Ο Οιδίπους σήμερα είναι Ρώσος | Ετοιμαστείτε για την Επίδαυρο | του Γιάννη Καραμπίτσου

Βρέθηκα στην Επίδαυρο για τρίτη συνεχή φορά εφέτος μετά την Αντιγόνη και το Επτά Επί Θήβας. Τα τελευταία 7 χρόνια που καλύπτω την Επίδαυρο για λογαριασμό του Camera Stylo Online έχω δει λίγο πάνω από 30 παραστάσεις. Είχε επέλθει οφείλω να ομολογήσω μία κόπωση. Κόπωση που σε ένα βαθμό οφείλεται ότι σε πολλές από τις παραστάσεις των τελευταίων χρόνων υπερίσχυε το στοιχείο της διεκπεραίωσης της ευπρόσωπης έστω διεκπεραίωσης. Σε πολλές από αυτές υπήρχαν αξιόλογα πράγματα και στιγμές που πρόσφεραν απόλαυση, αλλά η αισθητική απόλαυση που πρόσφερε το σύνολο του έργου (εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις) σαν να απουσίαζε. Χτες η διάθεσή μου δεν ήταν πολύ καλή ούτε και η προδιάθεσή μου για την χτεσινή παράσταση. Όλα αυτά τα αρνητικά συναισθήματα και η καχυποψία πήγαν περίπατο όταν ξεκίνησε η παράσταση. Ήρθε στην επιφάνεια αυτή η γλυκιά αίσθηση του να μην θέλεις να τελειώσει κάτι, όταν στην αρχή της παράστασης ρωτούσες πόση είναι η διάρκεια και σου φαινόταν πολύ μεγάλη (2 ώρες περίπου).

Έχω ξαναδεί το Βαχτάνγκοφ άλλες 2 φορές. Η αίσθησή μου και τότε ήταν ότι το θέατρο που είδα είχε νόημα, είχε ματιά και βλέμμα φρέσκο, σκηνοθετικές λύσεις ευρηματικές, υποκριτική, φωτισμούς, σκηνικά και κουστούμια θεραπευτικά για την ψυχή. Αυτό που αναρωτιόμουν το τελευταίο αρκετό χρονικό διάστημα βλέποντας πολλές παλιότερες παραστάσεις αρχαίου δράματος είναι έχουν νόημα εντέλει σήμερα οι παραστάσεις εκείνες οι παλιές με το έντονο λυρικό ύφος, το στομφώδες και πομπώδες κάποιες φορές τουλάχιστον κοιταγμένο με τα σημερινά δεδομένα; Μήπως η αποστασιοποίηση στυλ Χουβαρδά π.χ. και γενικότερα η μοντέρνα και μεταμοντέρνα πολλές φορές προσέγγιση είναι πιο κοντά στην ψυχολογία του σύγχρονου θεατή; και ενώ παλιότερα έκλινα προς την λύση του κλασικού, τελευταία άρχισα να κλίνω προς την μοντέρνα προσέγγιση. Και ήρθε το Βαχτάνγκοφ. Και τα σκόρπισε όλα αυτά. Δεν ήταν εκεί το θέμα. Μια βαθύτερη καλλιέργεια και παιδεία στο θέατρο , μια πιο «επιστημονική» προσέγγιση, πράγματα που δεν λείπουν σαν πρόθεση από τους Έλληνες δημιουργούς και καλλιτέχνες, ούτε και το ταλέντο λείπει, αλλά λείπουν σε ένα μεγάλο βαθμό σαν αντικειμενικές συνθήκες , σαν συνθήκες που μια πολιτεία θα δημιουργήσει και θα αναπτύξει σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης και της κοινωνικής ζωής και έτσι ότι γίνεται, υλοποιείται με ατομικές κατά βάση προσπάθειες. Το Βαχτάνγκοφ , όπως και στις άλλες 2 παραστάσεις που έχω δει, κατέχει με σαφήνεια με καθαρότητα τη γνώση των εκφραστικών μέσων του θεάτρου και όχι μόνο, ελέγχει αξιοζήλευτα αυτά τα εκφραστικά μέσα, τα χρησιμοποιεί για να αναδείξει τα έργα με παραστάσεις που μοιάζουν