20/04/2022
Από την αρχή της τρέχουσας καλλιτεχνικής περιόδου η θεατρική στήλη Ειμαρμένη έρχεται συνεχώς σε επαφή με διάφορους φορείς προκειμένου να ανοίξει μία συζήτηση για την κατάσταση που επικρατεί στο χώρο του πολιτισμού εν μέσω πανδημίας. Σε αυτά τα πλαίσια αναζητήσαμε έναν εκπρόσωπο από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος — Ακροάματος. Ευχαριστούμε πολύ την ηθοποιό Ειρήνη Μακρή για τη συνέντευξη που μας παραχώρησε.
Έχουμε διανύσει πλέον ένα ικανό διάστημα μέσα στην τρέχουσα καλλιτεχνική περίοδο έτσι ώστε να μπορούμε να βγάλουμε τα πρώτα συμπεράσματα. Πώς έχει επηρεάσει τον χώρο του θεάματος – ακροάματος η συνθήκη της πανδημίας και ο αποκλεισμός θεατών από τις παραστάσεις;
Οι άμεσες επιπτώσεις της πανδημίας στο χώρο του πολιτισμού διαφάνηκαν ήδη από το πρώτο lock down, μέσα από το οποίο αποκαλύφθηκαν οι αυθαιρεσίες και η εργασιακή μη ορατότητα των καλλιτεχνών και των εργαζομένων στο θέαμα και ακρόαμα εν γένει. Χιλιάδες εργαζόμενοι βρέθηκαν απροστάτευτοι, χωρίς να μπορούν να εισπράξουν καν το πενιχρό επίδομα με το οποίο κληθήκαμε να ζήσουμε για πάνω από ένα χρόνο. Δύο χρόνια ακριβώς από το πρώτο lock down, τα πράγματα για μεγάλη μερίδα των εργαζομένων συνεχίζουν να είναι έτσι ακριβώς. Όταν κατόπιν πιέσεων ο πολιτισμός άρχισε να λειτουργεί, αυτό έγινε χωρίς ιδιαίτερη πρόβλεψη ούτε για τους θεατές ούτε για τους εργαζόμενους. Οι θεατές μειώθηκαν, τα θέατρα δεν αποζημιώθηκαν έγκαιρα ούτε επαρκώς με αποτέλεσμα να μην αντέχουν να στηρίξουν τον προγραμματισμό τους και τους εργαζόμενους. Παράλληλα, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι όταν νοσούσαν από τον κορωνοϊό, απείχαν από κάθε δραστηριότητα με αποτέλεσμα κάθε καλλιτεχνικό εγχείρημα να αναγκάζεται να παύσει μέχρι να μπορέσει ο εργαζόμενος να επανέλθει, ενώ στο μεταξύ πολύ συχνά είχε νοσήσει και κάποιος ακόμα και πάει λέγοντας. Επομένως, η πανδημία δύο χρόνια μετά βλέπουμε ότι τείνει να γίνει πιο «ανεκτή» από την κοινωνία, η μέριμνα όμως που δίνεται από το κράτος στον πολιτισμό συνεχίζει να είναι ελλιπέστατη, καταδικάζοντας τις μικρές παραγωγές και τα νέα εγχειρήματα σε αναγκαστική εγκατάλειψη.
Πώς κρίνετε την αντιμετώπιση του αγαθού του πολιτισμού ως προνομίου το οποίο μάλιστα λήγει (!) και οφείλουμε να το ανανεώνουμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα;
Ο πολιτισμός πάντα αποτελεί ενός είδους προνόμιο. Ανήκω στη γενιά που ξεκίνησε να ενηλικιώνεται μέσα στην κρίση, επομένως ως κοινό αλλά κυρίως ως εργαζόμενη δεν θυμάμαι στιγμή που ο πολιτισμός να μην είναι προνόμιο. Τώρα που η πανδημία του Covid-19 ήρθε να διευρύνει την οικονομική κρίση και ως υγειονομική, διαφάνηκαν οι ελλείψεις του κρατικού μηχανισμού στο σύστημα υγείας και πρόνοιας. Επομένως, ο πολιτισμός όπως και διάφορες άλλες ανάγκες πέρασαν σε δεύτερη μοίρα, αναγκαστικά. Στον πολιτισμό βέβαια παρατηρείται το σπάνιο φαινόμενο ότι εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως προνόμιο και οικονομικά και υγειονομικά.
