Από το Go Down, Moses, τίτλος παρμένος από ένα νέγρικο σπιρίτσουαλ, απουσιάζει ο Μωυσής. Ακούμε γι’ αυτόν μέσα από την αφήγηση μιας γυναίκας. Η γυναίκα εγκαταλείπει το μωρό της, όπως συμβαίνει και στην ιστορία του Μωυσή. Μας εξηγεί ότι χρειαζόμαστε έναν άλλο Μωυσή, ότι χρειαζόμαστε μια διαφορετική συμφωνία με τον Θεό. Η γυναίκα εγκαταλείπει το μωρό της για να το σώσει – και για να μας σώσει. Η γυναίκα μιλάει τη γλώσσα του προφήτη.
Από τη Νίκη Ορφανού
Η φωνή του Ρομέο Καστελούτσι, από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, συνοδεύεται από τον ήχο των βημάτων του, καθώς περπατά βιαστικά στο δρόμο. Έπειτα μπαίνει στο τραμ. Διακρίνω ομιλίες στα ιταλικά, ανακατεμένες με θόρυβο πόλης. Ο Καστελούτσι εξηγεί ότι η αφήγηση της γυναίκας είναι ο σκελετός της παράστασης, που διακόπτεται από άλλες, αφηρημένες σκηνές, από εικόνες. Επιμένω στην ερώτησή μου: γιατί η γυναίκα εγκαταλείπει το μωρό της;
Go Down, Moses Στα νέγρικα σπιρίτσουαλς υπάρχει πάντα κάποια αναφορά στον Μωυσή. Είναι γι’ αυτούς ο πιο σημαντικός χαρακτήρας της Βίβλου, γιατί μπόρεσε να σώσει τους ανθρώπους του από τη σκλαβιά.
Ποιος όμως είναι ο σκοπός του διάσημου Ιταλού σκηνοθέτη και των Socìetas Raffaello Sanzio, που έρχονται για τρίτη φορά στο Φεστιβάλ Αθηνών;
Στο Go Down, Moses, η γυναίκα εγκαταλείπει το μωρό της. Γιατί το κάνει;
Συχνά μια νέα γυναίκα εγκαταλείπει το μωρό της• πολλές φορές πετώντας το στα σκουπίδια. Διαβάζουμε τέτοιες ιστορίες στις εφημερίδες. Στην παράσταση, η γυναίκα το εγκαταλείπει γιατί γνωρίζει ότι ζούμε στη σκλαβιά• όλοι μας. Ζούμε την ίδια συνθήκη με τους Εβραίους της Βίβλου στην Αίγυπτο. Αυτή είναι η κατάστασή μας. Χρειαζόμαστε έναν άλλο Μωυσή για να μας σώσει.
Αν η ανθρώπινη κατάσταση είναι να είμαστε σκλάβοι, υπάρχει ελπίδα;
Μάλλον όχι. Δεν υπάρχει τίποτα μπροστά μας• μόνο το κενό. Η γυναίκα νομίζει ότι υπάρχει ελπίδα, είναι πεπεισμένη ότι η εγκατάλειψη του μωρού της ήταν μια πράξη αναγκαία. Νιώθει, όπως και εμείς μαζί της, την αναγκαιότητα να σωθεί από τη σκλαβιά. Αλλά δεν υπάρχει σωτηρία. Η ελπίδα είναι πάντα απόγνωση. Για μένα, η ελπίδα και η απόγνωση είναι πολύ κοντά. Δεν έχω ελπίδα, κι έτσι δεν μπορώ να μιλήσω για κάτι που δεν έχω. Αν κάποιος μου δώσει ελπίδα, ξέρω ότι θα είναι ψεύτικη, μια παραίσθηση. Αυτή είναι η προσωπική μου άποψη. Με εκφράζουν οι σκέψεις του φιλόσοφου Σπινόζα, που ήταν εναντίον κάθε ελπίδας. Αντιλαμβανόταν την ελπίδα σαν ένα είδος δεισιδαιμονίας, που δεν άφηνε χώρο για ουσιαστική εμπλοκή του ανθρώπου. Ούτε και βλέπω τον Μωυσή της Βίβλου σαν κάποιον που είχε ελπίδα. Ήταν κάποιος που έκανε πράγματα…
Το θέατρο που κάνετε είναι έντονα εικονοκλαστικό. Τι είναι για σας η εικόνα;
Δουλεύω με εικόνες για να δείξω κάτι που δεν υπάρχει, κάτι που είναι αόρατο. Το κάνω ορατό μέσα από τις εικόνες. Αλλά δεν είναι ο στόχος μου οι εικόνες• δεν κάνω θέατρο για να φτιάξω εικόνες. Οι εικόνες είναι το μέσο. Τις φτιάχνω για να τις διασχίσω, να τις διαπεράσω, για να περάσω από την άλλη πλευρά των εικόνων, αυτήν των σκιών. Κι έτσι οι εικόνες είναι μόνο το εργαλείο, κι όχι ο σκοπός. Η τελική εικόνα ανήκει πάντα στον θεατή. Ο θεατής πρέπει να είναι σε θέση να κάνει το ίδιο, να περάσει μέσα από τις εικόνες, για να φτάσει στην αλήθεια.
