Δύσκολοι οι καιροί που ζούμε, ζοφεροί… Η εποχή της καταναλωτικής «αναγέννησης» έδυσε οριστικά και στη θέση της ανατέλλει ένας νέος, ιδιότυπος Μεσαίωνας υλικής στέρησης. Και πολλά τα ερωτήματα που γεννιούνται, τουλάχιστον για όσους ακόμα ψάχνονται σε βαθύτερα νερά χωρίς να αγανακτούν και να βρίσκουν πάντα το πρόβλημα στους άλλους και όχι στους ίδιους τους εαυτούς τους. Υπάρχει άραγε ζωή μετά το μνημόνιο ή χωρίς αυτό; Υπάρχει ζωή χωρίς το ΠΑ.ΣΟ.Κ., χωρίς το ευρώ, την Ευρωπαϊκή Ένωση, ή τον κομμουνισμό; Αν ως δια μαγείας εξαφανιζόταν ο καπιταλισμός η ζωή θα γινόταν παραδεισένια; Κάθε μέρα παρελαύνουν από τα κανάλια ένα σωρό δοκησίσοφοι, ολημερίς καταναλώνονται τόνοι σάλιου και μελανιού σε ακατάσχετη φλυαρία και αρθρογραφία από τους φωτισμένους οικονομολόγους και διανοούμενους για το πώς θα διορθωθούν τα πράγματα και πώς θα βρεθούν όλες οι λύσεις, και κάθε μέρα σε παγκόσμιο επίπεδο η κατάσταση επιδεινώνεται. Και κανένας δε στέκεται στο βαθύτερο φιλοσοφικό υπόβαθρο της κρίσης. Αν μπορούσαν τουλάχιστον για μία μέρα να το βουλώσουν όλοι. Να μη μιλάει κανείς. Να επικρατήσει πλήρης σιωπή… Σε μία τέτοια περίοδο λοιπόν ολοκληρωτικής παρακμής, σύγχυσης και τρικυμίας που επικρατεί στα μυαλά μας, μου έρχεται στο νου ο διαχρονικός μύθος του Ελντοράντο και η απεγνωσμένη, με νύχια και με δόντια προσπάθεια του ανθρώπου από τις απαρχές του πολιτισμού να βρει τη Γη της Επαγγελίας. Μόνο που αυτός ο τόπος δεν υπάρχει και ούτε πρόκειται να υπάρξει ποτέ όσο ο άνθρωπος παραμένει ένα ον στο εσωτερικό του οποίου κυριαρχούν τα κατώτερα, αγελαία ένστικτα. Πολλοί θέλουν να πιστεύουν ότι αν φύγει από τη χώρα μας το ΔΝΤ, μετά θα τρώμε πάλι με χρυσά κουτάλια! Ωστόσο, και στην Αργεντινή όπου το έδιωξαν κακήν κακώς, η φτώχεια και η παρακμή τελικά αυξήθηκαν. Το δίδαγμα, λοιπόν, μέσα από τα πεπραγμένα του Homo Sapiens είναι ότι κανένα πολιτικό σύστημα στον 20ο και τον 21ο αιώνα δεν κατάφερε να εξαλείψει τη φτώχεια, την αδικία, τη φαυλότητα και τον εγγενή παραλογισμό που ενυπάρχει στην ανθρώπινη φύση. Και η ανάγνωση της ιστορίας μέχρι σήμερα έχει καταδείξει ότι οποιαδήποτε απόπειρα δημιουργίας κοινωνικών θεσμών βασισμένη σε κάποια εσφαλμένη αντίληψη της ανθρώπινης φύσης είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Τώρα, αν πιστεύουν κάποιοι, και δυστυχώς αυτοί είναι η πλειονότητα, ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο μέσα από τη συλλογική δράση χωρίς πρώτα να έχει επέλθει καμία ουσιώδης εσωτερική αλλαγή στα ίδια τα άτομα («Γίνε η αλλαγή που θέλει να δεις στον κόσμο» έλεγε ο Γκάντι), τότε θα βλέπουμε να παίζεται συνεχώς το ίδιο