Επομένως, δεν μπορώ να το δω ξεχωριστά από μια σωρεία αγαθών που «λήγουν». Ο κρατικός μηχανισμός οφείλει φυσικά να πάρει τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά σε μια φιλελεύθερη οικονομία που το μπαλάκι πετιέται τελικά στον καθένα ξεχωριστά, ενώ οι κυρώσεις είναι δυσβάσταχτες, όλα τα μέτρα τείνουν να γίνουν υποχρεωτικά. Η μονιμότητα των μέτρων είναι αυτό που με προβληματίζει περισσότερο, γιατί σε μεγάλες κρίσεις συνήθως επαναπροσδιορίζεται η τάξη πραγμάτων και όχι προς όφελος των πολλών συνήθως.
Σε ανακοίνωσή του το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών ανέφερε μεταξύ άλλων ότι στα Covid free θέατρα η εξάπλωση και η μετάδοσή του Covid — 19 έχει ξεφύγει εκτός ελέγχου. Αφού λοιπόν έχει αποδειχθεί πλέον ότι η έννοια του Covid free χώρου επί της ουσίας δεν υφίσταται, γιατί εξακολουθούμε να χρησιμοποιούμε αυτή την ορολογία και κυρίως γιατί κάνουμε διακρίσεις μεταξύ των θεατών βασισμένοι σε μία συνθήκη που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα;
Η διάκριση που επισημαίνετε δεν ισχύει μόνο για τα θέατρα, αλλά και για όλους τους κλειστούς χώρους πολιτισμού, διασκέδασης και εστίασης. Το κριτήριο των εμβολιασμένων και μη βασίζεται στην παραίνεση για μείωση της μεταδοτικότητας του ιού, όμως η διάκριση και κυρίως η συντήρηση της είναι κρατική επιλογή. Η σύγχρονη κατάσταση έκτακτης ανάγκης επιβιώνει με τον διαχωρισμό σε καλούς και κακούς πολίτες και καθιστά τους ίδιους υπεύθυνους αντί για τον κρατικό μηχανισμό. Οι εργαζόμενοι και οι πολίτες σε μια τέτοια έκτακτη συνθήκη ακολουθούν τις επιταγές του κράτους, το οποίο μεριμνά για να επανέλθει η ισορροπία το συντομότερο δυνατό. Εδώ το ίδιο το κράτος αδυνατεί κατά τη γνώμη μου να διαχειριστεί την έκτακτη αυτή συνθήκη με επιτυχία, οπότε η ατομική ευθύνη έγινε πανάκεια.
