IF… / ΕΑΝ (1968) του Λίντσεϊ Άντερσον την Κυριακή 20 11 2016 στις 20.00 με ελεύθερη είσοδο, ανάλυση και συζήτηση στο Σχολείο του Σινεμά

if-1968-01

ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΗ ΓΕΝΙΑ

IF… / ΕΑΝ

του Λίντσεϊ Άντερσον

με τους Μάλκολμ Μακντάουελ, Ντέιβιντ Γουντ, Ρίτσαρντ Γουόργουικ, Κριστίν Νούναν, Ρούπερτ Γουέμπστερ, Ρόμπερτ Σουόν, Χιου Τόμας  [ την Κυριακή 20.11.2016 στις 20.00 θα προβληθεί η ταινία του Λίντσεϊ Άντερσον IF… / ΕΑΝ (1968) με ελεύθερη είσοδο, ανάλυση και συζήτηση στο Σχολείο του Σινεμά (Τσαμαδού 26-28, Εξάρχεια). [τηλ. 2130 159 816, 6944143564 και e-mail: schoolofcinemagr@gmail.com για σιγούρευση θέσης λόγω περιορισμένου χώρου].

Υπόθεση:

Ο Μικ Τράβις είναι ένας έφηβος μαθητής ενός αυστηρού βρετανικού σχολείου αρρένων τη δεκαετία του ’60. Αυτός και η παρέα του, είναι τα πιο αντισυμβατικά αγόρια της τάξης, και αυτό τους έχει κάνει στόχο των τελειόφοιτων μαθητών, των «Γουίπς», που συνηθίζουν να τρομοκρατούν τους άλλους μαθητές, κάνοντας τους καψόνια. Οι Γουίπς έχουν οριστεί επιμελητές των νεώτερων και αυτό τους δίνει την ευκαιρία να ασκούν εξουσία πάνω τους, να τους βάζουν να κάνουν ένα σωρό θελήματα, να τους έχουν υπηρέτες τους. Έτσι, το σχολείο είναι ένας οργανωμένος, σκληρός μικρόκοσμος με αφέντες και δούλους και, φυσικά, αυστηρές παιδαγωγικές μεθόδους, που περιλαμβάνουν ξύλο με σανίδα! Ο Μικ πνίγεται μέσα σε αυτό το ανυπόφορο κλίμα και θέλει να κάνει την επανάστασή του. Φέτος έχει έρθει στο σχολείο με άλλες διαθέσεις. Συγκρούεται με τους αρχές του σχολείου και καταλήγει αυτός και η παρέα του να τιμωρούνται αυστηρά με ξύλο. Το σχολείο και οι πρακτικές του αυτές, τυπικές ενός παραδοσιακού βρετανικού σχολείου, όπως ήταν ακόμα εκείνη την εποχή, δεν ανήκουν πια στα επαναστατημένα ‘60ς. Η ελευθερία, η διαφορετικότητα, η κριτική σκέψη, όλα καταπνίγονται σε αυτό το αμείλικτο σχολείο, όπου επιβιώνουν παρωχημένοι θεσμοί. Ο Μικ και οι δύο φίλοι αρχίζουν την «απόδρασή» τους από αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον. Μέσα από γεγονότα μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, ο Μικ και η παρέα του είναι αποφασισμένοι να πάρουν την εκδίκησή του και να έχουν τον τελευταίο λόγο σε αυτό το τυραννικό σχολικό καθεστώς. Το σχολείο ετοιμάζεται για μια μεγάλη έκπληξη…

ΧΡΥΣΟΣ ΦΟΙΝΙΚΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΑΝΝΩΝ 1969

if-poster-001

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΞΕΚΙΝΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ…

