Το καλλιτεχνικό μεγαλείο του Βελάσκεθ
Τολμηρό και διεισδυτικό πνεύμα ο Ντιέγκο Βελάσκεθ (Σεβίλλη 1599 – Μαδρίτη 1660), εργάστηκε κυρίως ως προσωπογράφος. Μπήκε από νεαρή ηλικία, 24 ετών, ως επίσημος ζωγράφος στα βασιλικά ανάκτορα της Μαδρίτης και ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με πορτρέτα της βασιλικής οικογένειας και προσώπων που σχετίζονταν άμεσα με το περιβάλλον των ανακτόρων.
Καθώς στο έργο του απουσιάζουν τα θρησκευτικά θέματα και, συγχρόνως, επικεντρώνεται στη φυσική απόδοση των πραγμάτων, παρουσιάζεται ως αντίποδας του Γκρέκο στην ισπανική ζωγραφική. Αν και ο Βελάσκεθ προααναγγέλλει το ρεαλισμό του 19ου αιώνα, στην εποχή του δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής. Τον συνόδευε η αρνητική τότε φήμη του νατουραλιστή, στοιχείο που τον οδήγησε σε μακρά αφάνεια, όπως αντίστοιχα και τον Κρητικό στο Τολέδο. Ορισμένοι από τους ιμπρεσιονιστές είναι αυτοί που επισημαίνουν πρώτοι τις εικαστικές του αξίες και το όλο πνεύμα του έργου του. Παραμένει, δηλαδή, στο περιθώριο της ευρωπαϊκής τέχνης για δύο περίπου αιώνες. Ωστόσο, μέσα στον 20ό αιώνα εξετάζεται σε βάθος και αναγνωρίζεται ανεπιφύλακτα το εικαστικό του μεγαλείο.
Εργαστήρι Κινηματογράφου Δήμου Ζωγράφου
Στην ισπανική αυλή
«Η ικανότητα του Βελάσκεθ -γράφει η Elena Ragusa- έγινε φανερή ήδη από τα πολύ νεανικά του έργα. Είναι χαρακτηριστική η υψηλή ποιότητα των έργων που φιλοτέχνησε ακόμη σε ηλικία 17 ή 18 ετών. Οι πίνακές του αποκαλύπτουν κάτι περισσότερο από την εικόνα ενός επιμελούς μαθητή. Μας μιλάνε για ένα παιδί-θαύμα, για ένα νέο ανοιχτό και ευαίσθητο στις καινοτομίες. (…)
Ο Βελάσκεθ φθάνει «στη Μαδρίτη το 1623, κατόπιν προσωπικής επιθυμίας του Φίλιππου Δ΄. (…) Ζωγραφίζει τον βασιλιά, ο οποίος μένει τόσο ικανοποιημένος, ώστε τον ονομάζει, έπειτα από λίγο, ζωγράφο της αίθουσας του βασιλιά. (…) Είναι αξιοσημείωτο ότι, φτάνοντας στη Μαδρίτη, σχεδόν εξαφανίζεται από την καλλιτεχνική του παραγωγή η θρησκευτική ζωγραφική, η οποία θα ήταν, αναπόφευκτα, η κύρια δραστηριότητά του αν είχε παραμείνει στη Σεβίλλη. Ακόμη πιο σημαντική, ωστόσο, είναι η στενή και καθημερινή επαφή του με τον εξαιρετικό πλούτο των ισπανικών βασιλικών συλλογών, στις οποίες κυριαρχούσαν έργα των μεγάλων Βενετσιάνων Δασκάλων.
Η εξοικείωση αυτή αντικατοπτρίζεται άμεσα στην εξέλιξη του προσωπικού ύφους του, το οποίο περνάει από τον σκοτεινό νατουραλισμό της περιόδου της Σεβίλλης στη φωτεινότητα των ώριμων χρόνων του. (…) Επιπλέον, η προνομιούχος θέση που κατέχει του επιτρέπει να ζωγραφίζει κατα περιόδους ιστορικά ή μυθολογικά θέματα, με τα οποία σπάνια μπορούσαν να ασχοληθούν οι ζωγράφοι που εργάζονταν αποκλειστικά για μοναστηριακή και εκκλησιαστική πελατεία.
