Herman Melville: ΜΟΜΠΥ-ΝΤΙΚ, Η ΦΑΛΑΙΝΑ, Μετάφραση: Αθανάσιος Κ. Χριστοδούλου (Εκδόσεις: Gutenberg)

MOBY DICK HERMAN MELVILLE
Herman Melville

Μόμπι Ντικ ή Η Φάλαινα

Μεταφραστής: Αθανάσιος Κ. Χριστοδούλου
Εκδόσεις: Gutenberg

«Για να γράψεις ένα μεγάλο βιβλίο, πρέπει να διαλέξεις ένα μεγάλο θέμα. […] Αυτό που, άπαξ και το ‘βρισκε κανείς, ξεκαθάριζαν και όλα τα υπόλοιπα » (H. Melville). Το αδιαμφισβήτητο αριστούργημα της αμερικανικής λογοτεχνίας στην πρώτη πλήρη ελληνική του μετάφραση.

απόσπασμα

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΑΜYΔΡΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΣΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΟΡΙΖΟΝΤΑ

ΛΕΓΕ με ‘Ισμαήλ. Πριν από μερικά χρόνια —δεν έχει σημασία πόσο ακριβώς— έχοντας λίγα ή καθόλου χρήματα στο πουγκί μου και τίποτα ιδιαίτερο πού να με ενδιαφέρει στη στεριά, σκέφτηκα να ταξιδέψω λίγο στη θάλασσα και να δω το υδάτινο μέρος του κόσμου. Είναι ένας τρόπος πού έχω να διώχνω το σπλήνιασμα και να ρυθμίζω το κυκλοφοριακό. Όταν πιάνω τον εαυτό μου να στραβώνει το στόμα’ όταν μες στην ψυχή μου είναι Νοέμβρης υγρός, πού ψιλοβρέχει- όταν πιάνω τον εαυτό μου να σταματάει άθελα μπρος σε φε-ρετροπωλεία και να γίνεται ουραγός κάθε κηδείας πού συναντώ και ειδικά όταν οι υποχονδρίες μου με κυβερνούν τόσο, πού χρειάζεται ένας δυνατός ηθικός φραγμός να με εμποδίσει να βγω επίτηδες στο δρόμο και μεθοδικά να ρίξω χάμω τα καπέλα του κόσμου — τότε θεωρώ πώς ήρθε πια ή ώρα να μπαρκάρω, όσο πιο γρήγορα μπορώ. Είναι το δικό μου υποκατάστατο του πιστολιού και της σφαίρας. Μέ μια φιλοσοφική χειρονομία όλο μεγαλοπρέπεια, ό Κάτων ρίχνεται πάνω στο σπαθί του· εγώ παίρνω ήσυχα το πλοίο. Δεν υπάρχει τίποτα το εκπληκτικό σ’ αυτό. Αν το ήξεραν έφτανε- όλοι σχεδόν οι άνθρωποι, με τον τρόπο τους, αργά ή γρήγορα, θα έτρεφαν πάνω-κάτω τα ίδια αισθήματα με μένα για τον ωκεανό.

συνειρμικό αφιέρωμα στον ΜΟΜΠΥ ΝΤΙΚ μέσω αναζήτησης στο GOOGLE.

Ακολουθούν τα κείμενα

  • Ο αληθινός «Μόμπι Ντικ»

  • Ο Μόμπι Ντικ θα σώσει τον κόσμο!

  •  ΛΩΡΗ ΚΕΖΑ ασκήσεις ετυμολογίας

  • THE TRACKWORKERS

      Μέσα στον Μόμπι Ντικ

  • Μαραγκόπουλος, Α.

       Ξαναγράφοντας τον Μόμπι Ντικ

http://news.kathimerini.gr

Hμερομηνία δημοσίευσης: 12-02-11

Ο αληθινός «Μόμπι Ντικ»

Ο Τζορτζ Πόλαρντ, κυβερνήτης φαλαινοθηρικών, ναυάγησε το 1820 και το 1823

The New York Times

Στην ιστορία των θαλασσών ελάχιστοι ναυτικοί υπήρξαν πιο άτυχοι από τον Τζορτζ Πόλαρντ. Ο Πόλαρντ ήταν κυβερνήτης του φαλαινοθηρικού «Εσεξ», που το 1820 δέχθηκε επίθεση και βυθίστηκε από οργισμένη φάλαινα στον Ειρηνικό, προσφέροντας την έμπνευση στον Χέρμαν Μέλβιλ για το μυθιστόρημά του «Μόμπι Ντικ».

