Ιστότοπος για την Τέχνη και τον Πολιτισμό (με έμφαση στον Κινηματογράφο) σε Διάδραση με την Κοινωνία, την Πολιτική, τη Φιλοσοφία, την Επιστήμη , την Τεχνολογία κλπ
Παγκόσμια πρεμιέρα στο 72ο Φεστιβάλ Βενετίας, στο Διαγωνιστικό Τμήμα Orizzonti, το οποίο θα διεξαχθεί από 2 έως 12 Σεπτεμβρίου 2015, κάνει η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Γιώργου Ζώη με τίτλο Interruption.
Για τρίτη φορά μέσα σε πέντε χρόνια, ο Γιώργος Ζώης συμμετέχει σε ένα από τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά φεστιβάλ του κόσμου καθώς και οι δύο προηγούμενες μικρού μήκους ταινίες του, Casus Belli (2010) και Τίτλοι Τέλους (2012), είχαν επίσης κάνει πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Βενετίας.Συνέχεια ανάγνωσης «Το Interruption του Γιώργου Ζώη στο Φεστιβάλ Βενετίας»→
…… Λίγες όμως κωμωδίες παρουσιάζουν τους νέους με δυναμική, και όχι συμβατική ματιά, όπως το Αυτό το κάτι άλλο (1963) του Γρηγόρη Γρηγορίου, σε σενάριο Γιώργου Λαζαρίδη, από μία ιδέα των Τσιφόρου – Βασιλειάδη, και το Και οι δεκατέσσερις ήταν υπέροχοι (1965) του Βαγγέλη Σειληνού, σε σενάριο Γιώργου Λαζαρίδη – Κώστα Κινδύνη.
Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.
Η κωμωδία τον Γρηγορίου αναπαράγει ένα πολύ ενδιαφέρον νεανικό κλίμα, το οποίο δίνει στην υπόθεση τόνο διαφορετικό από το συνηθισμένο. Στοιχεία του σεναρίου, όπως ο γλεντζές πατέρας (Λάμπρος Κωνσταντάρας), που υποκρίνεται στην οικογένεια του το θεοσεβούμενο, η ερωτική ιστορία ανάμεσα σε δύο ζευγάρια (Γιώργος Πάντζας -Άννα Φόνσου και Βαγγέλης Σειληνός -Βιβέτα Τσιούνη), ακόμα και οι χοροί και τα συγκροτήματα της μόδας, υπάρχουν σε πλήθος άλλες κωμωδίες, είναι συνηθισμένα και κοινότοπα.
Όμως, αθροίζοντας πολλές μικρές λεπτομέρειες, ο Γιώργος Λαζαρίδης παραδίδει ένα φροντισμένο σενάριο, το οποίο ο Γρηγορίου απογειώνει με τη σκηνοθεσία του. Διαλέγει ιδιόρρυθμες γωνίες λήψης και κινεί τη μηχανή, όχι μόνο για να παρακολουθήσει τις μετακινήσεις των προσώπων, αλλά και επειδή η κίνηση ταιριάζει με το αντικείμενο που κινηματογραφεί, με τη νεολαία που έχει το μυαλό της μόνο στα ποτά, στα ξενύχτια, στο σεξ και στο χορό. Η κάμερα δεν μένει στατική να παρακολουθεί τους νέους να χορεύουν μπροστά της, αλλά τους ακολουθεί και αποδίδει όχι απλώς το χορό, αλλά το χορό ως μανία, ως μοναδικό σκοπό στη ζωή. Ε&ώ η μουσική του Κώστα Κλάββα είναι πολύτιμος αρωγός. Έτσι, στο Αυτό το κάτι άλλο η συμβατική υπόθεση, στην οποία ένα χρεοκοπημένο πλουσιόπαιδο, θύμα του υποκόσμου, προσπαθεί να κατακτήσει μία μεγάλη προίκα, μετατρέπεται σε εικονογραφία μίας συγκεκριμένης νεανικής ομάδας, με προεκτάσεις πάνω στα γενικότερα ενδιαφέροντα, ή —για να είμαστε πιο ακριβείς— σε ένα μέρος των ενδιαφερόντων της νεολαίας της εποχής. θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι σε μία εποχή που θεωρείται από τις πιο χαρακτηριστικές της συμμετοχής της νεολαίας στους κοινωνικούς αγώνες, η κωμωδία αλλοιώνει την εικόνα της, περίπου συκοφαντώντας την. Όμως, ο Γρηγορίου κάθε άλλο παρά αδιάφορος είναι για τον κοινωνικό ρόλο της νεολαίας. Αφού καταγράφει τις συμπεριφορές με αποτελεσματικότητα ντοκουμέντου, ματιά που ισχύει ακόμα και στις σκηνές της στυλιζαρισμένης χορογραφίας, κάνει φινάλε με μία ανατροπή. Σε αυτή τη μεγάλη αργόσχολη παρέα, που φαίνεται να έχει πάρει σοβαρές αποστάσεις από τη μικροαστική ηθική, ένα συναίσθημα επιβιώνει, η αλληλεγγύη. Με ένα νεύμα, μία απλή παρακίνηση η ομάδα είναι έτοιμη να αντιπαρατεθεί στους παρανόμους και να βοηθήσει το φίλο της να σώσει το εργοστάσιο του. Εκεί η ζωή θα βρει «αυτό το κάτι άλλο» στη δουλειά, σε έναν κοινωνικά επωφελή σκοπό, το χαμόγελο θα κατακτήσει τ« πρόσωπα και η παρασιτική καθημερινότητα θα αντικατασταθεί από το τραγούδι ανθρώπων και μηχανών. Δεν έχει σημασία αν αποδίδεται μία πραγματική ή πιθανή κατάσταση. Σημασία έχουν η θετική εικόνα που αναδύεται για τους νέους μέσα από τη λύση και ο αξιοθαύμαστος τρόπος με τον οποίο αποφεύγεται ο διδακτισμός…….
Ένας ανοργάνωτος και κακομαθημένος τύπος, ο Τέλης Σπαρτάλης, ο οποίος κόπτεται μόνο για τη διασκέδασή του, κατασπαταλά όλη την πατρική περιουσίας σε γλέντια και χαρτοπαιξίες. Η αδελφή του, η Έλλη, μια νόστιμη κοπέλα και σοβαρή δικηγόρος, καθώς και η πλούσια θεία του Τζούλη, κάνουν το παν για να αποτρέψουν αυτή την κατάσταση αλλά ο Τέλης δεν έχει διόλου επίγνωση της κατάντιας του. Η θεία του τον πιέζει να αρραβωνιαστεί την πλούσια Νανά, η οποία με τη σειρά της είναι φανατική του ξεφαντώματος και έχει τη δυνατότητα να τον ξελασπώσει από τα χρέη. Κάποτε αντιλαμβάνονται ότι ο Τέλης έχει πέσει στα νύχια επιτήδειων οι οποίοι, με επικεφαλής τον απατεώνα Στέλιο, θέλουν να του πάρουν ακόμα και το εργοστάσιο που έχει κληρονομήσει. Τότε ανασκουμπώνονται όλοι μαζί, ακόμα και η αδελφή του αλλά και η Νανά, κι έτσι κατατροπώνουν τους κακούς. Το εργοστάσιο διασώζεται, το μυαλό του ήρωα κάπως «πήζει» και ο έρωτας που προκύπτει μεταξύ Τέλη και Νανάς σφραγίζει το αίσιο τέλος.