αποτρόπαιο και απάνθρωπα βαρετό έργο. Αποδεικνύεται από τα πράγματα ότι το μόνο που ενδιαφέρει στην ουσία τούς ανθρώπους στην εποχή της παγκοσμιοποίησης της εικονικής (κυριολεκτικά και μεταφορικά) πραγματικότητας, όπου η υλιστική, υπερκαταναλωτική και Αριμανική ιδεολογία έχει διαποτίσει τους πάντες μέχρι το μεδούλι, είναι η καλοπέραση και η απόλαυση όλο και περισσότερων υλικών αγαθών με όλο και λιγότερο μόχθο. Με λίγα λόγια όλος ο πλανήτης ζει βυθισμένος μέσα στη χίμαιρα. Για ποιο λόγο άλλωστε η νεολαία της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας αλλά και της Ελλάδας μεταναστεύει προς τις “ευημερούσες” δυτικές μητροπόλεις; Για να ξεκινήσει από κει μία νέα κομμουνιστική επανάσταση ή για να μπορέσει να βρει τη Γη της Επαγγελίας; Ο πίνακας του φοβιστή ζωγράφου Έντβαρντ Μουνχ Η κραυγή αποτυπώνει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο την εσωτερική κατάσταση του σύγχρονου ανθρώπου, το βασίλειο της απόγνωσης. Βλέποντας πρόσφατα το ντοκιμαντέρ του Εξάντα για την Ιρλανδία Ο Υπάκουος Τίγρης, μ’ άρεσε πολύ ένα γκράφιτι σε κάποιο δρόμο του Δουβλίνου που έλεγε «Tales from promised land». Αυτό το γκράφιτι σε συνδυασμό με την εικόνα των αγαλμάτων κάποιων ανθρώπων-φαντάσματα που επλήγησαν στο παρελθόν από λιμό και στην οποία εικόνα δέσποζαν αντιστικτικά στο φόντο της οι φαραωνικών διαστάσεων κατασκευές που βάλθηκαν να χτίσουν οι Ιρλανδοί αλλά δεν έσωσαν λόγω χρεοκοπίας, προσέδιδε στην ταινία μία αλληγορική διάσταση, έναν στοχασμό πάνω στην ανθρώπινη ματαιοδοξία.
Τουλάχιστον στα δικά μου μάτια, αυτή η εικόνα ανοίγει έναν διάλογο με το μυθολογικό αρχέτυπο του λαβύρινθου που συμβολίζει το υπαρξιακό αδιέξοδο του σύγχρονου ανθρώπου το οποίο επέρχεται λόγω της έλλειψης ενός πνευματικού σκοπού στη ζωή του. Όπως λέει και ο πολυγραφότερος ίσως συγγραφέας μελετητής, και ένας από τους σημαντικότερους ερευνητές του 20ού αιώνα, Colin Wilson «Οι αισθήσεις μάς περιορίζουν σε ένα είδος φυλακής· είμαστε άλογα με παρωπίδες, ανίκανα να δουν πέρα από το παρόν. Τα περισσότερα ανθρώπινα πλάσματα είναι τόσο απορροφημένα με τις καθημερινές ασχολίες τους που δεν έχουν επίγνωση αυτής της έλλειψης ελευθερίας. Όμως ξυπνούν ξαφνικά στην έλλειψη ελευθερίας τους και η άμεση αντίδρασή τους είναι σαν εκείνη του ατόμου που ξυπνά ανακαλύπτοντας ότι είναι δεμένο χειροπόδαρα – νιώθει την ξέφρενη ανάγκη να αποδράσει. Ο Γκουρτζίεφ χρησιμοποίησε τον ίδιο βασικό φόβο για να γαλβανίσει τους μαθητές του, όταν συνέκρινε τους ανθρώπους με ένα κοπάδι πρόβατα που έχουν υπνωτιστεί από ένα μάγο για να μείνουν ήσυχα ώσπου να οδηγηθούν στο σφαγείο».