Αντίθετα, όμως, από τον καπετάνιο Αχαμπ και τον Ισμαήλ, η ιστορία του Πόλαρντ δεν τελειώνει εδώ. Μετά τη βύθιση του «Εσεξ», ο φαλαινοθήρας από το Ναντάκετ της Μασαχουσέτης μαζί με το πλήρωμά του επέπλευσαν σε σχεδία για τρεις μήνες στον Ειρηνικό, αντιμετωπίζοντας τον θάνατο και την τρέλα και καταφεύγοντας στον κανιβαλισμό για να επιβιώσουν (ο Πόλαρντ έφαγε τον εξάδελφό του).

Παρά τις περιπέτειές του αυτές, ο Πόλαρντ επέζησε και εξασφάλισε μάλιστα τη διοίκηση νέου φαλαινοθηρικού πλοίου, του «Δύο Αδέλφια». Η τύχη του αρνήθηκε, όμως, να αλλάξει και ο Πόλαρντ ναυάγησε για μία ακόμη φορά με το νέο σκάφος.

Επιστημονική ομάδα της ομοσπονδιακής υπηρεσίας ωκεανογραφικών μελετών των ΗΠΑ (ΝΟΑΑ) ανακοίνωσε χθες ότι εντόπισε και εξερεύνησε το ναυάγιο του «Δύο Αδέλφια». Το φαλαινοθηρικό βρέθηκε στον Ύφαλο της Γαλλικής Φρεγάτας, επικίνδυνη για τη ναυσιπλοΐα ατόλη 600 ναυτικά μίλια ΒΔ της Χαβάης. Τα ευρήματα από το ναυάγιο περιλαμβάνουν αιχμές από καμάκια και τρεις άθικτες άγκυρες.

Είναι η πρώτη φορά που εντοπίζεται ναυάγιο φαλαινοθηρικού του Ναντάκετ, της αρμάδας τέτοιων σκαφών που όργωναν τις θάλασσες τον 19ο αιώνα, όταν το μικρό νησί της Μασαχουσέτης είχε αναδειχθεί σε διεθνή πρωτεύουσα της φαλαινοθηρίας. «Τα ευρήματα από φαλαινοθηρικά είναι ελάχιστα, καθώς τα περισσότερα βυθίστηκαν στην ανοιχτή θάλασσα και συνήθως σε κλιματικά αντίξοες περιοχές», λέει ο Μπεν Σάιμονς, πρόεδρος της ιστορικής λέσχης του Ναντάκετ.

Το «Δύο Αδέλφια», που ταξίδευε με προορισμό τη θάλασσα της Ιαπωνίας, μετά την εξάντληση των αποθεμάτων φαλαινών στον Ατλαντικό και σε τμήματα του Νοτίου Ειρηνικού, βυθίστηκε στις 11 Φεβρουαρίου 1823 ανοικτά της Γαλλικής Φρεγάτας. Οι ύφαλοι αυτοί, που δεν είχαν χαρτογραφηθεί επαρκώς την εποχή εκείνη, ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνοι, ενώ τη νύχτα της βύθισης του «Δύο Αδέλφια» ο Πόλαρντ δεν μπορούσε να βασιστεί στα άστρα, λόγω της έντονης νέφωσης. Το ναυάγιο εντοπίσθηκε χάρη στα μεγάλα σκουριασμένα καζάνια, όπου το πλήρωμα έβραζε το λίπος της φάλαινας για να φτιάξει λάδι. Η φαλαινοθηρία ήταν αποτρόπαιη, τόσο για τις φάλαινες, που αλιεύθηκαν μέχρι εξαφάνισης, όσο και για τα κακοπληρωμένα πληρώματα των φαλαινοθηρικών.