Το τελευταίο διάστημα η μία μετά την άλλη οι καλλιτεχνικές παραγωγές κατεβαίνουν, αναβάλλονται επ’ αόριστον ή ακυρώνονται είτε λόγω κρουσμάτων είτε λόγω έλλειψης θεατών. Είναι φανερό λοιπόν ότι ο τρόπος λειτουργίας των χώρων τέχνης (στο 100% της δυνητικής πληρότητάς τους και χωρίς να γίνεται έλεγχος στους θεατές) έχει οδηγήσει το χώρο του θεάματος και του ακροάματος σε μία οριακή κατάσταση. Οι αίθουσες θα μπορούσαν να λειτουργούν με μειωμένη δυνητική χωρητικότητα και παράλληλα γενναία επιδότηση κενών θέσεων. Έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη λειτουργία τους και να αποφεύγεται ο συνωστισμός μεταξύ των θεατών. Επίσης θα μπορούσαν να δέχονται όλους ανεξαιρέτως τους θεατές με επίδειξη αρνητικού διαγνωστικού τεστ κορωνοϊού, το οποίο θα έπρεπε να γίνεται δωρεάν ή με ένα συμβολικό αντίτιμο. Πιστεύετε ότι ένας τέτοιος τρόπος λειτουργίας θα έδινε μία λύση στο πρόβλημα;
Κατά τη γνώμη μου μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετώπισαν οι καλλιτεχνικές παραγωγές που αναγκάστηκαν να αναβάλλουν ή να ακυρώσουν αυτό το διάστημα τις παραστάσεις τους, με τους νοσούντες εντός του εργατικού δυναμικού τους και όχι με τη μειωμένη προσέλευση του κοινού, λόγω του αποκλεισμού των μη εμβολιασμένων πολιτών. Η ελλιπής στήριξη τους στην περίπτωση κρούσματος ή αλλεπάλληλων κρουσμάτων στο δυναμικό τους, που οδηγούσε την παραγωγή να κλείσει τις πόρτες για άγνωστο διάστημα, ήταν βασικός παράγοντας.
Φυσικά και η επιδότηση της άδειας θέσης θα έλυνε ένα ουσιαστικό κομμάτι επιβίωσης της εκάστοτε παραγωγής και των καλλιτεχνικών χώρων, όχι όμως το πρόβλημα. Επιμένω ότι το κράτος οφείλει να προστατεύει και να στηρίζει όταν εκ των συνθηκών επιβάλει μέτρα, υπό τα οποία δεν δύναται κάνεις να λειτουργήσει, να εργαστεί ή να επιβιώσει. Παράλληλα με αυτό ομως η παντελής έλλειψη στήριξης των καλλιτεχνών που νοσούσαν και των καλλιτεχνικών εκδηλώσεων που αναβάλλονταν λόγω αυτών, ήταν καθοριστική για την επιβίωση τους.
Στην επιστολή των εργαζομένων στον πολιτισμό προς τον Πρωθυπουργό, την οποία συνυπογράφει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος — Ακροάματος περιγράφεται πολύ γλαφυρά η εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση που επικρατεί στο χώρο του πολιτισμού και διατυπώνονται πάρα πολύ δίκαια αιτήματα. Ωστόσο δε γίνεται καμία αναφορά στην ανάγκη διαμόρφωσης ενός νέου τρόπου λειτουργίας των χώρων θεάματος (αφού ο τρέχων οδήγησε σε αδιέξοδο) ούτε στην ανάγκη καταπολέμησης των διακρίσεων που έχουν εξελιχθεί σε μάστιγα στο χώρο του πολιτισμού. Πώς το εξηγείτε αυτό;
Εδώ και δύο χρόνια οι άνθρωποι του πολιτισμού είναι στους δρόμους και ζητούν στήριξη και προστασία. Έχουμε προτείνει και ξανά προτείνει, όπως προανέφερα, τρόπους στήριξης και λειτουργίας των χωρών τέχνης. Είτε με επιδότηση της άδειας θέσης είτε με καταβολή αποζημιώσεων στην περίπτωση συρροής κρουσμάτων είτε με διάθεση δωρεάν τεστ, όπως γίνεται σαφώς και στην επιστολή αυτή προς τον Πρωθυπουργό.
Είναι σημαντικό σε μια γενικευμένη κρίση, να λειτουργούν οι δομές του κράτους, διαφορετικά κανένας τομέας δεν μπορεί να ευημερεί μόνος του. Γι’ αυτό το λόγο απαιτούμε ενίσχυση του εθνικού συστήματος υγείας. Γι’ αυτό τον ίδιο λόγο απαιτούμε ενίσχυση των δρομολογίων των ΜΜΜ. Γιατί αν δεν είμαστε υγιείς και δεν έχουμε προνοήσει για να είμαστε υγιείς, η προσέλευση του κοινού θα συνεχίσει να είναι μειωμένη, οι εργαζόμενοι στον πολιτισμό θα συνεχίσουν να νοσούν χωρίς να μπορούν να ελεγχθούν δωρεάν από το κράτος και αυτό θα συνεχίζεται έως τη λεγόμενη «ανοσία της αγέλης». Όμως μέχρι τότε πρέπει να ζήσουμε αξιοπρεπώς.
