1. Η έρευνα του καθηγητή Γιάννη Ιωαννίδη για τον κορωνοϊό χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από ιδρυτή αερογραμμών σύμφωνα με πηγή του Πανεπιστημίου του Stanford- 2. Η Wall Street Journal για τον Δρ. Ιωαννίδη: Ο κομιστής των καλών ειδήσεων για τον κορωνοϊό 3. Ο δρ Γιάννης Ιωαννίδης του Στάνφορντ μιλάει για την οικονομική κρίση που έρχεται

[Να πούμε από την αρχή ότι αναδημοσιεύουμε την είδηση στο πλαίσιο της αναζήτησης της Αλήθειας όπως κάνουμε πάντα. Δεν υιοθετούμε το όλο ύφος του άρθρου για τάχα πρόχειρη ή κατευθυνόμενη έρευνα επειδή στους χρηματοδότες υπήρχε και μια αεροπορική εταιρεία. Ξέροντας τις απόψεις του Ιωαννίδη θεώρησαν ότι η έρευνα θα οδηγούσε σε αποτελέσματα που τους βόλευαν το πιο πιθανό. Επίσης είναι γνωστό τι πόλεμο έχουν γεννήσει οι απόψεις του καθηγητή Ιωαννίδη γιατί ανατρέπουν το κυρίαρχο αφήγημα.  Γ.Κ.]

ΗΠΑ: Η «καθησυχαστική» έρευνα του Ιωαννίδη για τον κορωνοϊό «χρηματοδοτήθηκε από ιδρυτή αερογραμμών»

Ντόμινο αντιδράσεων στην επιστημονική κοινότητα έχουν προκαλέσει οι διαρροές για έρευνα του Stanford που έλαβε μεγάλη δημοσιότητα τον Απρίλιο, καθώς πρότεινε πως ο κορωνοϊός είναι στατιστικά πολύ πιο ακίνδυνος από όσο εκτιμούν οι υγειονομικές αρχές που επιβάλλουν lockdown και περιορισμούς στα ταξίδια.

Σύμφωνα με πηγή του πανεπιστημίου με άμεση γνώση του θέματος, την οποία επικαλείται το Buzzfeed News στο εκτενές ρεπορτάζ της Stephanie M. Lee, η συγκεκριμένη έρευνα του Δρ. Τζον Ιωαννίδη και συνεργατών του, είχε χρηματοδοτηθεί εν μέρει από τον ιδρυτή των αερογραμμών JetBlue Airways, επιχειρηματία Ντέιβντ Νίλμαν, που από το ξέσπασμα της πανδημίας επιμένει ότι ο κορωνοϊός δεν είναι τόσο θανατηφόρος ώστε να δικαιολογεί την καραντίνα και τα υπόλοιπα αυστηρά μέτρα. Οι διαρροές που επικαλείται το Buzzfeed, περιλαμβάνουν μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μεταξύ του στελέχους της αεροπορικής εταιρείας και των επιστημόνων, όσο η έρευνα διεξαγόταν.

Ο ιδρυτής των JetBlue Airways, Ντέιβιντ Νίλμαν
Ο ιδρυτής των JetBlue Airways, Ντέιβιντ Νίλμαν Πηγή: http://www.lifo.gr

Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στις 17 Απριλίου, πριν ελεγχθούν από ανεξάρτητους επιστήμονες, και απασχόλησαν τα διεθνή μέσα, καθώς η έκθεση πρότεινε πως ο ιός πιθανώς να είχε μολύνει από 50 έως και 85 φορές περισσότερους ανθρώπους από τα καταγεγραμμένα κρούσματα στις ΗΠΑ και, ως εκ τούτου, ήταν πολύ λιγότερο επικίνδυνος για τους ανθρώπους από όσο πιστευόταν, ρίχνοντας το ποσοστό θνητότητας στο 0,12% με 0,2%. Οι επιστήμονες υποστήριξαν πως έλεγξαν 3.300 δείγματα εθελοντών στην Σάντα Κλάρα, και διαπίστωσαν πως ο ιός ήταν ήδη διαδεδομένος σε ασυμπτωματικά άτομα και άλλους που δεν είχαν αντιληφθεί πως είχαν περάσει την νόσο Covid-19. Όπως σημείωναν, αν τα κρούσματα είναι 85 φορές περισσότερα από όσα έχουν εντοπίσει οι έλεγχοι, η θνησιμότητα είναι υπερβολικά μικρότερη από τα επίσημα στατιστικά, κοντά στα αντίστοιχα ποσοστά της «ακίνδυνης» κοινής γρίπης. Η μελέτη επικρίθηκε σχεδόν αμέσως για την μεθοδολογία και την εγκυρότητά της, αναγκάζοντας τους συγγραφείς της να προβούν σε διορθώσεις δύο εβδομάδες αργότερα, αλλά τα αμφισβητούμενα αποτελέσματα είχαν ήδη διαδοθεί στον διεθνή τύπο, συνοδευόμενα από την εγκυρότητα του ονόματος ενός πανεπιστημίου όπως το Stanford.

Το αφήγημα του περιορισμένου κινδύνου

Συντηρητικά ΜΜΕ στις ΗΠΑ αναπαρήγαγαν την έρευνα, υποστηρίζοντας τη θεωρία πως οι φόβοι για τον κορωνοϊό είναι υπερβολικοί. «Η πλειονότητα του πληθυσμού διατρέχει ελάχιστο κίνδυνο, όσο κινδυνεύετε να σκοτωθείτε ενώ οδηγείτε από το σπίτι στη δουλειά και ξανά πίσω», υποστήριζε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής της έρευνας Δρ. Ιωαννίδης, μιλώντας στο κανάλι Fox News. «Αυτό που ο ωστόσο δεν ανέφερε ο Δρ. Ιωαννίδης, ήταν πως η μελέτη του είχε χρηματοδοτηθεί εν μέρει από τον Νίλμαν» που πολλοί υποπτεύονται ότι επιθυμούσε διακαώς ένα καθησυχαστικό αποτέλεσμα, το οποίο θα υποστήριζε την επαναλειτουργία του κλάδου του. «Είναι αναπόφευκτος ο προβληματισμός για το κατά πόσο υπήρχε σύγκρουση συμφερόντων στην περίπτωση των συγγραφέων της έρευνας», σημειώνεται στην ανώνυμη αναφορά που κατατέθηκε στο αρμόδιο γραφείο του πανεπιστημίου Stanford, από πηγή που είχε εμπλακεί προσωπικά στην επίμαχη έρευνα. Από τα επίμαχα email προκύπτει πως οι συγγραφείς της έρευνας αγνόησαν τις ενστάσεις δύο καθηγητών του πανεπιστημίου, που επιχείρησαν να διασταυρώσουν την ακρίβεια των τεστ αντισωμάτων που χρησιμοποιήθηκαν. Τελικά, οι καθηγητές αρνήθηκαν να συμπεριληφθούν στην λίστα των συνεργατών, καθώς είπαν ότι δεν μπορούσαν να επιβεβαιώσουν επαρκώς τα αποτελέσματα. Στην αναφορά σημειώνεται πως ο Νίλμαν «είναι πιθανό να χρησιμοποίησε οικονομικά κίνητρα για να διασφαλίσει την συνεργασία ενός εκ των επιστημόνων, που αρχικά είχε γράψει στα email ότι ανησυχούσε για την ακρίβεια των τεστ». Στατιστικολόγος του Στάνφορντ προειδοποιεί για λανθασμένα μοντέλα – Η μελέτη του Δρ. Ιωαννίδη προβλήθηκε ιδιαιτέρως από συντηρητικά μέσα στις ΗΠΑ Όταν ρώτησαν τον Δρ. Ιωαννίδη αν ο Νίλμαν είχε κάνει δωρεά, ισχυρίστηκε πως δεν ήταν «προσωπικά ενήμερος» για κάτι τέτοιο. «Ο Ντέιβιντ Νίλμαν έχει συγκεκριμένη άποψη, ιδέες και σκέψεις», απάντησε στο BuzzFeed News. «Δεν γνωρίζω ακριβώς ποιοι ήταν οι άνθρωποι που χρηματοδότησαν την έρευνα τελικά. Αλλά όποιοι κι αν ήταν, κανείς τους δεν μας είπε πώς θα έπρεπε να σχεδιαστεί ή να διεξαχθεί η έρευνα, ούτε απαίτησαν κάποιο συγκεκριμένο τύπο αποτελέσματος ή αναφοράς». Μάλιστα ο καθηγητής πρόσθεσε πως δεν γνώριζε το συνολικό κόστος της έρευνας, αλλά διαβεβαίωσε ότι οι πόροι προήλθαν από ανώνυμες δωρεές που κατατέθηκαν στο γραφείο Ανάπτυξης του Stanford. «Αυτή η μέθοδος χρηματοδότησης είναι η λιγότερο επεμβατική για να διεξαγάγει κανείς μια έρευνα. Διασφαλίζει απολύτως την ανεξαρτησία της». Από την πλευρά του, ο ιδρυτής της JetBlue Airways παραδέχθηκε ότι ορισμένοι από τους ερευνητές γνώριζαν ότι είχε προσφέρει χρήματα για την μελέτη. Ο Νίλμαν επιβεβαίωσε ότι είχε κάνει δωρεά 5.000 δολαρίων στο Stanford για να δοθούν στους επιστήμονες και επικοινωνούσε προσωπικά μαζί τους. Ωστόσο αρνήθηκε τις μομφές ότι άσκησε επιρροή στα αποτελέσματα με οποιονδήποτε τρόπο, προσθέτοντας πως οι επιστήμονες επέδειξαν «φοβερή ακεραιότητα» και δεν του αποκάλυψαν τα αποτελέσματα πριν αυτά δημοσιευτούν. Κατηγόρησε δε το άτομο που υπέβαλλε την αναφορά στο πανεπιστήμιο, πως κατέληξε σε αβάσιμα συμπεράσματα τα οποία «δεν αποδεικνύονται επειδή είναι αναληθή».

