μας, και τον ιδιωτικό -ή, αλλιώς, τον κρυφό-, στον οποίο συμβαίνουν πράγματα που μπορούμε να φανταστούμε ή ν’ ακούσουμε, αλλά δεν επιτρέπεται να δούμε ιδίοις όμμασι. Η ορχήστρα, βέβαια, είναι πάντοτε μια μορφή πλατείας, ένας χώρος δημόσιος.

Δεν είναι περίεργο που ο χορός επι­νοήθηκε στην Ελλάδα, όπου πολύ σπάνια έως ποτέ μιλάμε όλοι μαζί και λέμε το ίδιο πράγμα;

Μα ο χορός δεν λέει ποτέ το ίδιο πράγμα, γιατί απλούστατα δεν είναι ένα άτομο κλωνοποιημένο επί 15, 300 ή 10 εκατομμύρια, όσοι δηλαδή είμαστε οι Έλληνες. Ο χορός ενέχει τον εσωτερικό ή ακόμα και τον συγκρουσιακό διάλογο. Είναι ένα σύνολο από ατομικότητες σε κοινή συνθήκη. Οι γνώμες των μελών του μπορεί να συμπέσουν, αλλά μπορεί και να συγκρουστούν. Κι αυτή η παρε­ξήγηση περί της λειτουργίας του χορού δημιουργήθηκε, κατά κύριο λόγο, μέσα από μια πολύχρονη ιστορία παραστά­σεων που αντιμετώπισαν το χορό ως μία φωνή. Όμως, προς Θεού, μη θεω­ρήσετε ότι ισχύει κάτι τέτοιο. Όπου χρει­αστεί είναι όντως μία φωνή, άλλοτε, όμως, είναι πολλές φωνές περισσότερες ακόμα και από τον αριθμό των ίδιων των μελών του!

Σας ρωτώ γιατί υπάρχουν κι αυτοί που σας ασκούν κριτική ότι η πολι­τική διάσταση του αισθητικού στίγ­ματος σας είναι ηθελημένα θολή και απολιτική, και πως ο φόβος μήπως «παρεξηγηθείτε» και εκτεθείτε καθο­ρίζει ακόμα και τις θεατρικές σας επι­λογές.

Είμαι πολιτικό ον, αλλά δεν κάνω στρα­τευμένη τέχνη. Δεν θέλω, όμως, ν’ ασχο­ληθώ άλλο με αναλύσεις «ψυχαναλύοντος» τύπου. Όλοι αυτοί ας βλέπουν τα έργα κι ας καταλαβαίνουν ό,τι είναι να καταλάβουν. Ο δικός μου στόχος δεν εί­ναι να κάνω πολιτικό μάθημα· είναι να προκαλώ μια άλλου τύπου εσωτερική ανάταση που, πιθανά, να κάνει κάποιον καλύτερο πολιτικό ον, χωρίς όμως να εί­ναι αυτή η πρόθεση μου. Η τέχνη, αν κι έχει πάντοτε σχέση με την πολιτική, δεν κάνει πολιτική. Κι όσον αφορά τις πολι­τικές πεποιθήσεις μου, μπορεί ο καθέ­νας να πιστέψει ό,τι θέλει, όμως, η αλή­θεια είναι πως, στη δημιουργία, τα πράγματα φαίνονται πολύ πιο καθαρά και πολύ πιο μυστικά, όπως και πρέπει να είναι.

Σε πρόσφατη συνέντευξη σας στο Βήμα, σχολιάζοντας τη σημερινή πο­λιτικοκοινωνική κατάσταση, είχατε πει μεταξύ άλλων ότι «όταν η μόνη διαφυγή είναι ένα αδιέξοδο, η μόνη δημιουργική πράξη είναι η κατα­στροφή» και πως «στην περίπτωση μας, η δημιουργία είναι η κατα­στροφή». Επειδή αυτές οι φράσεις προκάλεσαν ποικίλα σχόλια, θα ήθελα καταρχάς να ξεκαθαρίσετε τι ακριβώς εννοούσατε.

Μιλάω με όρους φυσικής θερμοδυνα­μικής. Γενικά, όταν σ’ ένα σύστημα δεν υπάρχει διαφυγή, όταν, δηλαδή, η ζω­τική ενέργεια ενός πλήθους δεν έχει διό­δους δημιουργικής διατύπωσης, είναι μοιραίο να γίνεται εκρηκτική. Γιατί, όταν η καταστροφή καταλήγει να είναι η μόνη έκφραση, τότε βιώνεται με όρους δημιουργίας. Γι’ αυτό κι ο ρόλος της πο­λιτικής είναι να βρίσκει τρόπους μετα­τροπής της δημιουργικής ενέργειας ενός πληθυσμού σε ωφέλιμο έργο. Δυ­στυχώς, όμως, η ελληνική πολιτική σε αυτό επιδεικνύει ζηλευτές αποτυχίες..