Πιστεύετε ότι αυτό που θεωρούμε «πραγματικότητα» αποτελείται από εικόνες που πρέπει να διασχίσουμε;
Ναι, γιατί ο κόσμος σήμερα είναι φτιαγμένος από χιλιάδες εικόνες, που είναι όμως αναλώσιμες, που δεν είναι σημαντικές για μας. Γιατί δεν είμαστε σε σχέση μαζί τους, γιατί δεν μας αφορούν. Είμαστε παθητικοί μπροστά τους. Περιτριγυριζόμαστε από χιλιάδες εικόνες που αντιπροσωπεύουν πληροφορίες. Αλλά η ποσότητα αυτών των πληροφοριών δεν εξασφαλίζει την αλήθεια, αντιθέτως μας οδηγεί στην έρημο. Η επικοινωνία αυτών των εικόνων είναι οριζόντια, ενώ, κατά τη γνώμη μου, κάθε εικόνα που βλέπουμε στην τέχνη πρέπει να είναι με κάποιο τρόπο κάθετη. Πρέπει να μας διαπερνάει, να προκαλεί μέσα μας κάποιου είδους φωτιά. Μπορούμε να σκεφτούμε την εμπειρία της τέχνης σαν κάτι που διακόπτει την επικοινωνία, που τερματίζει την επικοινωνία. Σαν να επιβάλει μια παύση. Η εμπειρία της τέχνης μπορεί να ενεργοποιήσει μια εντελώς καινούργια σχέση με τις εικόνες.
Αν όντως μπορέσουμε να επιβάλουμε μια παύση στην επικοινωνία, αυτήν την επικοινωνία της καθημερινότητας, αν μπορέσουμε να διασχίσουμε τις εικόνες, τι είναι αυτό που θα βρούμε;
Αυτό δεν μπορώ να το απαντήσω. Δεν έχω απάντηση. Η απάντηση δεν μου ανήκει. Είναι κάτι που αφορά τον θεατή και την εικόνα. Ο καλλιτέχνης δεν υπάρχει• όχι πια. Εγώ είμαι μόνο το ξεκίνημα αυτής της διαδικασίας• μετά όμως πρέπει να εξαφανιστώ. Το μετά δεν με αφορά. Πιστεύω βαθιά στο ρόλο του θεατή. Σ’ αυτή την εποχή, το να είσαι θεατής είναι τρομακτικής σημασίας. Γιατί είναι μια πολιτική συνθήκη. Ο καθένας από μας πρέπει να αναζητήσει τη θέση του στην πλευρά της σκιάς της εικόνας. Γιατί σίγουρα υπάρχει κάτι εκεί που μιλάει στον καθένα. Αν είναι σε θέση να ακούσει πραγματικά. Φυσικά αυτή η πλευρά, της σκιάς, είναι ο χώρος του άγνωστου, και αυτό μας φοβίζει. Το θέατρο και η τέχνη, όμως, είναι μια συνάντηση με το άγνωστο. Δεν είναι μια επιβεβαίωση της κουλτούρας μας, δεν είναι μια παρηγοριά. Η βαθιά εμπειρία της τέχνης συνοδεύεται από πόνο. Αλλά εδώ ο πόνος είναι καλή είδηση, και είναι επίσης απόλαυση.