Προβληματισμός στο πανεπιστήμιο

Παρά τα λεγόμενα του Δρ. Ιωαννίδη και του δωρητή Νίλμαν, εκπρόσωπος του πανεπιστήμιου Stanford απάντησε πως έχει ενημερωθεί για τους «σοβαρούς προβληματισμούς» σχετικά με την έρευνα στη Σάντα Κλάρα. «Η ακεραιότητα των ερευνών του Stanford Medicine είναι στον πυρήνα της αποστολής μας. Όταν δεχόμαστε τέτοια αιτήματα όπως αυτό, τα λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψιν. Το ζήτημα ελέγχεται από τους αρμόδιους μηχανισμούς του Stanford». Σύμφωνα με το άτομο που ενημέρωσε το Stanford, η μελέτη είναι γεμάτη με πρόχειρες στατιστικές αναλύσεις προσθέτοντας πως είναι προφανής η σύγκρουση συμφερόντων. 19.4.2020 Κορωνοϊός: Η εξάπλωση ίσως είναι 85 φορές μεγαλύτερη – Έρευνα του Stanford ανατρέπει τα δεδομένα «Καμία σχέση με την επιστήμη» Ο επιδημιολόγος του πανεπιστημίου Harvard, Μαρκ Λίπσιτς, είχε ασκήσει κριτική στην αρχική έκθεση καθώς και στους ισχυρισμούς του Δρ. Ιωαννίδη πως δεν υπήρχαν αρκετά δεδομένα που να δικαιολογούν ένα μακροπρόθεσμο lockdown. Αν και ο Λίπσιτς, όπως και σχεδόν το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας, θεωρεί δεδομένο πως οι επιμολύνσεις που καταγράφονται είναι σαφώς λιγότερες από τον πραγματικό αριθμό, εξήγησε στο BuzzFeed News πως οι αποκαλύψεις ενισχύουν τις αμφιβολίες για τα στοιχεία της έκθεσης και τους συγγραφείς της, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να ήταν επηρεασμένοι και η όλη προσπάθεια να στιγματίστηκε από «τσαπατσούλικη μέθοδο». Όσο για τον Νίλμαν, ο Λίπσιτς σχολιάζει πως: «Δεν έχει καμία σχέση με επιστήμη, αυτό που θέλει είναι να ευδοκιμήσουν οι αερογραμμές του».

Ο ταλαντούχος και ιπτάμενος κ. Νίλμαν

Ο κλάδος των αερομεταφορών πνέει τα λοίσθια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, και εκτιμάται πως, μόνο φέτος, θα καταγράψει απώλειες 314 δισεκατομμυρίων δολαρίων, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων αλλά και του φόβου του επιβατικού κοινού. Ο Νίλμαν έχει υποστεί σοβαρό πλήγμα. Το 1999 είχε ιδρύσει την JetBlue και λίγο αργότερα τις αερογραμμές Azul Brazilian Airlines ενώ συν-ίδρυσε και την αεροπορική εταιρεία WestJet του Καναδά και την Morris Air. Παράλληλα διατηρεί μεγάλο μετοχικό πακέτο της TAP Air Portugal. Στις 7 Απριλίου, δήλωνε στο Daily Wire: «Από το ξέσπασμα της πανδημίας, περνώ τις ημέρες και πολλές από τις νύχτες μου προσπαθώντας να βρω μία λύση για να σώσω όσο το δυνατόν περισσότερες από τις 40.000 θέσεις εργασίας για τις οποίες είμαι υπεύθυνος. Κάνω ότι μπορώ για να βοηθήσω να αποφύγουμε την οικονομική καταστροφή που έρχεται. Στην αναζήτηση αυτής της λύσης ανακάλυψε, όπως λέει, «τρεις εκπληκτικούς και αφοσιωμένους καθηγητές της σχολής Φαρμακευτικής του πανεπιστημίου Stanford με άψογα διαπιστευτήρια»: τον Τζέι Μπατατσάρια, τον Έραν Μπεντάβιντ και τον Δρ. Ιωαννίδη.

Τα τεστ

Στις 3 και στις 4 Απριλίου, περισσότεροι από 3.300 εθελοντές έκαναν τεστ σε τρεις σταθμούς στην πόλη. Αν τα αποτελέσματα της εξέτασης αίματος ήταν θετικά για αντισώματα στην Covid-19, αυτό θα σήμαινε ότι έχουν περάσει την νόσο χωρίς να το καταλάβουν και είναι πλέον ασφαλείς. Αρκετοί από τους συμμετέχοντες έμαθαν για την έρευνα από το Facebook και άλλοι έλαβαν ένα μήνυμα από την σύζυγο του Μπατατσάρια, που υποστήριζε ψευδώς ότι το τεστ ήταν εγκεκριμένο από την Υπηρεσία Φαρμάκων και Τροφίμων (FDA) και θα αποκάλυπτε με βεβαιότητα αν μπορούσαν «να επιστρέψουν χωρίς φόβο στην δουλειά». Αν και ο Νίλμαν υποστηρίζει πως δεν γνώριζε τα αποτελέσματα πριν αυτά δημοσιευτούν (στις 17 Απριλίου), δέκα ημέρες νωρίτερα σχολίαζε δημοσίως: «Οι καθηγητές Ιωαννίδης, Μπατατσάρια και Μπεντάβιντ πιστεύουν ότι ο πραγματικός αριθμός περιστατικών είναι πιθανώς δεκαπλάσιος ή και ακόμα μεγαλύτερος». Ο ιδρυτής της JetBlue Airways, πρόσθετε πως αν ο πραγματικός αριθμός των ανθρώπων που έχουν περάσει Covid-19 είναι 3 με 10 εκατομμύρια παραπάνω από τα καταγεγραμμένα κρούσματα, το ποσοστό θνητότητας θα ήταν ένα μικροσκοπικό κλάσμα των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων.

Πόσο λιγότερο φονικός είναι ο ιός;

Θεωρείται βέβαιο πως το ποσοστό θνητότητας είναι χαμηλότερο από το 6,75% επί των καταγεγραμμένων κρουσμάτων (308.899 θάνατοι σε σύνολο 4.574.902 περιστατικών). Ωστόσο εκτός από τα κρούσματα, και οι θάνατοι από Covid-19 υπο-καταγράφονται.