απλές, αλλά που η γνώση και το ταλέντο , απογειώνουν. Και εδώ λιτό ήταν το σκηνικό, αλλά χρησιμοποιήθηκε με μεγαλοφυή , με συναρπαστικό τρόπο (μεταλλική ρόδα με τρύπες για να πιάνονται και αναρριχώνται οι ηθοποιοί) . Και εδώ οι ηθοποιοί ύψωσαν την φωνή όπως παλιότερα ο Κατράκης στον ίδιο τόπο, αλλά κατάφεραν να σκορπίσουν ρίγη συγκίνησης όπως βέβαια και οι παλιοί σημαντικοί μεγάλοι ηθοποιοί μας χάρις στον απόλυτο έλεγχο των εκφραστικών τους μέσων.. Η χρήση της υπέροχης μουσικής μεγάλωσε την αισθητική συγκίνηση. Μια ποιητική διάθεση (η γυναίκα με τα άσπρα και μαύρα φτερά μεταξύ άλλων) που θύμιζε Αϊζενστάιν της δεύτερης περιόδου του αυτής του Ιβάν του Τρομερού και Ταρκόφσκι μαζί. Το πάντρεμα των δύο γλωσσών, των Ρώσων και των Ελλήνων συντελεστών σε αναζήτηση ενιαίου ύφους πέτυχε σε πολύ μεγάλο βαθμό, η δουλειά που έγινε από τον Θοδωρή Αμπατζή στο χορικά δρώμενα που έχει σπουδές και μουσικής ήταν πραγματικά πρωτοποριακή για τα ελληνικά δεδομένα, ένα στοίχημα κερδήθηκε. Ίσως στο μέλλον, τέτοιου είδους εγχειρήματα τώρα που ο δρόμος άνοιξε να τύχουν ακόμα καλύτερης τύχης αναφορικά με τα αισθητικά αποτελέσματα. Ο Ρίμας Τουμίνας απέδωσε το έργο δίνοντας έμφαση στον άξονα αυτογνωσία και υπευθυνότητα, ταυτότητα του Οιδίποδα, χωρίς να μειώνει την αξία του άξονα μοίρα και πεπρωμένο. Και αυτή η επιλογή του, που είναι τόσο επίκαιρη, αφού αυτό φαίνεται να είναι το θέμα για την συντριπτική πλειονότητα των σύγχρονων ανθρώπων αν κατέχουν αυτά τα στοιχεία, αν αποτελούν στοιχεία του χαρακτήρα τους και τι επιπτώσεις έχει αυτό στις σύγχρονες κοινωνίες. Ο Οιδίπους Victor Dobronravov μικρός στην ηλικία (33) αλλά ήδη ώριμος ηθοποιός είχε διαφορά ηλικιακή αυτή την φορά από τη μάνα του, ήταν συγκλονιστικός , η Ιοκάστη Liudmila Maksakova συνδύαζε την μητρότητα με την συντροφικότητα, ικανοποίησε στον απαιτητικό ρόλο, ο Κρέοντας μια ευχάριστη έκπληξη που προκύπτει από το ταλέντο του ηθοποιού αλλά και από την σκηνοθετική προσέγγιση (είναι ο δεύτερος Κρέοντας μετά από εκείνον του Δημήτρη Λιγνάδη που συμπάθησα), ο Τειρεσίας Evgeny Knyazev ταρακούνησε όσο χρειαζόταν τον Οιδίποδα, το Χορό και τους θεατές, Στρατιώτης Pavel Yudin που εκπροσωπόυσε όλο το στράτευμα παρών στη σκηνή από την αρχή έως το τέλος όπως και ο Κρέοντας, υπήρξε και αυτός μια αποκάλυψη. Οι υπόλοιποι ρόλοι ζωντάνεψαν με απολύτως ικανοποιητικό τρόπο την δραματουργική ατμόσφαιρα του έργου σε μια παράσταση από τις καλύτερες που έχουμε δει τα τελευταία πολλά χρόνια. Ο Χορός, τα είπαμε. Εξαιρετική δουλειά. Άψογη. Οι κάποιες αδυναμίες έχουν να κάνουν με όσα στην αρχή κατέθεσα, όσο πιο ρώσοι γινόμαστε στην υποδομή μας τόσο καλύτερα θα είναι όλα. Αν ήμουν στη θέση σας, θα ετοιμαζόμουν ήδη για την Επίδαυρο.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.