Μιλήσατε πριν για την ανθρώπινη κατάσταση ως συνθήκη σκλαβιάς. Έχει η εμπειρία της τέχνης κάποια σχέση με την αναζήτηση της ελευθερίας;
Για μένα η ελευθερία, όσον αφορά την τέχνη, είναι μια πολύ φτωχή λέξη. Δεν πιστεύω στην ελευθερία. Πιστεύω στα όρια. Τα χρειαζόμαστε. Η ελευθερία δεν είναι ο τομέας της τέχνης• βρίσκεται κάπου εκτός της τέχνης. Πρέπει να είμαστε ελεύθεροι σαν πολίτες. Φυσικά πιστεύω στην ελευθερία του ανθρώπινου όντος. Αλλά το θέατρο και η τέχνη δεν είναι πράγματα εντελώς ανθρώπινα. Εκφράζουν μια δύναμη που δεν είναι ανθρώπινη, μια δύναμη τρομακτική. Είναι ένα κάλεσμα προς το ανθρώπινο από κάτι που δεν είναι ανθρώπινο – που δεν είναι ακόμα ανθρώπινο, ή που δεν είναι πια ανθρώπινο. Αν κοιτάξουμε την αρχαία τραγωδία, θα δούμε ότι όλα εκεί είναι μη ανθρώπινα: υπάρχει βία και αδικία, υπάρχει κυρίως η εμπειρία της απόλυτης απελπισίας του ανθρώπινου όντος, υπάρχει θλίψη, αίμα… Η ελληνική τραγωδία, που είναι η πηγή όλης της δυτικής τέχνης, η ρίζα κάθε αισθητικής έκφρασης, είναι βασισμένη σ’ έναν ανθρωπολογικό πεσιμισμό. Κι έτσι δεν υπάρχει ελπίδα. Αν υπήρχε ελπίδα, δεν θα υπήρχε τραγωδία. Γιατί η τραγωδία υπάρχει τη στιγμή που χάνουμε κάθε ελπίδα. Και γι’ αυτό είναι σπουδαία. Η τραγωδία είναι η πιο δυνατή αισθητική φόρμα που υπήρξε και που θα υπάρξει ποτέ. Δεν ανήκει στο παρελθόν, δεν κάνουμε αρχαιολογία όταν κάνουμε τραγωδία. Είναι κάτι σταθερό στο χρόνο, σαν ένας πολικός αστέρας. Για μένα, η τραγωδία είναι το σημείο αναφοράς μου για τα πάντα.
Με κάθε καινούργια σας δουλειά ανακαλύπτετε άραγε κάτι νέο για τον εαυτό σας ή για τον κόσμο;
Δεν κάνω θέατρο για να μάθω κάτι για τον εαυτό μου ή για τον κόσμο. Μάλιστα είμαι μπερδεμένος. Με κάθε έργο που κάνω, νιώθω ακόμα και πιο μπερδεμένος. Είναι παράξενο αυτό, γιατί η δουλειά μου είναι κατά κάποιο τρόπο πολύ εννοιολογική, πολύ ψυχρή, πολύ εγκεφαλική. Αλλά όταν ολοκληρώνω μια παράσταση, έχω την αίσθηση ότι έχω χάσει κάτι. Δεν είμαι πεπεισμένος ότι το θέατρο είναι απαραίτητο για να ζω καλύτερα. Δεν το νομίζω. Δεν ξέρω γιατί κάνω θέατρο. Είναι ένα ερώτημα χωρίς απάντηση. Απλώς ακολουθώ αυτό το ατύχημα που ονομάζω θέατρο ή ζωή. Απλώς ακολουθώ την ροή του ποταμού. Πέφτω στο ποτάμι και αφήνομαι.