«Βεβαιότητα» αντί για υποθέσεις

Όμως ορισμένοι από τους συγγραφείς της έρευνας δεν περιορίστηκαν στις συγκρατημένες υποθέσεις και διακήρυξαν ότι ο Sars-Cov-2 δεν είναι πολύ πιο θανατηφόρος από την κοινή γρίπη. Στο βίντεο που ανακοίνωσε τα ευρέως αμφισβητούμενα αποτελέσματα, ο Δρ. Ιωαννίδης ακούγεται να λέει πως «Η θνητότητα είναι στην ίδια κλίμακα με την εποχική γρίπη». Την 1η Μαΐου επανέλαβε μάλιστα στο περιοδικό Wired πως «βάσει των όσων βλέπουμε τώρα, η θνητότητα του ιού είναι περίπου ίδια με της γρίπης, περίπου στο 0,1%. Τα προηγούμενα στοιχεία ήταν εντελώς ανυπόστατα». Ένας από τους ερευνητές της μελέτης, ο Άντριου Μπόγκαν δήλωνε με την ίδια βεβαιότητα στην Wall Street Journal πως η εκτίμηση για περισσότερες επιμολύνσεις ήταν «εξαιρετική είδηση» και η θνητότητα του κορωνοϊού κυμαινόταν, κατά τα λεγόμενά του, από 0,12% έως 0,2%.

Πολύ πιο επικίνδυνος από την γρίπη

Όμως προς το παρόν, ο κορωνοϊός φαίνεται να είναι σαφώς πιο θανατηφόρος από την γρίπη. Σύμφωνα με μία προκαταρκτική ανάλυση 12 πρόσφατων μελετών, το ποσοστό θνητότητας φαίνεται πως κυμαίνεται από 0,49% έως 1,01% – είναι δηλαδή έως και δέκα φορές πιο θανατηφόρος. «Δεν είναι δίκαιη η σύγκριση», εξηγεί η βιοστατιστικολόγος του πανεπιστημίου της Φλόριντα Νάταλι Ντιν. Προς το παρόν δεν υπάρχει ανοσία στον κορωνοϊό, ούτε κάποιο εμβόλιο και πολλοί περισσότεροι άνθρωποι κινδυνεύουν από την Covid-19 από ότι από την γρίπη. «Πολλοί περισσότεροι άνθρωποι είναι πιθανό να μολυνθούν από αυτό, πολλοί περισσότεροι είναι πιθανό να πεθάνουν», επιμένει κάνοντας λόγο για τεράστια διαφορά. Σύμφωνα με την καταγγελία πάντως, ο Νίλμαν επέλεξε και χρηματοδότησε τους συγκεκριμένους επιστήμονες επειδή οι απόψεις τους συνέκλιναν με τις δικές του σχετικά με την στρατηγική που πρέπει να ακολουθηθεί. Στην διαρροή περιλαμβάνονται screenshots από email, από τις αρχές του Απριλίου. Σε ένα από αυτά, ο βέβαιος Μπόγκαν συνομιλεί με τον Νίλμαν. Σε κάποιο άλλο, ο Άντριου εκφράζει την ευγνωμοσύνη του στον Ντέιβιντ, και οι δυο τους μιλούν πλέον σε πρώτο πρόσωπο. «Σε ευχαριστώ ξανά για την διάθεσή σου να βοηθήσεις εμένα και τους φίλους μου στην Sillicon Valley, στην οικονομική υποστήριξη αυτής της ρηξικέλευθης μελέτης που έρχεται την κατάλληλη στιγμή», φαίνεται να γράφει στον επιχειρηματία. «Νομίζω ότι όλοι συμφωνούμε πόσο σημαντικό είναι να ενημερώσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα τους επικεφαλής της Δημόσιας Υγείας και των υπηρεσιών για την χάραξη πολιτικής σε όλο το έθνος». Ο Νίλμαν παραδέχεται ότι δέχτηκε αυτό το email αλλά ο Μπόγκαν δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα για κάποιο σχόλιο. Πέντε ημέρες πριν την δημοσίευση των αποτελεσμάτων, δύο από τους ερευνητές, ο Μπατατσάρια και ο Μπόγκαν, εμφανίστηκαν στο FoxNews μαζί με τον επιχειρηματία, στο σόου The Next Revolution, του οποίου ο παρουσιαστής ανέλυσε μια στρατηγική εξόδου από το οικονομικό shutdown, προλογίζοντας τους καλεσμένους του ως τους ανθρώπους που κατέστρωσαν το σχέδιο. Αναφερόμενος στους ηλικιωμένους, όπως οι γονείς του, ο Νίλμαν είπε «πρέπει να τους προστατεύσουμε αλλά και να φέρουμε πίσω τον κόσμο στην δουλειά του με τον πιο ασφαλή τρόπο».

«Χρειάζεστε χρήματα;»