Ο στόχος λοιπόν οφείλει να είναι πιο ευρύς. Απαιτούμε πιο ισχυρά, μέτρα που αφορούν την κοινωνία στο σύνολό, ιδίως σε με περίοδο που τα κρούσματα είναι χιλιάδες.
Οι διακρίσεις είναι μόνο ένα εκ των συμπτωμάτων της διαχείρισης της πανδημίας και όχι το ίδιο το πρόβλημα. Και δυστυχώς δεν αφορούν στο χώρο και τους χώρους του Πολιτισμού, αλλά σε ολόκληρη την κοινωνία. Οι βαθιές και χρόνιες κρίσεις ευνοούν τέτοια φαινόμενα πόλωσης και μισαλλοδοξίας. Προσωπικά, δεν πιστεύω ότι ο αποκλεισμός του μη εμβολιασμένου κοινού λύνει το πρόβλημα της μη μετάδοσης του ιού. Ούτε όμως πιστεύω ότι η προσέλευση των ανθρώπων που επέλεξαν ή δεν μπορούν να εμβολιαστούν θα έλυνε το πρόβλημα στους κλειστούς χώρους. Βρισκόμαστε σε καθεστώς υγειονομικής και ως εκ τούτου γενικευμένης παγκόσμιας κρίσης τα τελευταία δύο χρόνια. Το κοινό έχει μειωθεί εκ των πραγμάτων, ο κόσμος δεν πήγαινε εύκολα σε κλειστούς χώρους, το φιλοθεάμον κοινό στηρίζει όσο και όπως μπορεί, αλλά μέσα στο πλαίσιο που περιγράψαμε και γνωρίζουμε όλοι. Επιτρέψτε μου λοιπόν να απαιτώ και να αποβλέπω σε λύσεις πολύ πιο πυρηνικές, έτσι ώστε να μη χρειάζεται να φοβάμαι να νοσήσω, γιατί δεν υπάρχει χώρος στα νοσοκομεία μας ή γιατί μπορεί να χάσω τη δουλειά μου, αλλά να έχω εμπιστοσύνη στο κράτος και τις δομές του.
Η χρονιά ξεκίνησε με πολλές κινητοποιήσεις και μεγάλη αγωνιστικότητα στις τάξεις των καλλιτεχνών. Εκδόθηκαν αλλεπάλληλες ανακοινώσεις, γράφτηκαν επιστολές διαμαρτυρίας ενώ έγινε και πανκαλλιτεχνικό συλλαλητήριο με μεγάλη συμμετοχή. Πώς σκοπεύετε να κλιμακώσετε τον αγώνα έως ότου επιτευχθεί ένα περιβάλλον στο χώρο του πολιτισμού βιώσιμο για τους καλλιτέχνες και καθολικά προσβάσιμο για τους θεατές;
Με τον ίδιο τρόπο. Με συνεχείς αγώνες. Αυτή η πανδημία ανέδειξε τα κενά και τις παθογένειες στο χώρο του Πολιτισμού. Αλλά μας έδωσε και μεγάλη ώθηση να ασχοληθούμε ξανά με αυτά. Τα σωματεία μας ενισχύθηκαν, ο κόσμος συσπειρώθηκε και συνεχίζει να αγωνίζεται εντός και εκτός των καλλιτεχνικών χώρων. Απαιτεί βασικές συνθήκες εργασίας, συλλογικές συμβάσεις, αρνείται, παλεύει, κατεβαίνει στο δρόμο, οργανώνεται και κερδίζει. Γιατί μέσα σε όλη αυτή την πορεία των τελευταίων ετών, έχουμε κερδίσει μεγάλες μάχες.