ΣΧΟΛΕΙΟ. ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. ΘΕΣΜΟΙ. ΕΞΕΓΕΡΣΗ

Η ΤΑΙΝΙΑ

«Η βία και η επανάσταση είναι οι μόνες γνήσιες πράξεις» λέει ο πρωταγωνιστικός χαρακτήρας Μικ Τράβις σε μια περίφημη ατάκα, υπερβολική ίσως, αλλά ταιριαστή με τον ένθερμο νεανικό ενθουσιασμό ενός έφηβου και το γενικότερο κλίμα της ταραγμένης εποχής των ‘60ς! Η ταινία, γυρισμένη στην πιο ταραγμένη χρονιά της δεκαετίας του ’60, σχεδόν ταυτόχρονα με τον Μάη του ’68, από έναν θρυλικό Βρετανό σκηνοθέτη, τον πρωτοπόρο του «Free Cinema» Λίντσεϊ Άντερσον, αποτελεί ορόσημο της αντικουλτούρας. Η νεανική αμφισβήτηση, η επανάσταση, όλα υπάρχουν μέσα στην ταινία, ωστόσο τα νοήματά της είναι περισσότερο διαχρονικά και αιώνια. Αυτό είναι που κάνει την ταινία κλασική. Δεν περιορίζει τις ανησυχίες στα γεγονότα και στο κλίμα εκείνης της εποχής, αλλά δημιουργεί μια ποιητική όσο και κυνική ταινία για την επανάσταση κάθε μαθητή που έχει περάσει από σχολική καταπίεση σε κάθε εποχή, δείχνει το στάδιο της «εξέγερσης» που σχεδόν αναγκαία ξεπηδά μέσα στην ψυχή κάθε νέου, την ανάγκη του να πει κάτι διαφορετικό, να καταλύσει τα παλιά και να δημιουργήσει έναν δικό του, καινούργιο κόσμο. Πόσο μάλλον, όταν το περιβάλλον είναι καταπιεστικό και παραδοσιακό μέχρι το κόκκαλο.

Η ταινία έχει πολλά βιογραφικά στοιχεία, καθώς ο ένας από τους σεναριογράφους του, ο Ντέιβιντ Σέργουιν, έχει ενσωματώσει πολλά στοιχεία από τις προσωπικές του εμπειρίες στο σχολείο που πήγαινε, στο Κεντ. Με αυτά τα στοιχεία στο μυαλό του, είχε γράψει αρχικά ένα σενάριο με τον τίτλο «Σταυροφόροι». Το σενάριο αυτό, ο Σέργουιν μαζί με τον συνεργάτη του σεναριογράφο Τζον Χιούλετ, το έδειξαν σε αξιόλογους ανθρώπους του χώρου, ανάμεσά τους και τον σπουδαίο αμερικανό σκηνοθέτη, Νίκολας Ρέι, που είχε σκηνοθετήσει έναν άλλο μεγάλο νεαρό επαναστάτη: τον Τζέιμς Ντιν, στην ταινία «Επαναστάτης χωρίς αιτία». Στον Ρέι άρεσε πολύ το σενάριο αλλά δεν μπορούσε να το αναλάβει για λόγους υγείας και γιατί πίστευε ότι θα ταίριαζε περισσότερο σε έναν Βρετανό σκηνοθέτη. Στη συνέχεια οι δύο δημιουργοί είχαν την τύχη να γνωρίσουν τον Λίντσεϊ Άντερσον, ο οποίος έκανε τελικά μια από τις κλασικότερες ταινίες όλων των εποχών!

Η ταινία δεν κρύβει τις επιρροές της από άλλο ένα μεγάλο αριστούργημα του παγκόσμιου κινηματογράφου, τη «Διαγωγή μηδέν» του Γάλλου Ζαν Βιγκό. Ο Άντερσον έχει διατηρήσει το ίδιο σουρεαλιστικό κλίμα, εναλλάσσοντας έγχρωμα και μαυρόασπρα πλάνα, μπλέκοντας την πραγματικότητα με τη φαντασία, τις επιθυμίες των ηρώων με τα αληθινά γεγονότα, συσκοτίζοντας μάλιστα τα όρια μεταξύ τους, ώστε η ταινία να διατηρεί τη φρεσκάδα της νεανικής σκέψης αλλά και την ποιητικότητά της. Όπως και στη «Διαγωγή μηδέν», έτσι κι εδώ οι μαθητές επαναστατούν, το εκπαιδευτικό σύστημα είναι σάπιο, η φυγή προς τη φαντασία διέξοδος, η εξέγερση αναπόφευκτη και η εκδίκηση των μαθητών αναγκαία. Ιδιαίτερα η συγκλονιστική τελευταία σκηνή της ταινίας, που όμως δεν μπορούμε να αποκαλύψουμε, αποτελεί έναν ξεκάθαρο φόρο τιμής στην ταινία του 1933, «Διαγωγή μηδέν».