Στις αρχές Απριλίου η επιστημονική ομάδα συνάντησε εμπόδια, όταν ζήτησε την βοήθεια της Τάια Γουάνγκ, μιας ειδικής σε μεταδοτικές ασθένειες. Η Γουάνγκ κλήθηκε να αξιολογήσει την ακρίβεια των τεστ αντισωμάτων και, από την δική της οπτική, οι επιστήμονες βιάζονταν να καταλήξουν σε συμπεράσματα. Το τεστ που χρησιμοποιήθηκε στα 3.300 άτομα δεν έχει πιστοποιηθεί από την FDA αλλά εισήχθη και χρησιμοποιήθηκε στις ΗΠΑ από την εταιρεία Premier Biotech. Τα τεστ κατασκευάζονταν από την κινεζική Hangzhou Biotest Biotech που παρείχε εσωτερική ενημέρωση για το ποσοστό ακριβείας. Όμως η ακρίβεια έπρεπε να ελεγχθεί ανεξάρτητα πριν ολοκληρωθεί η έρευνα. Ο Μπεντάβιντ άρχισε να καλεί και να στέλνει email στην Γουάνγκ στις 29 Μαρτίου. «Φαίνεται πως υπήρχε τεράστια βιασύνη» έγραψε η ερευνήτρια στα μέσα Απριλίου σε ένα email. Σε άλλο email που είχε σταλεί τόσο στον Δρ. Μπόγκαν, όσο και στον επιχειρηματία Ντέιβιντ Νίλμαν, φαίνεται πως συζητούν τους ελέγχους της Τάια Γουάνγκ. «Ντέιβιντ, νομίζω ότι θα πρέπει να γράψεις στην Τάια και να της πεις ότι θα υποστηρίξεις το εργαστήριό της, αν επικυρώσει το κιτ των τεστ», διαβάζει κανείς στο μήνυμα, του οποίου ο αποστολέας δεν εμφανίζεται. Ο Νίλμαν όντως της έγραψε: «Πρώτα και κύρια πρέπει να επιβεβαιώσουμε χωρίς αμφιβολία την αποτελεσματικότητα αυτών των τεστ», της είπε, δηλώνοντας απογοητευμένος από τους αργούς ρυθμούς προόδου. Παράλληλα εξέφρασε το ενδιαφέρον του για μία αντίστοιχη έρευνα και στη Νέα Υόρκη. «Δυστυχώς ο επικοινωνιακός αντίκτυπος και η δυνατότητα να συγκεντρώσουμε μεγάλα ποσά γρήγορα δεν θα είναι ο ίδιος αν ανακοινώσεις ότι το 1% της Σάντα Κλάρα βρέθηκε θετικό σε αντισώματα. Αντίθετα αν το 30% των νεοϋορκέζων βρεθεί θετικό, ο αντίκτυπος θα είναι τεράστιος». Τελικά ο Νίλμαν άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να χρηματοδοτήσει την Γουάνγκ, για να διεξαγάγει αυτό το μελλοντικό τεστ στην Νέα Υόρκη. «Αν προτίθεσαι να κάνεις 5.000 τεστ στη Νέα Υόρκη, απλώς πες μου το κόστος και θα συγκεντρώσω αμέσως τα χρήματα», της έγραψε, υπογράφοντας με τον αριθμό του κινητού του τηλεφώνου. «Ο χρόνος είναι ύψιστης σημασίας», καταλήγει σε ένα email που ο Νιλμαν φαίνεται να μοιράζεται τις επισημάνσεις του προς την Γουάνγκ και με τους επικεφαλής της έρευνας. Η Γουάνγκ αρνήθηκε να σχολιάσει τα επίμαχα email. Δήλωσε μόνο πως ταράχθηκε από την πρόταση του Νίλμαν και υποστήριξε πως επικοινώνησε μαζί του μία φορά στο τηλέφωνο. «Εξέφρασε το ενδιαφέρον για έρευνες στη Νέα Υόρκη και του είπα πως θεωρούσα ότι ήταν καλή ιδέα αλλά δεν θα το κάνω. Το εργαστήριό μου δεν λειτουργεί με συμβόλαια. Δεν είναι αυτό που κάνουμε. Δεν ζήτησα χρηματοδότηση ούτε έλαβα χρηματοδότηση για οτιδήποτε σχετικό». Ο Νίλμαν από την πλευρά του υποστήριξε ότι απλώς ήθελε να βοηθήσει και ήταν περίεργος για την πρόοδο της αξιολόγησης. Είπε ότι θυμόταν να την ρωτά «χρειάζεστε χρήματα;» με εκείνη να του απαντά «όχι, έχω αρκετά χρήματα». «Είχε τα τεστ έτοιμα όταν μιλήσαμε. Ήταν ένας ευχάριστος διάλογος. Δεν την πίεσα». Ο Μπεντάβιντ λέει πως πρόθεσή του ήταν να βοηθήσει όπως μπορούσε την Γουάνγκ σε μία εποχή μεγάλου στρες, όχι να την πιέσει οικονομικά. Ο ίδιος δηλώνει πως δεν προβληματίστηκε από τον ρυθμό με τον οποίο έλεγξε τα τεστ. «Καταλάβαινα πλήρως τους περιορισμούς». Τα πειράματα της Γουάνγκ όμως την θορύβησαν, όπως υποστηρίζει η ίδια, που ενημέρωσε τηλεφωνικά τον Μπεντάβιντ ότι κάποια τεστ δεν ανίχνευαν καθόλου αντισώματα. Τόνισε δε πως τα τεστ αντιδρούσαν ανεπαρκώς σε χαμηλά επίπεδα αντισωμάτων, όπου είναι και η συνηθέστερη περίπτωση για ανθρώπους με ήπια συμπτώματα ή και εντελώς ασυμπτωματικούς φορείς. Στην έκθεση έχουν περιληφθεί τα αποτελέσματα της Γουάνγκ όπου σημειώνεται ότι σε μία ομάδα 30 ατόμων που δεν είχαν αντισώματα, το τεστ ήταν 100% ακριβές αλλά σε άλλο γκρουπ με θετικά δείγματα, κατάφερε να ανιχνεύσει μόνο 27 από 37 περιπτώσεις. Αλλού, αντί για 27 γίνεται λόγος για 25 σωστά αποτελέσματα. Η Γουάνγκ επέμεινε πως δεν ήθελε να μπει το όνομά της στην έρευνα με ένα mail που έστειλε πέντε μόλις μέρες πριν την δημοσίευση. Τα ανακριβή τεστ αποτελούν μεγάλο κίνδυνο για την δημόσια υγεία, καθώς εσφαλμένως θετικά αποτελέσματα θα έδιναν σε ανθρώπους που δεν έχουν ακόμα νοσήσει την ψευδαίσθηση της ασφάλειας, ωθώντας τους να σταματήσουν να τηρούν τα μέτρα ατομικής προστασίας και αποστασιοποίησης, αυξάνοντας την πιθανότητα να κολλήσουν και να μεταδώσουν τον ιό. Παράλληλα υπάρχει πολύ μεγαλύτερο ρίσκο για ένα λάθος θετικό αποτέλεσμα σε περιοχές που δεν έχει εξαπλωθεί ακόμα ο ιός από ότι για ένα εσφαλμένως αρνητικό δείγμα. Οι εθελοντές έλαβαν διαβεβαιώσεις πως αν τα τεστ ήταν θετικά, το πανεπιστήμιο θα επικοινωνούσε μαζί τους εντός ολίγων ημερών. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν συνέβη και ο Μπεντάβιντ απέδωσε αυτή την απόφαση στους περιορισμούς του πρωτοκόλλου που εγκρίνει το Στάνφορντ. Ο παθολόγος Σκοτ Μπόιντ, που επίσης κλήθηκε να διαπιστώσει την αξιοπιστία των τεστ, μοιράστηκε την αμφιβολία του και ζήτησε επανεξέταση των θετικών δειγμάτων αλλά ο Μπεντάβιντ ήταν αντίθετος στην ιδέα. «Είναι επειδή θα έπαιρνε κάποιον χρόνο;» αναρωτιέται ο Μπόιντ. Τελικά η ομάδα έσπευσε να προ-δημοσιεύσει την έρευνα στο MedRxiv, χωρίς να ενημερώσει τον Μπόιντ, πριν ολοκληρωθεί η δεύτερη επαλήθευση των τεστ. Η προδημοσίευση στις 17 Απριλίου διαδόθηκε αστραπιαία στα social media από δημοφιλείς υποστηρικτές της δεξιάς πτέρυγας με χάσταγκ όπως #ReopenAmerica, #EndTheLockdown και #BackToWork (μτφρ: Ανοίξτε ξανά την Αμερική, Τέλος στο Lockdown και Πίσω στη Δουλειά). Τόσο πριν όσο και μετά την δημοσίευση οι ερευνητές μιλούσαν δημοσίως για τα αποτελέσματα σε μεγάλα μέσα όπως το BBC και το CNN. O Μπατατσάρια έλεγε στις 14 Απριλίου ότι η θνητότητα είναι δεκάδες φορές μικρότερη από την καταγεγραμμένη. Στις 15 Απριλίου ο Μπόγκαν μίλησε στο ραδιοφωνικό σόου του Τζον Φεντερίκις και, μία εβδομάδα αργότερα, ο Δρ. Ιωαννίδης εμφανίστηκε στο σόου της Λόρα Ίνγκραχαμ. Στην αναφορά – καταγγελία, η πηγή επισημαίνει πως οι συγγραφείς της έρευνας έκαναν συντονισμένες εμφανίσεις στα ΜΜΕ μετά την δημοσίευση και συνέχισαν να προωθούν την μελέτη τους, παρά την σοβαρή κριτική από πολλούς στατιστικολόγους. Ένας από τους επικριτές μάλιστα, χαρακτήρισε την έρευνα το «εγχειρίδιο όσων ΔΕΝ πρέπει να κάνουμε στην στατιστική», αξιολογώντας ως πρόχειρη τη δουλειά. Από τα βασικά σημεία αμφισβήτησης, ήταν φυσικά το ποσοστό λάθους στα θετικά τεστ. Στις 21 Απριλίου ο Ιωαννίδης επιχείρησε να απαντήσει στην κριτική, δηλώνοντας στους New York Times «Δεν είναι τέλεια η έρευνα, αλλά είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να προσφέρει η επιστήμη». Την ίδια ώρα στο παρασκήνιο, η ομάδα έδινε στα εύσημα στον Μπόιντ για την συνεισφορά του, αλλά εκείνος είχε πολύ διαφορετική άποψη και διάθεση: «Μόλις τα αποτελέσματα του επανελέγχου βγουν αύριο, θα χαρώ να τερματίσω την συμμετοχή μου, χωρίς καμία σύνδεση ή αναγνώριση στην τρέχουσα, στην ανανεωμένη ή σε οποιαδήποτε μελλοντική προδημοσίευση, δημοσίευση ή άλλη δημόσια παρουσίαση των αποτελεσμάτων» έγραφε σε mail.

Και ο Μπόιντ αρνήθηκε να σχολιάσει το ρεπορτάζ.