Μετά το ναυάγιο του «Δύο Αδέλφια», ο Πόλαρντ επέστρεψε στο Ναντάκετ, όπου γνώρισε τον πρώην φαλαινοθήρα και τότε τελωνειακό Μέλβιλ το 1860. Ο Μέλβιλ δεν γνώρισε συγγραφική φήμη παρά λίγα χρόνια πριν από τον θάνατό του το 1891, ενώ έγινε φίλος με τον Πόλαρντ, που πέθανε το 1870 στο αγαπημένο του Ναντάκετ.

http://www.tanea.gr/

Ο Μόμπι Ντικ θα σώσει τον κόσμο!

Η φάλαινα ρυθμίζει το ισοζύγιο του διοξειδίου του άνθρακα
ΓΡΑΦΟΥΝ: ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΡΙΚΚΗΣ skrik@dolnet.gr ΕΥΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΔΟΥ elefthe@dolnet.gr
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Σάββατο 26 Ιουνίου 2010

Οι περιπέτειες του Μόμπι Ντικ συνεχίζονται! Η πιο αγαπημένη φάλαινα του ομώνυμου μυθιστορήματος όχι μόνο ζει και βασιλεύει, αλλά με τον τρόπο της βοηθά στο να ρυθμίζεται το ισοζύγιο του διοξειδίου του άνθρακα που εκλύεται στην ατμόσφαιρα από την ανθρωπογενή δραστηριότητα. Στην παγωμένη άβυσσο του Νότιου Ωκεανού, δύο χιλιόμετρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, μία από τις φονικότερες μάχες της φύσηςκορυφώνεται.