Συλλαμβάνοντας τη νέα εικόνα του κόσμου
Τεκμήρια παραστάσεων από τη μακρά πορεία του Ρομέο Καστελούτσι, το θέατρο του οποίου αναιρεί τις ήδη υπάρχουσες απεικονίσεις του κόσμου για να αναγεννηθούν καινούργιες, μοναδικές.
Από την Έλενα Παπαλεξίου
Στην πρόσφατη σκηνική του δημιουργία Go Down, Moses, που φιλοξενείται στο Φεστιβάλ Αθηνών 2015, ο Ρομέο Καστελούτσι, μέσω της σύζευξης του θεολογικού στοιχείου με την τέχνη, θέτει το ζήτημα της εικονοκλασίας, μιας διεργασίας που εκκινεί από το στάδιο της αναπαραγωγής εικόνων σε ένα σύγχρονο «πολιτισμένο» περιβάλλον και καταλήγει στο πρωτόγονο σπήλαιο-μήτρα, όπου θα γεννηθεί η πρώτη εικόνα της ανθρωπότητας. Έννοιες, στοιχεία, σπαράγματα της παράστασης αυτής εντοπίζονται στο σύνολο του έργου της Socìetas Raffaello Sanzio και του Ρομέο Καστελούτσι, ένα μεγάλο μέρος του οποίου θα έχει την ευκαιρία να γνωρίσει το κοινό στο διήμερο αφιέρωμα που διοργανώνεται από το Φεστιβάλ Αθηνών από κοινού με το Ερευνητικό Πρόγραμμα ARCH-Αριστεία ΙΙ στις 28 και 29 Ιουνίου.
Η έννοια της εικονοκλασίας εισάγεται από την Socìetas Raffaello Sanzio ήδη το 1985 με την παράσταση Αγία Σοφία. Θέατρο Χμερ και το ομότιτλο μανιφέστο της Κλάουντια Καστελούτσι. Στην παράσταση αυτή, η ομάδα κηρύσσει «ιερό πόλεμο» κατά των πλαστών εικόνων που κυριαρχούν στον οπτικοποιημένο πολιτισμό μας και αναπαράγονται από τα μαζικά μέσα ενημέρωσης. Πρώτη ενέργεια των καλλιτεχνών είναι να καταστρέψουν ό,τι προϋπάρχει, επιδιώκοντας να έλθουν σε ρήξη με τη στερεότυπη εικόνα του κόσμου, όπως μας έχει υποβληθεί. «Ο εικονοκλαστικός προσανατολισμός προικίζει τον καλλιτέχνη με δύο χέρια: το ένα εικονογραφικό και το άλλο εικονοκλαστικό· το ένα είναι αυτό του Άβελ και το άλλο του Κάιν, και είναι αυτό το χέρι που δρα πάντα τελευταίο, γιατί καταστρέφει σαν αρχέτυπο», αναφέρει η Κλάουντια Καστελούτσι. Εικονοκλασία για εκείνους δεν σημαίνει θέατρο ανεικονικό, αλλά αναπαράσταση της εικόνας με διαφορετικό τρόπο. Δεν πρόκειται δηλαδή για ένα «θέατρο εικόνων», αλλά για ένα θέατρο που αναιρεί τις ήδη υπάρχουσες εικόνες, ώστε να αναγεννηθούν καινούργιες, μοναδικές.
Το ζήτημα της μοναδικής, αποκαλυπτικής εικόνας απασχολεί επισταμένως τον Ρομέο Καστελούτσι στο καλλιτεχνικό του έργο και στα θεωρητικά του κείμενα. Σε ένα από τα παλαιότερα δοκίμιά του με τίτλο Η επανακατάκτηση της θέασης (1990), αναφέρεται στο παράδειγμα του Αισχύλου. Ο Αισχύλος οδηγήθηκε σε δίκη, γιατί έδειξε κάποια συμβολικά αντικείμενα των Ελευσινίων μυστηρίων κατά την παράσταση μιας από τις χαμένες σήμερα τραγωδίες του. Εξέθεσε, δηλαδή, τη Μοναδική Εικόνα. «Αυτή είναι η αρχή της ανα-παραγωγής», τονίζει ο Ρομέο Καστελούτσι, επιθυμώντας να αντιταχθεί στην έννοια της μιμητικής αναπαράστασης και της αδιάκοπης παραγωγής επαναλαμβανόμενων εικόνων που μας κατακλύζουν σήμερα. Εικόνες σημαντικές ή ασήμαντες προβάλλονται σε γραμμική παράταξη, χωρίς ιεραρχία, και προσλαμβάνονται από τον θεατή με απαθή συναισθηματική διάθεση.