Ο δημοσιογράφος Σταύρος Θεοδω­ράκης, σε άρθρο του με τίτλο «Η εξέ­γερση των βολεμένων», σας άσκησε πολύ έντονη κριτική υποστηρίζοντας: «Αναρωτιέμαι λοιπόν πώς είναι δυνα­τόν να είσαι ένα από τα αγαπημένα παιδιά των Υπουργείων (του Σημίτη, του Καραμανλή, του Παπανδρέου) και παράλληλα να προπαγανδίζεις την καταστροφή του συστήματος». Πώς απαντάτε;

Καταρχάς, η ηχώ και μόνο μιας τέτοιας διατύπωσης είναι -για να μην την ονο­μάσω χειρότερα- αντιδημοκρατική… Στην ουσία, αυτό που διατυπώνεται είναι πως εφόσον το σύστημα στέκεται δίπλα σου -και σε επιχορηγεί- εσύ πρέ­πει να το βουλώνεις. Εάν αυτή είναι ηθική ή ο τρόπος που θέλει να σκέφτε­ται ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος, με στενοχωρεί, αλλά, λυπάμαι, δεν θα ακολουθήσω τις προτιμήσεις του. Κατά δεύτερον, εμένα και τους ομοίους μου δεν μας επιχορηγούν κυβερνήσεις – μας επιχορηγεί η πολιτεία, που είναι τελείως άλλο πράγμα. Είναι ανατριχιαστικό ν’ ακούγεται ότι, εάν υποστηρίζεσαι οικο­νομικά από το κράτος, δεν έχεις δικαί­ωμα και να το κρίνεις, Μα αυτό τότε δεν είναι επιχορήγηση, είναι χρηματισμός!… Δεν ξέρω αν ο εν λόγω δημοσιογράφος θα το χρησιμοποιούσε σαν πρακτική στις δικές του δραστηριότητες, αλλά εμένα μου δημιουργεί φλύκταινες. Αν δεν μιλήσει η τέχνη για όσα αισθάνεται ως προδοσία αρχών, ποιος άλλος θα το κάνει; Η ίδια η πολιτική ή η δημοσιο­γραφία;

Πάντως, έτσι όπως γράφτηκε το κεί­μενο του Θεοδωράκη, σε κάνει να σκεφτείς πως ένας άνθρωπος που  επιχορηγείται σταθερά μάλλον έχει φροντίσει γι’ αυτό. Ότι, δηλαδή, έχει πιθανά συνδιαλλαγεί με την εξουσία, για αυτό και το να της ασκεί κριτική μοιάζει «δήθεν».

Καταρχήν, όλο αυτό είναι «κίτρινο». Ακόμα και η ερώτηση σας. Ξέρετε τι αντηχεί πίσω απ’ όλη αυτή την «απο­ρία»; Ότι μόνο οι ημέτεροι μπορούν να δημιουργούν σ’ αυτή τη χώρα. Ευτυ­χώς για την ελληνική πολιτεία, δεν είναι έτσι τα πράγματα, είμαστε σε καλύτερη μοίρα από τις κίτρινες αντιλήψεις… Σε ό,τι με αφορά, μπορεί να με χαρακτη­ρίζει η ιδεολογία μου, μπορεί να υπο­στηρίζω ανθρώπους συγκεκριμένα και επιλεκτικά, μπορεί να έχω πολιτικό λόγο απέναντι στα πράγματα, αλλά δεν έτυχε να είμαι ημέτερος κάποιου. Κι αυτό φαίνεται από το έργο μου, που, στο πέρασμα του χρόνου, φαίνεται να δικαιώνει τη στήριξη της πολιτείας. Ωστόσο, αν τελικά ισχύουν πράγματι αυτές οι θεωρίες περί ημετέρων, τότε είμαστε απόλυτα ρομαντικοί εμείς και βρισκόμαστε σε άλλη κατάσταση. Το πολιτικό αλισβερίσι μπορεί να υπάρ­χει, αλλά εγώ δεν έχει τύχει να το βιώσω, και το ίδιο ισχύει και για πολύ κόσμο στο χώρο της τέχνης. Ίσως γιατί η τέχνη συνεχίζει να είναι η τελευταία «κατοικία της ουτοπίας». Πάντως, θα είχε ενδιαφέρον να κάνω μια συζήτηση με τον κύριο Θεοδωράκη face to face για όλα αυτά…

Πολιτικά, σε ποιο χώρο ανήκετε;

Δεν θα σας απαντήσω. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι δεν θα ήταν εύκολο να με χαρακτηρίσετε κομματικά. Πέρα από την προσωπική μου ιδεολογία, αυτό που μπορώ να πω είναι ότι είμαι ανοιχτός σε κάθε κίνηση, απ’ όπου κι αν προέρχε­ται, που προάγει την κοινωνική ελπίδα, δικαιοσύνη και δημιουργικότητα.