Το μεγαλύτερο γνωστό ασπόνδυλο στον κόσμο, το κολοσσιαίο καλαμάρι που φθάνει σε μήκος τα 14 μέτρα, μάχεται λυσσαλέα μ΄ έναν φυσητήρα, το μεγαλύτερο οδοντοφόρο ζώο στον πλανήτη μας. Ο εχθρός του καλαμαριού έχει μήκος 20 μέτρα, με μεγάλο κεφάλι και χρώμα προς το σταχτίλευκό, θυμίζοντας έντονα εκείνη τη θεόρατη και «μοχθηρή» φάλαινα που μάταια πάσχιζε να εξοντώσει ο αμετανόητος καπετάνιος Αχαάβ…. Σωστά μαντέψατε! Είναι ο Μόμπι Ντικ που όχι μόνο επέζησε αλλά και επέστρεψε δριμύτερος σε νέες περιπέτειες αναλαμβάνοντας αυτή τη φορά να σώσει, στον βαθμό που μπορεί, τον κόσμο από την υπερσυσσώρευση του διοξειδίου του άνθρακα! Ομως για να το καταφέρει αυτό, πρέπει πρώτα να σκοτώσει το κολοσσιαίο καλαμάρι και ο Μόμπι Ντικ είναι το μόνο θηλαστικό που μπορεί να το πετύχει. Κι αυτό γιατί οι φυσητήρες που περιδιαβαίνουν τον Νότιο Ειρηνικό έχουν ένα συγκριτικό πλεονέκτημα απέναντι στο κολοσσιαίο καλαμάρι. Στα παγωμένα νερά της Ανταρκτικής, το καλαμάρι κινείται με νωθρότητα και προτιμά να στήνει καρτέρι στα θύματά του παρά να τα κυνηγά. Ετσι, μόλις ο φυσητήρας το αντικρύσει και του επιτεθεί, δεν δυσκολεύεται να το θέσει εκτός μάχης. Ο όγκος του φυσητήρα είναι μεγάλος. Μπορεί να φθάσει τους 45 τόνους και να καταδυθεί σε βάθος 3.000 μέτρων παίρνοντας μονάχα μία ανάσα. Σε τέτοιο βάθος, μπορεί να παραμείνει μία- μιάμιση ώρα, οπότε έχει όλο το χρονικό περιθώριο να κατατροπώσει το τεράστιο καλαμάρι. Την ίδια τύχη έχει και το γιγάντιο καλαμάρι που μπορεί να φθάσει τα 13 μέτρα μήκος (το θηλυκό) και τα 10 μέτρα μήκος (το αρσενικό).
Η ικανότητα, λοιπόν, του Μόμπι Ντικ να κυνηγά τόσο μεγάλα θηράματα σε τόσο μεγάλα βάθη κίνησε το ενδιαφέρον μιας ομάδας ειδικών του Πανεπιστημίου Flinders της Αδελαΐδας στη Νότια Αυστραλία, οι οποίοι διαπίστωσαν ότι τα μεγάλα θηλαστικά μπορούν με έναν παράδοξο τρόπο να συμβάλουν στην εξισορρόπηση των ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.
Και ας δούμε πώς. Το μεγαλύτερο μέρος της θαλάσσιας ζωής ευδοκιμεί στα πρώτα 200 μέτρα βάθος. Ως εκεί βρίσκεται η λεγόμενη εύφωτη ζώνη όπου οι ακτίνες του ήλιου επιτρέπουν στο φυτοπλαγκτόν να φωτοσυνθέσει απορροφώντας με τον τρόπο αυτό διοξείδιο του άνθρακα. Το φυτοπλαγκτόν αποτελείται από μικροσκοπικούς ζωικούς μονοκύτταρους οργανισμούς με τους οποίους τρέφονται τα ψάρια.
Ζουν στον Νότιο Ειρηνικό. Οι φυσητήρες, που ζουν στο Νότιο Ειρηνικό και ανέρχονται σε περίπου 12.000, καταναλώνουν συνολικά 2 εκατομμύρια τόνους τροφής μεταξύ των οποίων και 60 τόνους σιδήρου. Αφού φάνε την τροφή τους, όπως τα καλαμάρια, σε μεγάλα βάθη, στη συνέχεια αναδύονται φθάνοντας στην εύφωτη ζώνη. Καθώς αποβάλλουν τα περιττώματά τους, περίπου 36 τόνοι σιδήρου που περιέχονται σ΄ αυτά μετατρέπονται σε λίπασμα για το φυτοπλαγκτόν που αναπτύσσεται απορροφώντας διοξείδιο του άνθρακα. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των αυστραλών επιστημόνων, απ΄ όλο το διοξείδιο του άνθρακα που απορροφάται από το φυτοπλαγκτόν ένα ποσοστό από 20% μέχρι 40% καταλήγει στον πυθμένα υπό διάφορες μορφές. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι εξαιτίας της δραστηριότητας των φαλαινών, περίπου 40.000 τόνοι κάθε χρόνο απορροφώνται στον ωκεανό ενώ οι ίδιοι οι φυσητήρες απελευθερώνουν περί τους 160.000 τόνους διοξειδίου μέσω της αναπνοής τους.
Ο μεγάλος πρωταγωνιστής
Ο Μόμπι Ντικ δεν πρωταγωνίστησε τυχαία στο μυθιστόρημα του Χέρμαν Μέλβιλ που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1851 στη Βρετανία και τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου στην Αμερική. Κατά μία εκδοχή, η ιδέα για την ιστορία του Μόμπι Ντικ ξεκίνησε κάπου στον Ειρηνικό, όταν προς τα τέλη του 18ου αιώνα ένα αγγλικό πλοίο που είχε υποστεί ζημιές από τη θαλασσοταραχή επισκευαζόταν εν πλω.
Ο θόρυβος που έκαναν οι ναύτες από τα μεταλλικά εργαλεία φαίνεται πως αποσυντόνισε ή τρέλανε έναν φυσητήρα που βρισκόταν εκεί γύρω κι επιτέθηκε εναντίον του πλοίου σκορπίζοντας τον πανικό στο πλήρωμα.