Στις 30 Απριλίου, αναρτήθηκε μια δεύτερη, διορθωμένη προδημοσίευση με μεγαλύτερα όρια σφάλματος και αβεβαιότητας. Σε αυτήν, οι αναθεωρημένες εκτιμήσεις για τον πολλαπλασιαστή των πραγματικών κρουσμάτων είχαν μετακινηθεί από το αρχικό 50-85 στο 26-95. Η πρόταση που είχε αρχικά διατυπωθεί με βεβαιότητα: «Η μόλυνση είναι πολύ πιο διαδεδομένη από ότι καταδεικνύουν τα επιβεβαιωμένα κρούσματα» είχε αλλαχθεί σε «μπορεί να είναι πολύ πιο διαδεδομένη». Παράλληλα, οι ερευνητές ανέβασαν το ποσοστό εκτιμώμενης θνητότητας στο 0,17%. Ωστόσο η πηγή που έκανε την καταγγελία παρατηρεί ότι και η νέα έκθεση βρίθει κενών και ασάφειας, αφού στην επικαιροποίηση έχουν προστεθεί 2.923 δείγματα χωρίς να εξηγείται από που έχουν προέλθει. Σε ένα εσωτερικό memo αναφερόταν πάντως πως τα περισσότερα είχαν προσφερθεί ως δεδομένα από την κατασκευάστρια εταιρεία των τεστ Hangzhou Biotest. «Αυτό εγείρει ανησυχίες πως τα δεδομένα έχουν αλλοιωθεί, εκούσια ή ακούσια, παρουσιάζοντας μία εξωπραγματικά θετική εικόνα για τα τεστ», σημειώνεται στην καταγγελία, που τονίζεται ότι η επιστημονική ομάδα υποστηρίζει ότι το τεστ είναι 7,5 φορές πιο ακριβές, από τα αποτελέσματα οποιουδήποτε άλλου σχετικού ελέγχου στο επίμαχο κιτ. Ο Μπεντάβιντ υποστηρίζει από την πλευρά του ότι αυτοί οι ισχυρισμοί είναι αναληθείς, στο βαθμό που έχει γνώση των γεγονότων. Παραμένει άγνωστο πόσο πολύ θα επηρεάσει η έρευνα τις αποφάσεις για το «άνοιγμα» των Πολιτειών μετά το lockdown, αλλά ο Ιωαννίδης κατέθεσε στην γερουσία την άποψη πως «αν και στην αρχή τα lockdown ήταν δικαιολογημένα […] το έθνος θα έπρεπε τώρα να προστατεύσει τις ομάδες υψηλού κινδύνου και να διαβεβαιώσει τους περισσότερους πολίτες, και ιδίως εκείνους μικρότερων ηλικιών χωρίς υποκείμενα νοσήματα, ότι διατρέχουν πολύ μικρό κίνδυνο». Την ίδια εβδομάδα, ο Νίλμαν έγραψε στο Twitter πως «όταν όλα αυτά τελειώσουν, ο Δρ. Ιωαννίδης θα δικαιωθεί, αν και προς το παρόν δυσφημείται». Μέχρι και σήμερα, ο ερευνητής επιμένει στις αρχικές θέσεις του. «Είναι μία πολύ κοινή μόλυνση, πολύ συχνά ασυμπτωματική και περνά κάτω από το «ραντάρ»». Επιμένει μάλιστα ότι η άποψή του βασίζεται στα δεδομένα και όχι στην πολιτική. «Είμαι απλά ένας επιστήμονας», διατείνεται.

Με πληροφορίες από Buzzfeed News,

Πηγή: http://www.lifo.gr

Η Wall Street Journal για τον Δρ. Ιωαννίδη: Ο κομιστής των καλών ειδήσεων για τον κορωνοϊό
Πρώτη καταχώρηση: Κυριακή, 26 Απριλίου 2020
Στον καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Στάνφορντ Δρ. Ιωάννη Ιωαννίδη αναφέρεται η Wall Street Journal.

Το άρθρο το υπογράφει η Allysia Finley και ο τίτλος είναι: Ο κομιστής των καλών ειδήσεων για τον κορωνοϊό

(Η κα Finley είναι μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού)

Το άρθρο:

Οι υπερασπιστές της καραντίνας για την καταπολέμηση του κορωνοϊού συνεχίζουν να μιλούν για την επιστήμη. «Πρόκειται να κάνουμε το σωστό, δεν κρίνουμε με βάση την πολιτική, ούτε τις διαμαρτυρίες αλλά με βάση την επιστήμη», δήλωσε ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια Γκάβιν Νιούσομ αυτή την εβδομάδα. Η κυβερνήτης του Μίσιγκαν Γκρέτσεν Γουίτμερ εξέδωσε διαταγή που, μεταξύ άλλων, απαγόρευε τη πώληση χρωμάτων και σπόρων αλλά επέτρεπε τη πώληση ποτών και τη λαχειοφόρο αγορά. «Κάθε δράση είναι σε γνώση των καλύτερων συμβούλων επιστήμης και επιδημιολογίας» έγραψε.

Αλλά οι απόψεις των επιστημόνων σχεδόν ποτέ δεν είναι ομόφωνες. Σκεφθείτε την περίπτωση του Ιωάννη Ιωαννίδη, του καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Στάνφορντ. Η εμπειρογνωμοσύνη του είναι ευρεία – στατιστική, βιοιατρικά δεδομένα, έρευνες πρόληψης και υγείας. Η Google τον κατατάσσει μεταξύ των 100 πιο γνωστών επιστημόνων στον κόσμο. Έχει δημοσιεύσει περισσότερες από 1.000 εργασίες, πολλές από αυτές μετά-αναλύσεις και κριτικές άλλων μελετών. Ωστόσο τώρα στοχοποιήθηκε επειδή διαφωνεί με τη θεωρία της καραντίνας –επειδή κοίταξε τα δεδομένα και βρήκε καλά νέα.

Σε ένα άρθρο του Μαρτίου για το Stat News, ο Δρ. Ιωαννίδης υποστήριξε ότι ο Covid-19 είναι πολύ λιγότερο θανατηφόρος από ό, τι υποθέτουν οι αυτοί που εξετάζουν τα μοντέλα. Μελέτησε την περίπτωση του κρουαζιερόπλοιου Diamond Princess, που μπήκε σε καραντίνα στις 4 Φεβρουαρίου στην Ιαπωνία. Εννέα από τους 700 μολυσμένους επιβάτες και πλήρωμα πέθαναν. Με βάση τα δημογραφικά στοιχεία του πληθυσμού του πλοίου, ο Δρ. Ιωαννίδης υπολόγισε ότι το ποσοστό θνησιμότητας στις ΗΠΑ θα μπορούσε να είναι τόσο χαμηλό όσο 0.025% έως 0,625% και έθεσε το ανώτατο όριο στο 0,05% έως 1% -σε σύγκριση με αυτό της εποχικής γρίπης.

«Εάν αυτό είναι το πραγματικό ποσοστό», έγραψε, «η καραντίνα που θα έχει δυνητικά τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες είναι παράλογη. Είναι σαν ένας ελέφαντας να δέχεται επίθεση από μία οικόσιτη γάτα. Απογοητευμένος και προσπαθώντας να αποφύγει τη γάτα, ο ελέφαντας πηδά κατά λάθος από έναν βράχο και πεθαίνει».

Στον Δρ. Ιωαννίδη, 54 ετών, αρέσουν οι μεταφορές. Ένας ντόπιος της Νέας Υόρκης που μεγάλωσε στην Αθήνα, διδάσκει επίσης λογοτεχνία και έχει εκδώσει επτά λογοτεχνικά βιβλία –ποίηση και μυθοπλασία, με το τελευταίο να είναι ένα μυθιστόρημα στα ελληνικά. Στον ελεύθερο χρόνο του αρέσει να ξιφομαχεί, να κολυμπά, να πεζοπορεί και να παίζει μπάσκετ.