Ας μετακινήσουμε τη συζήτηση στο χώρο της δημιουργίας. Θεωρείτε πως έχετε καταφέρει να δημιουργήσετε τη δική σας αισθητική;

Δεν είμαι το κατάλληλο πρόσωπο ν’ απαντήσω σ’ αυτό το ερώτημα. Όμως, το γεγονός ότι αναγνωρίζονται οι πα­ραστάσεις μου σημαίνει ότι έχουν κά­ποιους κώδικες που εμένα, ούτως ή άλ­λως, με απασχολούν ως εμμονές, και  που, προφανώς, αντηχούν μια γλώσσα, μια γραφή.

Δώστε μου τον ορισμό της θεατρικής αποτυχίας.

Όταν αυτό που έκανες είναι μακριά απ’ αυτό που φανταζόσουν. Έχω κάνει πα­ράσταση -μιλάω για τη Μήδεια-, η οποία έτυχε να έχει εμπορική επιτυχία και την οποία τη σταμάτησα στον ενά­μιση μήνα γιατί ήταν μακριά απ’ αυτό που φανταζόμουν. Η δεύτερη εκδοχή της, που ανεβάσαμε λίγο αργότερα, δεν είχε την ίδια επιτυχία αλλά ήταν πιο κο­ντά σ’ αυτό που νόμιζα σωστό.

Φαντάζομαι πως δεν είναι καθόλου εύκολο να σταματάς μια παράσταση.

Καθόλου, γιατί δεν έχει να κάνει μόνο με τα δικά σου θέλω – οφείλεις να σκεφτείς και τους συνεργάτες σου. Όμως, δεν σταματάς εντελώς την παράσταση – την επαναδιαπραγματεύεσαι. Ξέρετε, με­ρικά πράγματα βαθαίνουν στο χρόνο, γι’αυτό και πρέπει κανείς να δίνει χρόνο στα πράγματα για να συμβούν. Γι’ αυτό και στην τέχνη δεν πρέπει να σπρώχνουμε τα πράγματα στη λεγόμενη «υπερπαραγωγικότητα», μόνο και μόνο για ν’ αποδεικνύεται ότι οι άνθρωποι δουλεύουν!… Δεν μπορεί να απαιτούμε την παραγωγή τριών έργων από έναν οργανισμό, απλώς και μόνο για να απο­δεικνύει ότι τα χρήματα που παίρνει κάτι τα κάνει. Η τέχνη οφείλει να ανα­πτύσσεται εγκάρσια, προς το βάθος.

Στις πρόβες εξαντλείτε τους ηθοποι­ούς;

Λαμβάνω υπόψη μου το πεντάωρο του ωραρίου τους πολύ αυστηρά, ωστόσο, η γνώμη μου είναι ότι το επίσημο ωράριο εργασίας των ηθοποιών πρέπει να επα­ναπροσδιοριστεί. Σε άλλες χώρες, τις οποίες -όχι μόνον εγώ- τις θεωρούμε προοδευμένες, το ωράριο είναι οκτά­ωρο κι όχι πεντάωρο. Μερικά πράγματα εξαρτώνται ευθέως κι από κάποιες θε­σμικές συνθήκες ή «συνδικαλιστικές κα­τακτήσεις» – με την κακή έννοια.

Στην πορεία σας, ποια ήταν η δουλειά που κάνατε και σας έκανε να νιώσετε καλύτερα από κάθε άλλη, και γιατί;

Η τέχνη δεν είναι ρινγκ για να επικρατεί κάποιος. Ωστόσο, θα σας πω μερικές: υπάρχει μια παράσταση που τη θεωρώ βαθιά κρίσιμη και η οποία είναι απ’ τις πιο άγνωστες που έχω κάνει. Λέγεται Ρομα­ντισμός και την ξεχωρίζω γιατί συνέπεσε με την εκκίνηση μιας άλλης γραφής, αυτό που λέμε «σκηνοθεσία ως δραματουρ­γία», η οποία εμφανίστηκε πολύ πιο εκρηκτικά στον Εθνικό ύμνο, μια εξίσου

σημαντική παράσταση. Επίσης, θα ξεχώ­ριζα το Πεθαίνω σα χώρα, τις δύο δου­λειές μου πάνω στον Σαίξπηρ -τον Άμλετ και το Ρομέο και Ιουλιέτα- κλπ.