 ΛΩΡΗ ΚΕΖΑ ασκήσεις ετυμολογίας

Ο Α. Κ. Χριστοδούλου ξεκίνησε να διαβάζει τον «Μόμπι Ντικ» το 1980 στη μετάφραση της Αγλαΐας Μητροπούλου (εκδόσεις Πεχλιβανίδη). Ηταν μια παιδική έκδοση από την οποία είχαν αφαιρεθεί τα αποσπάσματα στοχασμού, προσπαθώντας να κρατηθεί αμείωτο το ενδιαφέρον της περιπέτειας. Διαβάζοντας προσεκτικά το ελληνικό κείμενο ο Θανάσης Χριστοδούλου ένιωσε ότι υπήρχε μια σχετική ανακολουθία στην απόδοση των όρων. Ο ίδιος δεν γνώριζε τότε καλά αγγλικά. Εχοντας μια σύντομη θητεία σε φροντιστήριο της Αθήνας κατά τα φοιτητικά του χρόνια, προσπάθησε στη συνέχεια να αποκτήσει μόνος του τις βασικές γνώσεις γραφής και ανάγνωσης. Για την ομιλία ούτε λόγος… Με τη βοήθεια του λεξικού έκανε αντιπαραβολή του αμερικανικού κειμένου με το ελληνικό. Από την πρώτη παράγραφο διαπίστωσε ότι «πίσω από κάθε φράση του Μέλβιλ υπάρχουν τρειςαναγνώσεις» και δεν έμεινε ικανοποιημένος από τις επιλογές της μεταφράστριας. Αποφάσισε να αφιερώσει τον ελεύθερο χρόνο του στην ανάγνωση του βιβλίου που είχε κυκλοφορήσει το 1851.

Για τις ανάγκες της πρώτης ανάγνωσης ο Θανάσης Χριστοδούλου αγόρασε το δωδεκάτομο λεξικό της Οξφόρδης. Μελετούσε κάθε λέξη. Οχι μόνον εκείνες που αγνοούσε αλλά ακόμη και εκείνες που γνώριζε:«Προσήγγιζα κάθε λέξη ιστορικά αλλά και μέσα στο περιβάλλον της. Κάθε λέξη φορτίζεται διαφορετικά, ανάλογα μετο πότε χρησιμοποιήθηκε, από ποιον και για ποιο λόγο. Ετσι διαπίστωσα ότι ορισμένες λέξεις που θεωρούμε δεδομένες, διαφοροποιούνται στο κείμενο του Χέρμαν Μέλβιλ. Αρχικά εργάστηκα χωρίς να ανατρέξω σε θεωρητικάκείμενα σχετικά με τον συγγραφέα. Εκείνο που με ενδιέφερε ήταν να αντιληφθώ μόνος μου την κοσμοθεωρία του.Δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος από την τριβή με το κείμενο». Οταν έφθασε στο δέκατο κεφάλαιο αποφάσισε να μεταφράσει το βιβλίο. Επέστρεψε στις πρώτες σελίδες και άρχισε την επίπονη απόδοση στη νεοελληνική. Παράλληλα εργαζόταν στο δικηγορικό γραφείο του. Αυτό που τον μαγνήτιζε στον Χέρμαν Μέλβιν ήταν περισσότερο ο φιλοσοφικός στοχασμός παρά η λογοτεχνική ποιότητα των έργων του. «Ο Μέλβιλ θέτει βασανιστικά ερωτήματα. Ετσι δεν με ενδιέφερε ο λογοτεχνία αυτή καθαυτή αλλά οι τοποθετήσεις του σχετικά με τον άνθρωπο, που παρουσιάζεται ως το τραγικό και αδικημένο ον στο Σύμπαν».

Η εργασία γύρω από τον Χέρμαν Μέλβιλ έχει πολλές παραμέτρους για τον Θανάση Χριστοδούλου. Αρχικά έμαθε αγγλικά. Στη συνέχεια αναζήτησε βιβλία σχετικά με το έργο του, ήλθε σε επαφή με ξένους εκδότες και πανεπιστημιακούς και μελετητές. Για τις εκδοτικές δραστηριότητές του εξοικειώθηκε με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Κατέληξε μάλιστα να σχεδιάσει μόνος του 25 πολυτονικές γραμματοσειρές ­ κάτι που συνήθως το αναλαμβάνουν γραφίστες ­ προκειμένου η πεντάτομη έκδοση να τυπωθεί όπως εκείνος την είχε φανταστεί. «Είμαι πολύ φιλόδοξος» ομολογεί. «Δεν έχω καμιά ταπεινοφροσύνη όταν γράφω. Επιδιώκω το τέλειο. Εργάζομαι ώσπου να φτάσω στα όρια της τελικής κατάπτωσης. Οι 800 σελίδες του πρώτου τόμου είναι συνέπεια μεγαλομανίας…».