Και ο τίτλος; Πώς προέκυψε το «If…»; Ο Άντερσον ήθελε έναν τίτλο που να ενσωματώνει όλο το παλαιομοδίτικο, το κοινότοπο και το πατριωτικό, που είχε αναγκαστεί και ο ίδιος να υποστεί στα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Τότε, του ήρθε στο μυαλό το ποίημα του Ράντυαρντ Κίπλινγκ, «Αν», που εξέφραζε όλη αυτή την κλασική, παρωχημένη, αγγλική νοοτροπία, αυτή που διδάσκονταν στα σχολεία.

Η ταινία αποτελεί μια σάτιρα με μαύρο χιούμορ της δύσκολης σχολικής ζωής στα αγγλικά δημόσια κολέγια αλλά και εκφράζει την απελπισία αυτών που θέλουν να αλλάξουν την κοινωνία προς το καλύτερο. Οι μαθητές αυτού του σχολείου, προσπαθώντας να εκφράσουν την αυξανόμενη ατομικότητά τους, συναντούν έναν «τοίχο» κονφορμισμού και συντηρητισμού. Επιπλήττονται για το μήκος των μαλλιών τους ή ακόμα και για το τολμηρό χρώμα μιας μπλούζας. Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο από το σύστημα να δεχτεί νέες και ουσιαστικές αλλαγές, όταν δεν μπορεί να δεχτεί απλά πράγματα, όπως θέματα ενδυμασίας! Και είναι σειρά των νέων να απορρίψουν τις αξίες αυτής της κατεστημένης κοινωνίας και της πολιτικής που ασκεί. Μέσα από το «If…» φαίνεται όλος ο σαδισμός του αντιδραστικού εκπαιδευτικού συστήματος, ο οποίος απαντάται από το αναρχικό πνεύμα της πρωταγωνιστικής παρέας, που δεν έχει σκοπό πλέον να συμμορφωθεί, να καταπιεστεί πνευματικά αλλά και σεξουαλικά.

Ιδανικός εκφραστής όλων αυτών των ιδεών στην ταινία αποδείχτηκε ο ηθοποιός Μάλκολμ ΜακΝτάουελ, που έκανε εδώ το κινηματογραφικό ντεμπούτο, με τεράστια επιτυχία. Η ταινία αυτή τον οδήγησε σε μια μεγάλη καριέρα, και εξαιτίας αυτού του ρόλου του, ο νεαρός και άπειρος ηθοποιός τράβηξε την προσοχή του μεγάλου Στάνλεϊ Κιούμπρικ, που τον καθιέρωσε στη μνήμη μας μέσα από το διάσημο «Κουρδιστό Πορτοκάλι».