Τι είναι αυτό που κάνει κάποιον ν’ αλ­λάζει γραφή; Ένα κλικ;

Δεν πιστεύω ακριβώς ότι κάποιος αλ­λάζει γραφή. Απλώς μια τυχαιότητα, μια αναγκαιότητα, τον κάνει να εκπλήσσε­ται από τον εαυτό του. Το γεγονός ότι εκείνη την ώρα, από το πουθενά, έχεις την εσωτερική δύναμη να πεις «ναι» σε μια παράλογη τόλμη.

Ο Λιβανέζος σκηνοθέτης Ουαζντί Μουαουάντ χρησιμοποίησε τον, καταδικασμένο για το φόνο της Μαρί Τρεντινιάν, Μπερτράν Καντά στην πα­ράσταση Γυναίκες που παίχθηκε πριν λίγες μέρες στο Ηρώδειο. Η επιλογή του αυτή προκάλεσε την αντίδραση γυναικείων οργανώσεων σ’ όλο τον κόσμο. Εσείς θα λέγατε «ναι» σε μια τέτοια τόλμη;

Δεν μπορώ να σας απαντήσω. Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Το ζητούμενο είναι πώς ταξιδεύει το γεγονός αυτό μέσα στην ψυχή του θεατή. Αν μπορεί δη­λαδή κάτι, που αρχικά μοιάζει ζοφερό, να προκαλέσει μέσα του μια διαδρομή ανθόσπαρτη.

Αναρωτιέμαι αν έχετε βγάλει λεφτά από το θέατρο.

Ανήκω στην κατηγορία εκείνων που έχουν χάσει λεφτά από το θέατρο.

Μένετε σε ενοίκιο;

Ο πατέρας μου μου άφησε ένα διαμέρι­σμα το οποίο και πούλησα για ν’ αγο­ράσω αυτό που μένω τώρα. Αν δεν εί­χαν έτσι τα πράγματα, δεν ξέρω πού θα έμενα αυτή τη στιγμή. Νομίζω πως, αν κανείς συνέκρινε τις εργατοώρες μου με τις ώρες αμοιβής μου, θα έβλεπε πως η αναλογία είναι συντριπτικά εναντίον -τόσο, που θα έπρεπε να γυρίσει και να μου πει: «μα καλά, χαζός είσαι;». Αλλά φαίνεται ότι κάπου υπάρχει μια άλλου είδους ανταμοιβή που εξισορροπεί το οικονομικό έλλειμμα.

Πριν τρία χρόνια, σας ζητήθηκε από έντυπο να προτείνετε κάποια βιβλία τα οποία είχατε διαβάσει. Ένα απ’ αυτά ήταν ο Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο οποίος πε­ριλαμβάνει βίους αγίων. Τι ήταν αυτό που βρήκατε μέσα στο βιβλίο αυτό και σας έκανε να το προτείνετε; Αυτό που βλέπει κανείς μέσα σ’ αυτόν τον Συναξαριστή είναι η διαρκής υπέρ­βαση του εαυτού· το πώς οι άνθρωποι, υπέρ κάποιου άλλου, μπορούσαν να ξε­περνούν τα όρια του εγώ τους. Η συνά­ντηση μου μ’ αυτό το βιβλίο κι αυτές τις ζωές ήταν μια διαρκής και ακατανόητη συγκίνηση.

Αλήθεια, πιστεύετε στο Θεό;

Ελπίζω ότι πιστεύω…

Τι σημαίνει αυτό;

Δεν θα σας πω περισσότερα.

ΜΗΝΑΣ ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΑΣ: Δε με πτοούν οι γκρίνιες (ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΑΙΝΟΜΕΝΟΣ)-συνέντευξη στη Νίκη Ορφανού (εφ)

Μιχαήλ Μαρμαρινός: Συνέντευξη στην Κατερίνα Κόμητα (εφ) με αφορμή τον Ηρακλή Μαινόμενο-“επειδή επιχορηγείσαι πρέπει να το βουλώνεις;

Καρυοφυλλιά Καραμπέτη: συνέντευξη στο Νικόλα Ζώη (εφ) (Ηρακλής Μαινόμενος)-“Ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι έφτασα κάπου”

Εθνικό Θέατρο – Μιχαήλ Μαρμαρινός Ηρακλής Μαινόμενος του Ευριπίδη 5-6 Αυγούστου 2011, 21:00, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.