Ο Χέρμαν Μέλβιλ δεν δέχθηκε καμία άποψη της φιλοσοφικής και λογοτεχνικής παράδοσης. «Ο Μέλβιλ είναι ένας ιεροφάντης» υποστηρίζει ο κ. Χριστοδούλου. «Ήταν ένας λογοτέχνης που ξεκινούσε από το τίποτα, από μιαν απλούστατη ιδέα και την έκανε βιβλίο. Με μαγνήτισε όμως κυρίως επειδή η αφηγητική του ικανότητα δεν είναι επίπεδη. Πίσω από τις περιπετειώδεις περιγραφές υπάρχει μια κοσμοθεωρία. Νομίζω ότι είναι, μαζί με τον Χόθορν,ένας από τους σημαντικότερους στοχαστές στην ιστορία της φιλοσοφίας. Δεν μπορώ να εκφράσω μέσα σε λίγες γραμμές την τοποθέτησή του απέναντι στο ζήτημα “ποιος είμαι εγώ”. Νομίζω ότι βρίσκει κανείς την απάντηση στις 100 πρώτες σελίδες του “Μόμπι Ντικ”». Στο τέλος του βιβλίου, μετά από την αγωνιώδη φαλαινοθηρική περιπέτεια, σώζεται μόνο ένας, ο Ισμαέλ. Σώζεται για να αφηγηθεί την ιστορία των ανθρώπων που προσπάθησαν να εναντιωθούν στο μεγαλείο της φύσης. Σύμφωνα με τον Α. Κ. Χριστοδούλου, «το βιβλίο είναι μια άσκηση ετυμολογίας» Κάθε έννοια συνδέεται με κάποιες άλλες, δίνοντας έτσι τον ορισμό «της μεγαλύτερηςαναπηρίας του ανθρώπου: της αδυναμίας του να ζήσει χωρίς συμβάσεις, σαν τις γλωσσικές συμβάσεις. Για τον Μέλβιλ η δύναμη της γλώσσας είναι καταστρεπτική. Ολος ο πολιτισμός είναι ένα πλαστό οικοδόμημα που βασίζεται στη γλώσσα. Μεγαλώνουμε με άγνωστα πράγματα που φέρουν ετικέτες. Για παράδειγμα, βλέπουμε ένα βουνό και μαθαίνουμε ότι υπάρχει μία λέξη για το αντικείμενο. Αν αφαιρέσουμε τη λέξη, χάνεται ο ορισμός. Αν αφαιρέσουμε τα ονόματα, χάνεται η ταυτότητα του Σύμπαντος».

Ο Α. Κ. Χριστοδούλου συνάντησε για πρώτη φορά τον Μέλβιλ σε κινηματογραφική αίθουσα του Βόλου, όπου προβαλλόταν η ταινία «Μόμπι Ντικ» του Τζον Χιούστον. Σήμερα, σε ηλικία 54 ετών, ο δικηγόρος από τη Μαγνησία συγκαταλέγεται στους εγκυρότερους μελετητές του έργου του συγγραφέα που γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1819. Το γεγονός ότι το ετήσιο συνέδριο της Εταιρείας Μέλβιλ θα πραγματοποιηθεί στον Βόλο οφείλεται αποκλειστικά στην προτροπή του και στην προσωπική σχέση με τον Γραμματέα της Εταιρείας Σάνφορντ Μάροβιτς. Αλλωστε το λιμάνι του Βόλου θεωρείται ιδανικό για την προσάραξη φαλαινοθηρικών.

ΛΩΡΗ ΚΕΖΑ (Το ΒΗΜΑ, 29/06/1997 )

http://www.lifo.gr/

THE TRACKWORKERS

Μέσα στον Μόμπι Ντικ

Η γερμανική ομάδα The Trackworkers αναλαμβάνει να παρουσιάσει στο Whaletracking Unlimited, M.D. το πασίγνωστο μυθιστόρημα του Χέρμαν Μέλβιλ.