Ο Ρομέο Καστελούτσι επιδιώκει να συλλάβει εξ αρχής την εικόνα του κόσμου, θεσπίζοντας νέους κανόνες. Στο πρώτο επεισόδιο C.#01, Τσεζένα της ενδογονιδιακής τραγωδίας, ο θεατής αντικρίζει μία γυναίκα (την οποία «ενσαρκώνει» άνδρας ηθοποιός), με τα πόδια ανοιχτά, σαν να πρόκειται να δει τη Σύλληψη και τη Γέννηση του κόσμου. Πρόκειται για μία παρθενογένεση, μία σύλληψη που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της γυναίκας, χωρίς να επεμβαίνει εξωτερικός παράγοντας. Η εικόνα δεν έχει πατέρα, είναι μία εικόνα μοναδική, χωρίς αναφορές στη μήτρα που την παρήγαγε. Μία εικόνα-μήτρα. Μέσα στα τοιχώματα της μήτρας της μητέρας-παρθένου θα δημιουργηθεί η Ενδογονιδιακή τραγωδία. Η κοιλιά της θα μετατραπεί σε χώρο επώασης μιας διαφορετικής αντίληψης για την τραγωδία, σε εκκολαπτήριο μοναδικών εικόνων.
Η πράξη της εικονοκλασίας καταγράφεται με κυριολεκτικό τρόπο στο έργο του Ρομέο Καστελούτσι Περί της εννοίας του προσώπου του Υιού του Θεού. Αρχικά παρακολουθούμε μία μαρτυρική ιδιωτική σκηνή ανάμεσα σε έναν πατέρα και τον γιο του υπό το βλέμμα του Ιησού, όπως το απεικόνισε στο πορτρέτο «Ο Σωτήρ του Κόσμου» ο αναγεννησιακός ζωγράφος Αντονέλο ντα Μεσίνα (Antonello da Messina). Στη συνέχεια εισέρχονται στη σκηνή παιδιά και προβαίνουν σε μία εικονοκλαστική ενέργεια, πετώντας χειροβομβίδες στο πρόσωπο του Ιησού. Η παρουσία των παιδιών ενέχει διττή υπόσταση: είναι θύματα, αλλά και κριτές, γιατί είναι αθώα. Ένα παιδί που δεν διαθέτει εμπειρία ζωής τοποθετείται πέρα από κάθε κρίση. Μόνο λοιπόν η παρουσία τους δύναται να κρίνει την κρίση του θεού. Η συμβολική καταστροφή μιας εμβληματικής εικόνας του Δυτικού πολιτισμού δεν υποδηλώνει βλασφημία, αλλά θέτει υπό κρίση τη μακραίωνη ετοιμοπαράδοτη ερμηνεία της.
Μία ακόμη ιερή μορφή, αυτή του Μωυσή, εμφανίζεται συστηματικά στην Ενδογονιδιακή τραγωδία, ενώ συχνά στο έργο της Socìetas Raffaello Sanzio διακρίνουμε τις άγραφες πλάκες του, πάνω στις οποίες θα χαραχθούν νέοι νόμοι και εντολές, νέες εικόνες για την ανθρωπότητα. Στο Go Down, Moses, παρά τις πολλαπλές αναφορές στον βιβλικό αυτό εικονοκλάστη που συνέτριψε τον «χρυσούν μόσχον», δεν θα αντικρίσουμε τον Μωυσή επί σκηνής. Ωστόσο, εμείς, οι σύγχρονοι θεατές, αιχμάλωτοι της σαγήνης των εικόνων και των «χρυσών ειδώλων» της εποχής μας, καλούμαστε να τον αναζητήσουμε.