Καμιά ίσως άλλη ταινία δεν κατάφερε να πιάσει τόσο εύστοχα το πνεύμα εκείνης της εξεγερμένης εποχής, κάτι που φαίνεται και από την καταλυτική τελευταία σκηνή της ταινίας, όπου οι μαθητές αναλαμβάνουν δράση. Με μεταφορικό τρόπο, ο Άντερσον συλλαμβάνει το ελεύθερο και ουτοπικό πνεύμα της εποχής, τον οραματισμό και την ονειροπόληση, κάνοντας όμως μια ταινία αιχμηρή και βίαιη. Ο ίδιος ο Άντερσον, επαναστατική φύση από το σχολείο ακόμα, και έμπειρος ντοκιμαντερίστας, κατάφερε αν φέρει στην ταινία συνάμα με την ποίηση και τις μεταφορές και τον ωμό ρεαλισμό που πρέσβευε ήδη από το κίνημα του «Free cinema», ώστε η ταινία να είναι αληθινή και τα νοήματά της να είναι ουσιαστικά, όχι απλές, ανίσχυρες φαντασιώσεις. Ο κίνδυνος μέσα στην ταινία είναι αληθινός και οι μεγάλοι καλά θα κάνουν να τον λάβουν υπόψη τους, για δικό τους καλό. Η ταινία προκάλεσε αίσθηση, με την τόλμη της και την αναρχική της διάθεση και έφερε αντιδράσεις από οπισθοδρομικούς Βρετανούς ιθύνοντες, όπως έναν πρεσβευτή της Αγγλίας, που αποκάλεσε την ταινία «προσβολή στο έθνος», αλλά και του Λόρδου Μπράντμπορν, που όταν έπεσε στα χέρια του μια πρόχειρη μορφή του σεναρίου το αποκάλεσε «το πιο διαβολικό και διεστραμμένο σενάριο» που είχε διαβάσει ποτέ.

Αλλά και στην Ελλάδα της χούντας, η ταινία συνάντησε αντίσταση και προβλήθηκε έντονα λογοκριμένη, αυτό όμως δεν την εμπόδισε να δημιουργήσει τον δικό της μύθο.

Παρά τις διάφορες αντιδράσεις, η δύναμη και η αξία της ταινίας ήταν αναμφισβήτητη: βραβεύτηκε με τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες το 1969 και από τότε έχει μπει σε πολυάριθμες λίστες προτίμησης: περιλαμβάνεται στις «10 καλύτερες ταινίες της χρονιάς (1969)» στη λίστα του διάσημου κριτικού Ρότζερ Έμπερτ, είναι μια από τις «1000 ταινίες που πρέπει να δεις πριν πεθάνεις» στη λίστα της Guardian, έχει ψηφιστεί μια από τις «Καλύτερες Βρετανικές ταινίες όλων των εποχών» στο περιοδικό Total Film (2004) και περιλαμβάνεται και στον «Οδηγό με τις καλύτερες 1000 ταινίες όλων των εποχών» των New York Times.

Μια ταινία γεμάτη εφηβική οργή, αλληγορική, προφητική, αληθινή και προκλητική, αφού, «Οι ταινίες του Άντερσον, όπως και του Μπουνιουέλ, πετάνε το γάντι στους θεατές», όπως είχε πει χαρακτηριστικά ο Γκάβιν Λάμπερτ, εκδότης του Sight and Sound, για τον αγαπημένο του φίλο και συνεργάτη Λίντσεϊ Άντερσον. Και το «If…» είναι ακριβώς μια τέτοια ταινία: ένα απόλυτα ατίθασο κινηματογραφικό αριστούργημα, που προκαλεί ακόμα…