Αναμφίβολα, η θέση του στην βασιλική αυλή επιτρέπει και κάτι άλλο, όχι τόσο συχνό για τους Ισπανούς ζωγράφους. Μπορεί να ταξιδεύει για να δει και να γνωρίσει από πρώτο χέρι καθετί νέο και γόνιμο, στην Ιταλία, τη χώρα η οποία εξακολουθούσε να αποτελεί το επίκεντρο για κάθε καινοτομία στο πεδίο των τεχνών».
Ταξίδια στην Ιταλία
«Το 1628, γνωρίζει τον Ρούμπενς – σημειώνει η Ragusa. Ο Φλαμανδός καλλιτέχνης είχε έρθει από την Ιταλία, για να φέρει πίνακες και διπλωματικά μηνύματα. Στη δεύτερη και μεγαλύτερη σε διάρκεια επίσκεψή του στην Ισπανία, θα μείνει στη Μαδρίτη περίπου ένα χρόνο. (…) Λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές οπτικής μεταξύ των δύο ζωγράφων, η γνωριμία με τον Ρούμπενς ήταν για τον Βελάσκεθ μία απο τις πιο γόνιμες εμπειρίες, (…) Μετά την αναχώρηση του Ρούμπενς και πιθανότατα ως συνέπεια των συζητήσεών του με τον Φλαμανδό Δάσκαλο, τον Ιούνιο του 1629, ο Βελάσκεθ ζητάει άδεια από τον βασιλιά προκειμένου να ταξιδέψει στην Ιταλία. (…)
Τον Δεκέμβριο του 1631, σε ηλικία 32 ετών, επιστρέφει στη Μαδρίτη. (…) Το πρώτο ταξίδι του Βελάσκεθ στην Ιταλία αποτελεί και το τελευταίο στάδιο της εκπαίδευσή τους. Δεν θα είναι ποτέ πια ο ίδιος καλλιτέχνης. Το ύφος και η τεχνική του έχουν αλλάξει οριστικά. (…)
Οι εργασίες μεταμόρφωσης του παλαιού Αλκάθαρ σε βασιλικό ανάκτορο επέβαλαν το δεύτερο ταξίδι του (Νοέμβριος 1648 – Ιούνιος 1651) στην Ιταλία. (…) Ταξιδεύει για λογαριασμό του Φίλιππου Δ΄, συνοδευόμενος απο ειδική διπλωματική αποστολή προς τον Πάπα Ινοκέντιο Γ΄. Σκοπός του ταξιδιού του είναι να αγοράσει έργα τέχνης, τόσο πρωτότυπους πίνακες, όσο και αρχαία αγάλματα. (…) Επιστρέφοντας στη Μαδρίτη, ο βασιλιάς μένει τόσο ικανοποιημένος από τον ζωγράφο του, ώστε τον Ιούνιο του 1652 αποφασίζει να τον διορίσει αυλάρχη. (…)
Φωτεινότητα και πολυεστιασμός
«Μετά τα δυο του ταξίδια στην Ιταλία -επισημαίνει η Ragusa- η παλέτα του Βελάσκεθ γίνεται όλο και πιο φωτεινή, ενώ κάνει την εμφάνισή της στα έργα του και η φωτεινή ατμόσφαιρα. Αυτή η χρήση του χρώματος και του φωτός έδωσε βάθος στα αντικείμενα, κοντινά και μακρινά, ενώ παράλληλα υπάρχουν περιπτώσεις που προϋποθέτει και ένα σύστημα διαφορετικών εστιακών σημείων στο ίδιο έργο. (…)
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Βελάσκεθ αναγκάζεται να ελαττώσει την καλλιτεχνική του δραστηριότητα, εξαιτίας των πιεστικών υποχρεώσεών του ως αυλάρχης. Η δυσκολία του να βρει τον απαραίτητο χρόνο δεν τον εμποδίζει να φιλοτεχνήσει μερικές εξαιρετικές προσωπογραφίες, όπου τελειοποιεί την τεχνική του, η οποία φτάνει στο αποκορύφωμά της. Εκτός από τις πολλές προσωπογραφίες της νεαρής βασίλισσας και του βασιλιά, το αριστούργημά του εκείνης της περιόδου είναι ένας πίνακας ο οποίος λεγόταν αρχικά «Η οικογένεια του Φίλιππου Δ΄», ενώ σήμερα είναι γνωστός με τον τίτλο «Las meninas» (= Οι δεσποινίδες των τιμών)».