Νωρίς στην καριέρα του, συνειδητοποίησε ότι «ο κοινός παρανομαστής για όλα όσα έκανα ήταν ότι με ενδιέφεραν πολύ οι μέθοδοι –όχι απαραίτητα τα αποτελέσματα αλλά πως ακριβώς κάνεις κάτι, πώς αποφεύγεις την προκατάληψη, πως αποφεύγετε το λάθος». Όταν άρχισε να εξετάζει μελέτες, ανακάλυψε ότι λίγα ευρήματα από αυτά που γίνονται πρωτοσέλιδα θα μπορούσαν να επαναληφθούν και πολλά άλλα αργότερα αντικρούστηκαν από νέα στοιχεία.

Οι επιστημονικές μελέτες συχνά μολύνονται από προκαταλήψεις. «Πριν από αρκετά χρόνια, μαζί με έναν από τους συναδέλφους μου, είχαμε χαρτογραφήσει 235 προκαταλήψεις σε όλη την επιστήμη. Και ίσως το μεγαλύτερο σύμπλεγμα είναι οι προκαταλήψεις που προσπαθούν να δημιουργήσουν σημαντικά, θεαματικά, συναρπαστικά, εξαιρετικά αποτελέσματα », λέει. «Τα πρώτα αποτελέσματα τείνουν να διογκώνονται. Οι ισχυρισμοί για τη σημασία τείνουν να είναι υπερβολικοί».

Ένα παράδειγμα είναι μια μετα-ανάλυση του 2012 για τη διατροφική έρευνα, στην οποία επιλέχθηκαν τυχαία 50 κοινά συστατικά μαγειρέματος, όπως ζάχαρη, αλεύρι και γάλα. Ογδόντα τοις εκατό από αυτά είχαν μελετηθεί για συνδέσεις με καρκίνο και το 72% των μελετών συνέδεσε ένα συστατικό με υψηλότερο ή χαμηλότερο κίνδυνο. Ωστόσο, τα τρία τέταρτα των ευρημάτων ήταν αδύναμα ή στατιστικά ασήμαντα.

Ο Δρ. Ιωαννίδης αποκαλεί την πανδημία του κορωνοϊού «την τέλεια καταιγίδα αυτής της αναζήτησης για πολύ επείγοντα, εντυπωσιακά, συναρπαστικά, αποκαλυπτικά αποτελέσματα. Και όπως βλέπετε, προφανώς οι πρώτες εκτιμήσεις μας φαίνεται να ήταν εξαιρετικά υπερβολικές σε πολλά μέτωπα».

Επικεφαλής μεταξύ αυτών ήταν μια μελέτη του Imperial College London, η οποία προέβλεπε περισσότερους από 2,2 εκατομμύρια θανάτους από κορωνοϊό στις Η.Π.Α. ελλείψει «οποιωνδήποτε μέτρων ελέγχου ή αυθόρμητων αλλαγών στην ατομική συμπεριφορά». Η μελέτη δημοσιεύθηκε στις 16 Μαρτίου – την ίδια ημέρα που η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε την πρωτοβουλία «15 Days to Slow the Spread», η οποία περιελάμβανε αυστηρές οδηγίες.

Ο Δρ. Ιωαννίδης λέει ότι η τρομερή προβολή φαίνεται τώρα να είναι μια χονδροειδής υπερεκτίμηση. «Χρησιμοποίησαν δεδομένα που ήταν εντελώς άσχετα σε ορισμένους υπολογισμούς τους», λέει. «Εάν τα δεδομένα είναι περιορισμένα ή ελαττωματικά, τα λάθη τους διαδίδονται μέσω του μοντέλου. . . . Επομένως, εάν έχετε ένα μικρό σφάλμα και εκτείνετε αυτό το σφάλμα, το μέγεθος του τελικού σφάλματος στην πρόβλεψη ή οτιδήποτε μπορεί να είναι αστρονομικό».

«Λατρεύω τα μοντέλα», προσθέτει. «Κάνω πολλά μαθηματικά μοντελοποιώντας τον εαυτό μου. Αλλά νομίζω ότι πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι είναι πολύ, πολύ χαμηλά όσον αφορά το πόσο σημασία μπορούμε να τους δώσουμε και πόσο μπορούμε να τα εμπιστευτούμε. . . . Μπορούν να σας δώσουν ένα πρώτο είδος μαθηματικής αιτιολόγησης, αλλά πέρα από αυτό το σημείο, το να βασίζεται σε μοντέλα για αποδείξεις, νομίζω ότι είναι μια πολύ κακή συνταγή».

Αυτοί που κάνουν τα μοντέλα μερικές φορές αρνούνται να αποκαλύψουν τις παραδοχές ή τα δεδομένα τους, επομένως τα λάθη τους δεν εντοπίζονται. Η κομητεία του Λος Άντζελες προέβλεψε την περασμένη εβδομάδα ότι το 95,6% του πληθυσμού της θα είχε μολυνθεί έως τον Αύγουστο, εάν τα κοινωνικά μέτρα χαλαρώνουν. (Οι επιβεβαιωμένες περιπτώσεις ήταν 0,17% του πληθυσμού από την Πέμπτη.) Αλλά η βάση για αυτήν την πρόβλεψη είναι ασαφής. «Το λιγότερο που χρειαζόμαστε είναι ειλικρίνεια και διαφάνεια για να είμαστε σε θέση να πούμε κάτι», λέει ο Δρ. Ιωαννίδης.

Και το πιο σημαντικό, «αυτό που χρειαζόμαστε είναι δεδομένα. Χρειαζόμαστε πραγματικά δεδομένα. Χρειαζόμαστε δεδομένα σχετικά με το πόσα άτομα έχουν μολυνθεί μέχρι τώρα, πόσα άτομα έχουν μολυνθεί ενεργά, ποιο είναι το ποσοστό θανάτου, πόσα κρεβάτια πρέπει να διαθέσουμε».

Αυτό θα απαιτήσει περισσότερες δοκιμές. Ο Δρ. Ιωαννίδης και οι συνάδελφοί του στο Στάνφορντ την περασμένη εβδομάδα δημοσίευσαν μια μελέτη σχετικά με τον επιπολασμό των αντισωμάτων κορωνοϊού στην κομητεία Santa Clara. Με βάση τις εξετάσεις αίματος 3.300 εθελοντών στην κομητεία – που περιλαμβάνει το Σαν Χοσέ, την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Καλιφόρνιας – κατά την πρώτη εβδομάδα του Απριλίου, υπολόγισαν ότι μεταξύ 2,49% και 4,16% του πληθυσμού είχαν μολυνθεί. Αυτός είναι 50 έως 85 φορές ο αριθμός των επιβεβαιωμένων περιπτώσεων και συνεπάγεται ποσοστό θνησιμότητας μεταξύ 0,12% και 0,2%, σύμφωνα με αυτό του Diamond Princess.

Η μελέτη αμέσως δέχθηκε επίθεση. Ορισμένοι στατιστικολόγοι αμφισβήτησαν τις μεθόδους του. Οι κριτικοί σημείωσαν ότι το δείγμα της μελέτης δεν επιλέχθηκε τυχαία και οι λευκές γυναίκες κάτω των 64 ετών εκπροσωπήθηκαν δυσανάλογα. Η ομάδα του Στάνφορντ προσαρμόστηκε για τη μεροληψία δειγματοληψίας σταθμίζοντας τα αποτελέσματα ανά φύλο, φυλή και ταχυδρομικό κώδικα, αλλά η μελέτη αναγνωρίζει ότι άλλες προκαταλήψεις είναι δύσκολο να εξακριβωθούν.

Ο Δρ. Ιωαννίδης παραδέχεται ότι η μελέτη του δεν είναι «αλεξίσφαιρη» και λέει ότι χαιρετίζει τον έλεγχο. Ωστόσο, είναι πεπεισμένος ότι τα ευρήματα θα διατηρηθούν και λέει ότι μελέτες αντισωμάτων από όλο τον κόσμο θα αποφέρουν περισσότερα δεδομένα. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε αυτήν την εβδομάδα από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας και το Τμήμα Δημόσιας Υγείας του Λος Άντζελες υπολόγισε ότι ο ιός είναι 28 έως 55 φορές πιο διαδεδομένος σε αυτήν την κομητεία. Μια μελέτη της Νέας Υόρκης που κυκλοφόρησε την Πέμπτη εκτιμά ότι το 13,9% της πολιτείας και το 21,2% της πόλης είχαν μολυνθεί, σε 10 δεκαπλάσιο βαθμό από τις επιβεβαιωμένες περιπτώσεις.

