Αυτό που εξαρχής αποτελεί τον διαρθρωτικό κορμό της χορογραφίας της Pietragalla είναι το ενδιαφέρον της για την ανακάλυψη του ψυχικού κόσμου της γυναικείας υπόστασης. Προσοχή: ανακάλυψη και έπειτα υλοποίηση του εκάστοτε στόχου που υπάρχει σαν χορευτική κίνηση και συγχρονισμό. Είναι η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με ένα ολοκληρωμένο έργο της και τολμώ να σχολιάσω πως με έκανε αυτομάτως να θέλω να χειροκροτώ διπλάσια από τον υπόλοιπο κόσμο την ύστατη κορύφωση της παράστασης. Έχοντας παρακολουθήσει αποσπάσματα από προηγούμενες τις χορογραφίες και αποκτήσει μια μικρή εμπειρία στο «είναι» και την αισθητική της, το σόλο της ως μια παραλλαγή από γυναικείες φιγούρες σε ποικίλες χρονικές περιόδους είναι σίγουρα κάτι το ευφάνταστα δραστήριο τεχνικά και βαθιά νατουραλιστικό θεωρητικά χορευτικό δοκίμιο, όπου μέσα από μια συνέντευξη της Pietragalla, διαφαίνεται η πολλαπλότητα (και προσθέτω και ποιητικότητα) της γυναίκας όπως μας αναφέρει.
Η επίσημη θεματική της χορογραφίας είναι η «γυναίκα μέσα στους αιώνες», όσο τυπικό διαβάζεται αυτό σαν τίτλος. Το εναρκτήριο λάκτισμα της παράστασης θα επανεμφανιστεί και στο τέλος: ένα τεράστιο μήλο να σκεπάζει σωματικά και συναισθηματικά την πορεία της «Εύας», της οποιαδήποτε γυναίκας, ένας φαύλος κύκλος που θυμίζει κατάρα και ως δια μαγείας είναι η επιμονή που υπερβαίνει τα εμπόδια στο δρόμο της γυναίκας που εξοβελίζει «πειρασμούς» και φυσικά γεγονότα για να προχωρήσει με τον τρόπου που εκείνη επιθυμεί. Η παρουσία του άντρα δε λείπει, καθώς σε ορισμένες εισαγωγικές ενότητες σημαντικών κεφαλαίων της παράστασης, μια αόρατη, πιθανώς «θεϊκή» φωνή διηγείται και προλογίζει τις επιμέρους θεματικές του έργου, καθιστώντας έτσι τον άντρα σαν κάτι συνεχώς υπαρκτό νοητικά, αν και απών σωματικά. Η Pietragalla σπρώχνει ατέρμονα το μήλο και επιδίδεται σε οργιαστικές φιγούρες, φανερώνοντας την παράλληλη απόγνωση και απελευθέρωση από την Εδέμ, από θεούς και δαίμονες, ξεκινώντας μια αυτοδιαχειριζόμενη πορεία, επηρεαζόμενη κι απ’ τις ανάλογες διαδρομές στο χρόνο. Η Pietragalla όμως δεν εμμένει σε μια κλασική γραμμικότητα, προτιμώντας να παρουσιάσει συμβολικά μοτίβα της γυναικείας φύσης.
Τα μοτίβα μπορεί να βρίσκονται στον ορισμό της γέννησης και της μητρικής ανάγκης, όπου μέσα από μια άπταιστα μινιμαλιστική ικανότητα της Pietragalla να τιμήσει το κουκλοθέατρο, δίνει ρυθμό και σάρκα στην κούκλα – παιδί, αφουγκραζόμενη έτσι τις θυσίες και τους πόνους που προυπάρχουν στη γυναικεία φύση πάνω σ’ αυτό το ευαίσθητο θέμα. Ένας συνδετικός κρίκος στο μοτίβο θα εισέλθει προς τα τελευταία κεφάλαια της παράστασης με μια απ’ τις πολλές «μεταμφιέσεις» της, εκεί ως νοικοκυρά σε εγρήγορση, με την μητρική ανάγκη να έρχεται σε πλήρη χαοτική (και αρκετά κωμική) αντιδιαστολή με τη σπιτική στασιμότητα της «αιώνιας» νοικοκυράς. Ένα ακόμα μοτίβο όπου έρχεται σε μια ακόμη αντιδιαστολή με την αντρική νομοτέλεια είναι στις εμφανίσεις της ντυμένη με αντρικά υποδήματα (χαρακτηριστική η ιπποτική της παρουσία) και θεωρώ πως με το να σατιρίζει τόσο διεξοδικά τον μεγαλοαστικό ανδρισμό και του βαρύγδουπου ντυσίματος του είναι απόδειξη πως δε χρειάζεται υπερβολικές μεταφορές για να περάσεις αλήθειες στο κοινό αλλά σε δηκτικές, σύντομες λεπτομέρειες που προάγουν την Pietragalla σε ιέρεια της ορμητικής ανησυχίας.
Υπό τη συνοδεία των εντυπωσιακών, ραφινάτων ρούχων από τον haute couture σχεδιαστή μόδας Stephane Rolland και τις ποικίλες μουσικές υποκρούσεις, από τον Handel και μουσικές δωματίου μέχρι την κομψή φωνή της Barbara, η θεαματικότερη αποθέωση αυτού του συνδυασμού βρίσκεται στο κεφάλαιο όπου η Pietragalla, ωσάν μια ελισαβετιανή θεότητα μέσα στο κοστούμι της και με την τραγικότητα του Ρεκβιέμ του Mozart, να διαπερνά μια ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα λάμψης και παρακμής. Στιγμές αποσύνθεσης / δικαίωσης της γυναικείας μορφής, ο χορός και το κορμί να τονίζουν τον ήπιο χαρακτήρα αλλά και τον εσωτερικό πνιγμό, όπου θαρρείς η θεατρική μάσκα που φοράει ή το video-wall που διακωμωδεί την τρέχουσα εικονική πραγματικότητα θα παρασύρουν τον κάθε θεατή στο να αναγνωρίσει ένα θηλυκό κομμάτι αναταραχής. Aν έχω ένα παράπονο απ΄την τελική εμπειρία, ήταν στην απουσία υπέρτιτλων στις εισαγωγές και σε έναν μονόλογο της Pietragalla, μιας και δεν έχω επαρκής γνώση Γαλλικών, μικρό το κακό όμως καθώς η χορευτική δεινότητα ξεπερνούσε τις γλωσσικές αδυναμίες που θα είχαν αρκετοί θεατές. Μια δεινότητα που ανυπομονώ να απολαύσω στο επόμενο έργο της.