lindsay-anderson

LINDSAY ANDERSON

Ο Λίντσεϊ Άντερσον γεννήθηκε το 1923, βρετανός της Ινδίας. Σπούδασε στην Οξφόρδη. Ξεκίνησε ως κριτικός κινηματογράφου στο περιοδικό Sequense, στα τέλη ’40-αρχές του ’50, το οποίο δημιούργησε ο ίδιος μαζί με τον Γκάβιν Λάμπερτ και τον σκηνοθέτη Κάρελ Ράιζ. Στη συνέχεια έγραφε για το περίφημο περιοδικό Sight and Sound, που εξέδιδε το Βρετανικό Κινηματογραφικό Ινστιντούτο. Μαζί με τους σκηνοθέτες Κάρελ Ράιζ, Τόνι Ρίτσαρντσον και άλλους, γύρισε μια σειρά από ντοκιμαντέρ μικρού μήκους για διάφορα κοινωνικά θέματα, πολύ μακριά από μια ψεύτικη προκατασκευασμένη και λουσάτη εικόνα των στούντιο και κέρδισε Όσκαρ Καλύτερου ντοκιμαντέρ μικρού μήκους το 1954. Το 1956, μέσα από ένα άρθρο του, στράφηκε ενάντια την τότε κινηματογραφική κριτική, αναζητώντας περισσότερη αντικειμενικότητα και ρεαλισμό στις ταινίες. Ξεκίνησε μαζί με τους συνεργάτες του ένα πρόγραμμα προβολών με ταινίες σε αυτή την κινηματογραφική φιλοσοφία, που ονομάστηκε κίνημα «Free Cinema». Ήταν λοιπόν ένας από τους ιδρυτές αυτού του περίφημου κινήματος, που έφερε νέο αέρα στον κουρασμένο και παραδοσιακό αγγλικό κινηματογράφο. Στο πνεύμα λοιπόν του κοινωνικού ρεαλισμού, ο Άντερσον γύρισε την ταινία «Η τιμή ενός ανθρώπου» το 1963, αλλά εκτοξεύτηκε στο πάνθεον των κινηματογραφικών αριστουργημάτων με την ταινία του «If… Επαναστατημένη γενιά», που συνέπεσε με τον γαλλικό Μάη του ’68 και απέδιδε το γενικότερο κλίμα της εποχής και το κίνημα της αντικουλτούρας. Στη συνέχεια, σκηνοθέτησε δύο συνέχειες του «If…», «Ένας πολύ τυχερός άνθρωπος» και «Βρετανία, ένα τρελό νοσοκομείο», κάνοντας την ταινία τριλογία, ενώ ξεχώρισε την δεκαετία του ’80 με την ταινία «Οι φάλαινες του Αυγούστου». Πέθανε το 1994, έχοντας, με λίγες ταινίες, αλλάξει και επηρεάσει τον κινηματογράφο όσο πολύ λίγοι.

if-1968-00

MALCOLM McDOWELL

Ο Μάλκολμ ΜακΝτάουελ γεννήθηκε το 1943 στην Αγγλία. Ξεκίνησε την καριέρα του στον κινηματογράφο το 1968 με την ταινία «Αν…». Ήταν όμως το 1971 όπου καθιερώθηκε στο χώρο του κινηματογράφου με το ρόλο του στο «Κουρδιστό Πορτοκάλι» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ (προτάθηκε για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερου Ηθοποιού σε Δράμα). Ακολούθησαν συμμετοχές στις ταινίες «Ένας Πολύ Τυχερός Άνθρωπος», «Το Πέρασμα», «Ο Ταξιδιώτης που Γύρισε από το Αύριο», «Η Αγριόγατα», «Μπλου Θάντερ, ο Γαλάζιος Κεραυνός», «Μια Γυναικάρα για τον Μπαμπά», «Σταρ Τρεκ: Γενεές», «Μίστερ Μαγκού», «Αυτή Είναι η Ζωή μου», «Εγώ ο Κατάσκοπος», «Θα Κοιμηθώ Όταν Πεθάνω», «Halloween» και «Doomsday». Στην τηλεόραση έχει εμφανιστεί στις δημοφιλείς σειρές «Entourage» και «Heroes».

«ΔΥΝΑΤΟ, ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΦΙΛΜ ΠΟΥ ΒΟΥΤΑ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΝΕΑΝΙΚΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ»

Variety

«ΕΝΑ ΦΙΛΜ ΤΕΡΑΣΤΙΑΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ, ΕΚΡΗΚΤΙΚΟ ΤΩΡΑ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ’68, ΣΑΝ ΧΕΙΡΟΒΟΜΒΙΔΑ»

Village Voice

if-poster-greek

ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ «IF…» (1968)

If… (ή αλλιώς, εάν η επανάσταση δεν είναι ουτοπία…)

Mick Travis: «When do we live? That’s what I want to know.»