Ωστόσο, οι περισσότερες κριτικές για τη μελέτη του Στάνφορντ στοχεύουν στην υπεράσπιση της εφαρμογής της καραντίνας έναντι στον υπαινιγμό ότι είναι υπερβολική αντίδραση. «Υπάρχει κάποιο είδος νοοτροπίας εδώ που απλά επιμένει ότι πρέπει να είναι το τέλος του κόσμου και ότι ο ουρανός ετοιμάζεται να πέσει. Επιτίθενται σε μελέτες με δεδομένα που βασίζονται σε εικασίες και επιστημονική φαντασία », λέει. «Αλλά η απόρριψη πραγματικών δεδομένων για χάρη της μαθηματικής κερδοσκοπίας είναι εντυπωσιακή».

Εν μέρει κατηγορεί τα μέσα ενημέρωσης: «Έχουμε κάποιες ενδείξεις ότι οι κακές ειδήσεις, οι αρνητικές ειδήσεις [ιστορίες], είναι πιο ελκυστικές από τις θετικές ειδήσεις – οδηγούν σε περισσότερα κλικ. Και φυσικά γνωρίζουμε ότι τα ψεύτικα νέα ταξιδεύουν γρηγορότερα από τα αληθινά. Δυστυχώς, λοιπόν, στην προκειμένη περίπτωση, δημιουργήσαμε μια κατάσταση πανικού και τρόμου».

Τα νέα είναι γεμάτα με ιστορίες υγιών νέων που πεθαίνουν από κορωνοϊό. Αλλά ο Δρ. Ιωαννίδης δημοσίευσε πρόσφατα ένα άρθρο με τη σύζυγό του, Δέσποινα Κοντοπούλου-Ιωαννίδη, ειδική για τις μολυσματικές ασθένειες στο Στάνφορντ, που έδειξε ότι πρόκειται για μια υπερβολή. Το ζευγάρι διαπίστωσε ότι άτομα κάτω των 65 ετών χωρίς υποκείμενες καταστάσεις αντιπροσώπευαν μόνο το 0,7% των θανάτων από κορωνοϊό στην Ιταλία και το 1,8% στη Νέα Υόρκη.

«Σε σύγκριση με σχεδόν οποιαδήποτε άλλη αιτία ασθένειας που μπορώ να σκεφτώ, πραγματικά είναι πολύ «φειδωλή» με τους νέους. Δεν λέω ότι οι ζωές των 80 ετών δεν έχουν αξία – έχουν» λέει. «Αλλά υπάρχουν πολύ περισσότεροι νέοι που αυτοκτονούν». Εάν συνεχιστεί ο πανικός και η αναστάτωση, λέει, «θα δούμε πολλούς νέους να αυτοκτονούν. . . απλώς επειδή διαδίδουμε ιστορίες τρόμου με τον Covid-19. Υπάρχουν πολύ περισσότεροι νέοι που πάσχουν από καρκίνο και δεν θα υποβληθούν σε θεραπεία, γιατί και πάλι, δεν θα πάνε στο νοσοκομείο για να λάβουν θεραπεία λόγω του Covid-19. Υπάρχουν πολύ περισσότεροι άνθρωποι των οποίων η ψυχική υγεία θα καταρρεύσει».

Υποστηρίζει ότι οι δημόσιοι αξιωματούχοι πρέπει να σταθμίσουν αυτούς τους παράγοντες κατά τη λήψη αποφάσεων για τη δημόσια υγεία και νέα δεδομένα από αντισώματα και άλλες μελέτες θα βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση.

«Νομίζω ότι πρέπει να πάρουμε ό, τι γνωρίζουμε, να το βάλουμε στο τραπέζι και να προσπαθήσουμε να δούμε ποιο είναι το επόμενο βήμα και να δούμε τι θα συμβεί όταν κάνουμε το επόμενο βήμα. Πιστεύω ότι αυτό το είδος ανατροφοδότησης βάσει δεδομένων θα είναι το καλύτερο. Ξεκινάτε λοιπόν, αρχίζετε να ανοίγετε τα σχολεία σας. Μπορείτε να δείτε τι συμβαίνει », λέει. «Πρέπει να είμαστε ανοιχτόμυαλοι, πρέπει να είμαστε ήρεμοι, να αφήσουμε κάποιο λάθος, είναι αναπόφευκτο. Όταν αρχίσαμε δεν γνωρίζαμε τίποτα. Τώρα γνωρίζουμε πολλά, αλλά ακόμα δεν γνωρίζουμε τα πάντα».

Προειδοποιεί για την εξαγωγή ευρέων συμπερασμάτων σχετικά με την αποτελεσματικότητα της καραντίνας βάσει των εθνικών ποσοστών μόλυνσης και θνησιμότητας. «Δεν είναι ότι έχουμε επιλέξει τυχαία 10 χώρες να μπουν σε καραντίνα και άλλες 10 χώρες να παραμείνουν σχετικά ανοιχτές και να δούμε τι συμβαίνει και να το κάνουμε τυχαία. Διαφορετικοί πρωθυπουργοί, διαφορετικοί πρόεδροι, διαφορετικές ομάδες εργασίας λαμβάνουν αποφάσεις, τις εφαρμόζουν σε διαφορετικές ακολουθίες, σε διαφορετικές στιγμές, σε διαφορετικές φάσεις της επιδημίας. Και τότε οι άνθρωποι αρχίζουν να βλέπουν αυτά τα δεδομένα και λένε: Κοίτα αυτό, αυτό το μέρος τα πήγε πολύ καλά. Γιατί; Ω, λόγω αυτού του μέτρου. Αυτό είναι καθαρά υποκειμενική κρίση».

Οι άνθρωποι κάνουν «μεγάλες δηλώσεις σχετικά με το ότι η καραντίνα σώζει τον κόσμο. Νομίζω ότι είναι ανώριμο. Είναι εξαιρετικά ανώριμο. Μπορεί να έχουν δουλέψει σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να μην είχαν καμία επίδραση σε άλλες, και μπορεί να ήταν βλαβερές σε κάποιες άλλες».

Οι περισσότερες διαφωνίες μεταξύ των επιστημόνων, σημειώνει, αντανακλούν διαφορές στην προοπτική και όχι στα γεγονότα. Μερικοί θεωρούν τη μελέτη του Στάνφορντ ανησυχητική επειδή υποδηλώνει ότι ο ιός μεταδίδεται πιο εύκολα, ενώ άλλοι ελπίζουν επειδή υποδηλώνει ότι ο ιός είναι πολύ λιγότερο θανατηφόρος. Είναι βασικά ένα ζήτημα αν είστε αισιόδοξος ή απαισιόδοξος. Ακόμη και οι επιστήμονες μπορούν να είναι αισιόδοξοι και απαισιόδοξοι. Συνήθως είμαι απαισιόδοξος, αλλά σε αυτήν την περίπτωση, είμαι μάλλον αισιόδοξος».

Πηγή: Wall Street Journal,
https://www.zougla.gr

Ο δρ Γιάννης Ιωαννίδης του Στάνφορντ μιλάει για την οικονομική κρίση που έρχεται
 14/05/2020 

Φόρο…αίματος χιλιάδων ανθρώπων αναμένεται να πληρώσει η ελληνική κοινωνία, καθώς η επιλογή του γενικευμένου lockdown ως μέσου αντιμετώπισης της πανδημίας φέρνει προ των πυλών νέα οικονομική κρίση, με οδυνηρές συνέπειες ειδικά για τους φτωχούς και τους ηλικιωμένους!

Συνέντευξη στην Κέλλυ Φαναριώτη

Όπως εξηγεί στη «δημοκρατία» ο καθηγητής Παθολογίας, Έρευνας και Πολιτικής Υγείας, Επιστημών Δεδομένων και Στατιστικής στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ Γιάννης Ιωαννίδης, τα μέτρα που περιελάμβανε το lockdown δεν ήταν αποτελεσματικά, ίσως μάλιστα να ήταν και επιβλαβή.

