Δυσκολεύομαι να γράψω για τον Βασίλη, έναν άνθρωπο με τον οποίο συμπορεύτηκα, είχαμε κοινούς τόπους, σκέψεις και πράξεις, δράσεις μαζί ή παράλληλα, συγγένειες ιδεολογικές, αλλά και αποκλίσεις, συχνά έντονες και συγκρούσεις, ώσπου τα διευρυμένα ενδιαφέροντα του μας απομάκρυναν. Δυσκολεύομαι για τα γνωστά προβλήματα: να μιλάς για τον άλλον, μιλώντας για τον εαυτό σου, ναρκισσευόμενος– να περιορίζεσαι σε επαινετικές γενικεύσεις και ρητορικούς επικήδειους· να διακινδυνεύεις την ασέβεια της κριτικής.
Ο Βασίλης είχε ένα πρωταρχικό, εκπληκτικό προσόν: ακαταμάχητη, αδιάκοπη, ακούραστη επιδίωξη της γνώσης, σχεδόν σε όλα τα πεδία του επιστητού. Κατέτρωγε βιβλία, έντυπα, ταινίες, θυμόταν, οργάνωνε νοητικά τις πληροφορίες, τα συστήματα σκέψης, στην αισθητική, στις ανθρωπιστικές επιστήμες, αλλά και στις θετικές επιστήμες, όπου μου ήταν αδύνατον να τον ακολουθήσω. Ιστορία, πολιτική και φιλοσοφία ιδιαίτερα. Ήταν υπόδειγμα αυτοδίδακτου, που συσσώρευε τη γνωστική ύλη, αλλά και την επεξεργαζόταν συνεχώς, με σπάνια ευφυΐα και συνθετική ικανότητα, αλλά και με απίστευτη ενέργεια, με ευχέρεια, ταχύτητα, ποικιλία και χρώμα γραφής. Βέβαια, η μελετητική α-δηφαγία του επηρέαζε τα κείμενα του, που ακολουθούσαν. Έγραφε για μια ταινία και αισθανόσουν ότι είχε την ανάγκη να διατυπώσει ευρύτερες σκέψεις που τον απασχολούσαν στη φάση εκείνη, έστω και σε απόκλιση από το αντικείμενο.
Ήταν μανιώδης ταξιδιώτης στον κόσμο και στον πνευματικό κόσμο. Πάντα, με έντονη αγωνιστική διάθεση, με αναρχικό σαρκασμό και επιθετικότητα, και με σταθερή αναφορά στον διαλεκτικό και ιστορικό υλισμό. Ένα γοργό πανοραμικό στην κινηματογραφική του συγγραφή: έψτο,οε στον κινηματογράφο αρκετά μεγάλος, το 1958, στη Σχολή Σταυράκου. Συνομήλικος του εγώ, είχα την τύχη να διδάσκω ήδη Ιστορία και Κριτική. Συνδεθήκαμε, κι ο μαθητής έκανε εντυπωσιακά άλματα. Μόλις τελείωσε τη σχολή, ανέλαβε να διδάσκει κι αυτός. Σχεδόν με παράλληλη δράση, γράφαμε μελέτες και κριτικές σε περιοδικά και εφημερίδες. Αλλά και μαζί, πιο στενά, στα περιοδικά «Ελληνικός Κινηματογράφος» (που έκλεισε δράματικά μέσα στο Θεμέλιο από τη χούντα) και «Σύγχρονος Κινηματογράφος» μετά το 1969, ένα περιοδικό που συγκέντρωσε τους πιο δυναμικούς νέους διανοουμένους της Έβδομης Τέχνης και σκηνοθέτες, και γονιμοποίησε τότε, αλλά και με τις κατοπινές του μορφές, τον νεότερο ελληνικό κινηματογράφο.
Μετά το 1974, ο Βασίλης ανέλαβε τη στήλη της κινηματογραφικής κριτικής στο «Βήμα» κι όταν σταμάτησε η καθημερινή του έκδοση, στο «Έθνος». Έγραφε πάντα με πάθος και με πολλαπλασιαστικό τόνο. Αν μια ταινία ή μια ιδεολογική πλευρά του έργου του άρεσε, δεν φειδωλευόταν τους επαίνους· και το αντίθετο. Δεν αισθανόταν την ανάγκη της ισορροπίας, των αποχρώσεων, ίσως και της δημιουργικότητας των αντιθετικών στοιχείων που συνυπάρχουν στο φιλμικό σώμα. Αδιαφορούσε για τις μέσες περιοχές. Εξακόντιζε τους επαίνους και τα αναθέματα σαν σε πολεμική σύγκρουση: όχι χωρίς ισχυρή θεμελίωση, βέβαια. Στο βάθος, μόνο, διαισθανόσουν και μια ειρωνεία (γινόταν και αυτοειρω-νεία), που απάλυνε σε δεύτερο βαθμό το απόλυτο της απόφανσης.