Αν υπάρχει μια χρονική περίοδος, ή μάλλον ένα συγκεκριμένο έτος το οποίο χαρακτηρίζεται από μια έντονη στροφή του κινηματογράφου προς την πολιτικοποίηση και την σάτιρα των κακώς κειμένων της εποχής, αυτό δεν είναι άλλο από το 1968, την χρονιά των εξεγέρσεων του Μαΐου στη Γαλλία. Τα γεγονότα του Μάη του ’68 ήταν αυτά από τα οποία ορμήθηκε μια πλειάδα σκηνοθετών να γυρίσει ταινίες πολιτικού περιεχομένου και σχολιασμού των πολιτικών δρωμένων και να ταχθεί υπέρ αυτού του αγώνα. Αν όμως θέλαμε να αναφερθούμε στην «μητέρα» όλων αυτών των φιλμ, στην ταινία-ορόσημο της αντικουλτούρας που προωθούσαν οι ταινίες της εποχής, τότε δεν μπορούμε να μιλήσουμε για άλλα ταινία πέρα από το If…

Γυρισμένη σχεδόν ταυτόχρονα με τον Μάη του ’68 από τον πρωτοπόρο σκηνοθέτη Lindsay Anderson, το If… αντανακλά πλήρως το ελεγειακό κλίμα της εποχής δίχως όμως να περιορίζεται σε αυτό, αλλά προβάλλοντας θεματικές και νοήματα διαχρονικά και αθάνατα, όπως αυτά της νεανικής αμφισβήτησης, της αντίδρασης σε ένα καταπιεστικό εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και σε οποιοδήποτε είδος αυταρχισμού και εν τέλει την επανάσταση ως μοναδικό τρόπο διαφυγής.

Τα γεγονότα και η δράση της ταινίας λαμβάνουν χώρα σε ένα ιδιαίτερα αυστηρό σχολείο αρρένων, τυπικό δείγμα των βρετανικών δημόσιων κολεγίων της Βρετανίας τη δεκαετία του ’60. Το σχολείο διοικούν, εκτός από τον διευθυντή και το προσωπικό, μια σειρά τελειόφοιτων μαθητών επονομαζόμενοι ως “Whips” οι οποίοι λειτουργούν ως επόπτες των μαθητών μικρότερων ετών, έχοντας θέσεις εξουσίας απέναντι τους και διατηρώντας τις με μεθόδους τρομοκρατίας και «καψονιών», ιδίως στους πρωτοετείς τους οποίους αντιμετωπίζουν σαν ένα είδος «υπηρετών» τους. Σε αυτό το σκληρό και αυταρχικό περιβάλλον που ουσιαστικά αποτελεί ένα είδος μικρόκοσμου της κοινωνίας, παρακολουθούμε την ιστορία του Mick Travis(Malcolm McDowell), του πιο αντικομφορμιστή ίσως μαθητή αυτού του σχολείου, που μαζί με τους υπόλοιπους της παρέας του αποφασίζουν πως δεν ταιριάζει ούτε σε αυτούς ούτε στο γενικότερο επαναστατικό κλίμα των ‘60sκαι αποφασίζουν να μη συμβιβαστούν με το συντηρητικό σύστημα κανόνων που έχουν θέσει οι επιβλέποντές τους, βασισμένο στην πειθαρχία και στην υπακοή στους ανωτέρους. Αποφασίζουν, λοιπόν, να συγκρουστούν με τις ιδιότυπες αρχές του σχολείου και να αντιδράσουν στον τρόπο ζωής που τους επιβάλλεται που πολλές φορές θυμίζει στρατό ή ακόμα και φυλακή και να απαιτήσουν περισσότερη ελευθερία επιλογής διαθέσεως του χρόνου τους, διαφορετικότητας αλλά και περιορισμό των αυταρχικών πρακτικών που υφίστανται καθημερινά. Οι αντιδράσεις τους αυτές θα κατασταλούν ουκ ολίγες φορές, ακόμα και με απαρχαιωμένες μορφές ποινών όπως το μαστίγωμα, δικαιολογώντας και το όνομα «Whips»! Ο Mick και η παρέα του όμως δε θα αργήσουν να πάρουν την εκδίκηση τους και να ξεφύγουν από αυτό το τυραννικό καθεστώς…