«Κάποια από αυτά ήταν χρήσιμα, όπως, για παράδειγμα, η ακύρωση καρναβαλιών και ποδοσφαιρικών αγώνων. Εκ των υστέρων, όμως, συνυπολογίζοντας τα υπέρ και τα κατά, όχι μόνο στην οικονομία αλλά κυρίως σε απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, ο αυστηρός γενικευμένος εγκλεισμός φαίνεται, δυστυχώς, να έκανε περισσότερο κακό απ’ ό,τι καλό» αναφέρει και εξηγεί: «Έχει υπολογιστεί ότι ένα έτος οικονομικής κρίσης μεταφράζεται σε απώλεια περίπου 3.000 ζωών Ελλήνων.

Ένα μικρό ποσοστό από αυτόν τον αριθμό είναι οι αυτοκτονίες. Το μεγαλύτερο μέρος των επιπλέον θανάτων, που χειροτερεύει σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, αφορά συχνά σοβαρά νοσήματα, όπως στεφανιαία νόσο. Μάλιστα, οι ευάλωτοι, οι ηλικιωμένοι και οι οικονομικά ασθενέστεροι πλήττονται περισσότερο».

Σύμφωνα με τον διακεκριμένο επιστήμονα, η απόφαση για τον εγκλεισμό ήταν δικαιολογημένη, καθώς ελήφθη με τα επισφαλή -και, όπως αποδείχθηκε, αρκετά λανθασμένα- στοιχεία που κυκλοφορούσαν τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο. «Επειδή με τις συνέπειες του εγκλεισμού έχουμε πιθανόν μπροστά μας πολύ δύσκολες μέρες, έχει σημασία να έχουμε ομόνοια και ψυχραιμία και να μην ψάχνουμε να κατηγορήσουμε όσους πήραν δύσκολες αποφάσεις. Η οργή ποτέ δεν βοηθάει.

Οι καλύτεροι επιστήμονες και οι καλύτεροι ηγέτες μπορεί να κάνουν συντριπτικά λάθη, ακόμα κι αν έχουν την καλύτερη πρόθεση. Αξίζουν, λοιπόν, συγχαρητήρια σε όλους για την καλοπροαίρετη προσπάθεια και σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να οδηγηθούμε σε πικρόχολα σχόλια και αλληλοκατηγορίες. Ελπίζω ότι η ικανότητά μας να διατηρήσουμε ψυχραιμία και ενότητα θα μετριάσει και τις καταστρεπτικές συνέπειες του lockdown» αναφέρει.

Χαμηλή θνησιμότητα

Αναφερόμενος στον χαμηλό, συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αριθμό κρουσμάτων κορονοϊού στη χώρα μας, ο Ελληνας γιατρός ξεκαθαρίζει πως, από τη στιγμή που έγινε πολύ περιορισμένη χρήση τεστ, δεν μπορούμε να ξέρουμε την ακριβή διάδοση της λοίμωξης στον πληθυσμό.

Όσο για την εξίσου χαμηλή θνησιμότητα που κατά καιρούς έχει τύχει διθυραμβικών σχολίων από τα κορυφαία μέσα ενημέρωσης του κόσμου, υπογραμμίζει πως αυτό εξαρτάται από πολλές παραμέτρους και δεν είναι απόρροια των γρήγορων αντανακλαστικών που έδειξε η ελληνική κυβέρνηση.

«Η θερμοκρασία, τα επίπεδα υγρασίας, η πληθυσμιακή πυκνότητα, η ένταση στον συγχρωτισμό του πληθυσμού, η επισκεψιμότητα μιας περιοχής από πιθανόν μολυσμένους ταξιδιώτες του εξωτερικού τον χειμώνα, η εκτεταμένη ή μη χρήση γηροκομείων από το κοινωνικό σύνολο στα τελευταία χρόνια της ζωής, η κάλυψη των βασικών αναγκών της υγείας του πληθυσμού από εθνικά συστήματα, η ιδιωτική ασφάλιση και το ποσοστό ανασφάλιστων και απροστάτευτων πολιτών είναι κάποιοι μόνο από τους παράγοντες που συμβάλλουν στον αριθμό των θανάτων» εξηγεί.

Μάλιστα, για να ενισχύσει την επιχειρηματολογία του, φέρνει ως παράδειγμα το Βέλγιο, όπου τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα άρχισαν αρκετά νωρίτερα, όμως αναλογικά οι θάνατοι ήταν 50 φορές περισσότεροι.

«Πρόκειται για μια χώρα με μεγαλύτερη πληθυσμιακή πυκνότητα, πολύ μεγαλύτερη επισκεψιμότητα τον χειμώνα απ’ όλη την Ευρώπη και όλο τον κόσμο, έντονο συγχρωτισμό, πολύ διαφορετικό κλίμα, εκτεταμένη χρήση γηροκομείων. Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία του Βελγίου, το 53% των θανάτων σημειώθηκε σε οίκους ευγηρίας».

Η άρση των μέτρων

Κι ενώ βρισκόμαστε στην πρώτη φάση της άρσης των περιοριστικών μέτρων, αρκετοί είναι εκείνοι που ξεχύθηκαν το περασμένο Σαββατοκύριακο στις παραλίες, σε μια προσπάθεια να ξανακερδίσουν τη ζωή τους. Ποιος είναι, όμως, ο κίνδυνος που ελλοχεύει από εδώ και στο εξής για τη χώρα μας; Σύμφωνα με τον δρα Γιάννη Ιωαννίδη, εκτός από ψυχραιμία και προσοχή, είναι απαραίτητη η συνεχής ανατροφοδότηση από επιδημιολογική επιτήρηση.

«Πρέπει να ξέρουμε αφενός πόσα κρεβάτια έχουμε διαθέσιμα αν κάτι δεν πάει καλά και ταυτόχρονα να έχουμε αντιπροσωπευτικά δείγματα από τον πληθυσμό, που να μας πουν πόσοι έχουν μολυνθεί και πόση ενεργότητα του επιδημικού κύματος συνεχίζει να υπάρχει» λέει, προσθέτοντας πως χωρίς δεδομένα δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν έσβησε το κύμα.

Όπως εξηγεί, είναι πολύ πιθανόν αυτή τη στιγμή να μην υπάρχει καν ενεργό επιδημικό κύμα στην Ελλάδα, καθώς φαίνεται ότι κορυφώθηκε στα τέλη Μαρτίου με αρχές Απριλίου.
«Όμως οι θάνατοι συμβαίνουν εβδομάδες ή και μήνες μετά τη λοίμωξη. Πώς θα ξέρουμε ότι κάποια στιγμή το κύμα επανήλθε αν συνεχίσουμε να μην έχουμε δεδομένα επιδημιολογικής επαγρύπνησης;» διερωτάται ο καθηγητής και προειδοποιεί: «Αν περιμένουμε απλώς να δούμε αν έρχονται πολύ βαριά ασθενείς στα νοσοκομεία, θα είναι αργά, γιατί το επιδημικό κύμα θα έχει ξεκινήσει δύο ή τρεις εβδομάδες πιο πριν.

Το χαρακτηριστικό του κορωνοϊού είναι η ικανότητά του να κάνει εξαιρετικά ταχύτατα οξυκόρυφα κύματα μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Με αντιπροσωπευτικά δείγματα του πληθυσμού, με ελάχιστο κόστος λίγων δεκάδων χιλιάδων ευρώ, θα είχαμε μια καλή εικόνα και θα είχαμε μεγαλύτερη σιγουριά για να προχωρήσουμε σε άρση των μέτρων με αρκετά πιο γρήγορους ρυθμούς».

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, https://www.dimokratianews.gr/

Οn l i n e (διαδικτυακά) και Δια Ζώσης Σεμινάρια Κινηματογράφου 2020 !!

Συμπληρώστε τη δήλωση ενδιαφέροντος:

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.