Η δυναμική και η ουσία των κειμένων του, η μαχητικότητα της συμβολής του έδιναν μέγεθος, αλλά και καταλυτική παρουσία, στον Βασίλη. Επηρέαζε ανθρώπους και ρεύματα, επιβαλλόταν. Η προσωνυμία «πάπας της κριτικής» ήταν χαρακτηριστική. Του ταίριαζε ως κύρος, ποιμαντική εξουσία και άσκηση εξουσίας.
Σιγά σιγά, τα κείμενα του μεγάλωναν σε έκταση, αλλά και σε σκόπευση και συνθετότητα στοχασμού. Η ταινία γινόταν πυρήνας, κεντρικό ερέθισμα, για να αναπτύξει ένα δοκίμιο ψυχολογικό, κοινωνικοπολιτικό ή σχεδόν επιστημολογικό, με μεστές αναφορές σε σπουδαίους στοχαστές, κλασικούς και σύγχρονους. Συχνά ο αναγνώστης έχανε σχεδόν την ταινία, αλλά ταξίδευε διανοητικά, ακολουθώντας τους μαιάνδρους των συλλογισμών και τη βαθύνοια του γράφοντος.
Ο Βασίλης, βαθμιαία απομακρυνόταν από το ρόλο του κριτικού, με την έννοια του διαμεσολαβητή, του passeur (κατά τον Daney). Δεν έτεινε να παρασύρει το βλέμμα μας για την αναζήτηση του δέους και της συγκίνησης διαμέσου του μαγικού καθρέφτη της τέχνης. Έτεμνε το έργο ως σύστημα (και ως προέκταση αφανών εμμέσως δομών), έτεμνε και την πνευματική προσμονή του αναγνώστη-θεατή, οργάνωνε θετικά την ανωριμότητα ή την ατέλεια του. Πραγματοποιούσε την ανάλυση της ιδεολογίας με ορμητήριο την ιδεολογική στράτευση. Φτάνοντας και ώς το διδακτικό σφυροκόπημα ως αποτέλεσμα έρευνας ή και αγωνίας. Μια πνευματική περιπέτεια που δεν ανακόπηκε ποτέ.
Ο Βασίλης… Ώς το τέλος, παθιασμένος, δηκτικός, πανεπιστήμων, δάσκαλος.
Ένας αναγεννησιακός μαρξιστής. Θα λείψει…
[κείμενο από το βιβλίο ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
(ΕΚΔΟΣΗ ΠΕΚΚ ΚΑΙ ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ)]
ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ
12 ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ | ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ | Σάββατο 24.9.2011, 16.00-17.30
Ανοιχτή Παρουσίαση σεμιναρίου:
12 ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ: Α’ ΚΥΚΛΟΣ
Σχολείο Ιστορίας-Κριτικής-Θεωρίας Κιν/φου
“Βασίλης Ραφαηλίδης”
Σάββατο 24 9 2011, 16.00-17.30
Τσαμαδού 26-28, Εξάρχεια
ευχομε καποια στιγμη να καταφερουμε να γινουμε ανθρωποι ανταξιοι τησ πατριδασ που μασ γεννησε.το παρακρατος ηνε κρατος κ ο λαουτζικος υποζυγιο. ευχομε ενα φωτεινο μυαλο πολιτικης εμβελιας να βγαλη την χωρα απο την κριση την πολυεπιπεδη. να μαθουν την αληθεια επιτελους οι μαθητες στο σχολειο. φτανει τοψεμα η υποκουλτουρα κ η μαθησιακη ταπεινωση του ελληνα. η ιστορικη αληθεια θα μας οδηγηση στο ξεφωτο.για να εχει μελλον ενας λαος πρεπει να ξερη την αληθεια την ιστορικη που εντεχνως την αποκριπτουν οι προυχοντες πολιτικοι .ο ραφαηλιδης ηνε επικερος και ζωντανος με την κληρονομια των βιβλιων που μας αφησε.οσο για την κρατικη τβ ηνε τα μουτρα των πολιτικων της παρεας των τροκτικων σαρκοφαγων του νεοελληνα. λυπαμε για την λογοκρισια και την απαγορευση του καταπληκτικου σποτ για την μπιεναλε.θελουν φτυσιμο στα μουτρα οι αχρηστοι κ ανικανοι εντολοδοχοι της κρατικης βιας που ετσιθελικα μετατρεπουν την κρατικη τηλεοραση που πληρονει ο ελληνας σε φερεφωνο της ξεπουλημενης δοσιλογης συμπεριφορας τους..ποτε θαρθη επιτελους η στιγμη που ολα τα υπολιματα που μας προδοσαν και μας κατεστρεψαν θα δικαστουν ??????/