Η ταινία συνάντησε πληθώρα αντιδράσεων μετά την προβολή της στις κινηματογραφικές αίθουσες λόγω του προβοκατόρικου και αντιδραστικού της περιεχομένου και λογοκρίθηκε έντονα, κάτι το οποίο όμως δεν την εμπόδισε να κερδίσει τεράστια απήχηση από κοινό και κριτικούς αλλά και τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών του 1969 και να αποκτήσει επάξια μια θέση ανάμεσα στα μεγαλύτερα κινηματογραφικά αριστουργήματα όλων των εποχών! Το If… αποτελεί έναν τεράστιο συμβολισμό για τον αυταρχισμό και την κρατική βία και καταστολή, αφού οι σκληρές, σαδιστικές ποινές που επέβαλλαν οι αρχές του σχολείου σε περιπτώσεις ανυπακοής αλλά και το γενικότερο κλίμα αυστηρότητας και πειθαρχίας που καλλιεργούσε το εκπαιδευτικό αυτό σύστημα αποτελεί στην πραγματικότητα μικρογραφία της κοινωνίας, κάτι που καθιστά την ταινία διαχρονική και πιο επίκαιρη από ποτέ! Ένα ακόμα, όμως, ζήτημα που ερευνάται στο If… είναι η προσπάθεια εγχάραξης συγκεκριμένων ιδεολογικών χαρακτηριστικών στους μαθητές, αυτών της προσήλωσης στα μαθήματα, της εντατικοποίησης, του εκούσιου αυτοπεριορισμού και της απόλυτης υπακοής στις εντολές των ανωτέρων τους, βλέποντας τους ως αυθεντίες και τις μεθόδους σωφρονισμού τους ως δίκαιες (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο εξαναγκασμός τους να λένε «ευχαριστώ» μετά από κάθε μαστίγωμα)!

Η ταινία ακροβατεί ανάμεσα στην πραγματικότητα και την φαντασία, τον ρεαλισμό και τον σουρεαλισμό, τα αληθινά γεγονότα με τις επιθυμίες των ηρώων, επιτυγχάνοντας το σκηνοθετικά με την εναλλαγή ασπρόμαυρων και έγχρωμων πλάνων και με αρκετές σουρεαλιστικές σεκάνς, όπως αυτή της πρώτης επαφής του πρωταγωνιστή με το αντίθετο φύλο. Αναδεικνύει, έτσι, τον πρωταρχικό ρόλο που κρατά η φαντασία και η ονειροπόληση στο μυαλό των νέων ανθρώπων, η φυγή προς μια εναλλακτική και ιδεατή πραγματικότητα και αποτίνει παράλληλα φόρο τιμής στο κλασικό αριστούργημα «Διαγωγή μηδέν» του Ζαν Βιγκό.

Mick Travis: «There’s no such thing as a wrong war. Violence and revolution are the only pure acts.»

Το If… αποτελεί έναν ύμνο στην ανάγκη των νέων για την διαφορετικότητα που τόσο καταπνίγουν τα εκάστοτε εκπαιδευτικά συστήματα (στην ταινία οι μαθητές επιπλήττονται ακόμα και για το μήκος των μαλλιών τους και απαιτείται να είναι πάντοτε ξυρισμένοι, κάτι που ο πρωταγωνιστής αμφισβητεί όταν την πρώτη ημέρα της χρονιάς εμφανίζεται στο σχολείο με μουστάκι!) και την σεξουαλικότητά τους η οποία καταπιέζεται από τα σχολεία αρρένων-θηλέων και την απαγόρευση των μαθητών να βγαίνουν εκτός αυτών και να γνωρίζουν άτομα του αντίθετου φύλου.

Μα πάνω απ’ όλα η ταινία αυτή είναι μια καταπληκτική πολιτική αλληγορία που εύστοχα αναδεικνύει τα ριζοσπαστικά αντανακλαστικά της νεολαίας, την αντίδρασή της στα σάπια εκπαιδευτικά συστήματα που την περιορίζουν και την ζωτική της ανάγκη να εναντιωθεί στο status quo και να αποτελέσει το πρωτοπόρο εκείνο κομμάτι της κοινωνίας που θα επαναστατήσει και θα παλέψει για το μέλλον που του αξίζει…

https://rapansafn.wordpress.com/

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.