Image

Στο αριστουργηματικό μυθιστόρημα Μόμπι Ντικ, ο Χέρμαν Μέλβιλ, ρομαντικός συγγραφέας του 19ου αιώνα, περιγράφει τη ζωή πάνω στο φαλαινοθηρικό Πίκουοντ και την εμμονή του καπετάνιου του Αχαάβ να βρει και να πάρει εκδίκηση από τη λευκή φάλαινα που κάποτε τον ακρωτηρίασε. Ένα κορυφαίο κλασικό έργο της αγγλοσαξονικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ένα σχεδόν φιλοσοφικής σημασίας πόνημα, μέσα από το οποίο ο σκοπός ζωής ενός φανταστικού ήρωα συμβολοποιεί τον αγώνα του ανθρώπου απέναντι στη φύση, τη μοίρα του και τον ίδιο τονΘεό. Το καράβι στον ωκεανό γίνεται μεταφορά της ψυχής που ταξιδεύει στο άγνωστο, η άγρια φάλαινα αιώνιος αντίπαλος, άνιση μάχη με το ακατόρθωτο. Η γερμανική πειραματική ομάδα The Trackworkers χωρίστηκε σε τρεις υπο-ομάδες, αναλαμβάνοντας η καθεμία από ένα project, το ηχητικό, το οπτικό και την κινησιολογία, για μια απόπειρα ανάγνωσης και παρουσίασης του σημαντικού αυτού βιβλίου. Το συνολικό αποτέλεσμα, όταν επανασυνδέθηκαν, ήταν μια ζωντανή σκηνική εγκατάσταση υπό τους ήχους ηλεκτρονικής μουσικής. Μετατρέποντας το κοινό σε έναν Ιωνά στην κοιλιά του κήτους, εν προκειμένω μέσα στα σπλάχνα του Μόμπι Ντικ, μια σειρά από βίντεο, αντικείμενα, ηλεκτρονικά μέσα, όπως μετακινούμενα ρομπότ-ηχεία, περφόρμερ, εικόνα αλλά και λόγος -τα πρόσωπα της ιστορίας και η χρήση ναυτικών ρητών-, αποτελούν μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα προσέγγιση του πώς μπορεί να αναπαρασταθεί σήμερα το θέατρο με μουσική. Προβολές πάνω σε πανιά καραβιού, αλλόκοτοι ήχοι, μια μαγευτική καταβύθιση στον υποθαλάσσιο κόσμο, συχνά εφιαλτική, ταξίδι της ανθρώπινης λογικής στο αχανές σύμπαν.

http://www.tovima.gr/

Μαραγκόπουλος, Α.

Ξαναγράφοντας τον Μόμπι Ντικ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:  29/06/1997, 00:00

Ξαναγράφοντας τον Μόμπι Ντικ


Ο πρώτος ογκώδης και πυκνότατος τόμος μιας μείζονος έκδοσης (Editio Major) του μυθιστορήματος του Χέρμαν Μέλβιλ Μόμπι Ντικ ή Η φάλαινα με τίτλο Η Φυσιολογία του Πνεύματος και υπότιτλο Εισαγωγή στη Σκέψη και την Τέχνη του Χέρμαν Μέλβιλ περιλαμβάνει, αν δεν κάνω λάθος, μόνο δέκα το πολύ άμεσες αναφορές στο βιβλίο που υποτίθεται ότι αποτελεί την εισαγωγή του! Να προσθέσω εδώ ότι ο δημιουργός αυτής της έκδοσης, ο λόγιος Α. Κ. Χριστοδούλου, υπόσχεται στον πρόλογο αυτής της μνημειώδους γραφής άλλους τέσσερις τόμους (στον πρόλογο της ελάσσονος έκδοσης του 1991 είχε υποσχεθεί έξι τόμους!).

Δεν είναι περίεργο που στον πρώτο αυτόν τόμο οι άμεσες (τονίζω το επίθετο) αναφορές στον Μόμπι Ντικ είναι ελάχιστες. Ο Χριστοδούλου ακολουθεί την πολύτιμη για πολλούς κριτικούς αρχή του Αρίσταρχου του εκ Σαμοθράκης: «Όμηρον εξ Ομήρου σαφηνίζειν». Αντί να περιορισθεί, όπως τονίζει και ο ίδιος στον πρόλογό του, στον διάλογο με τους κριτικούς του Μέλβιλ, προτίμησε να αναδιφήσει τα πρωτότυπα κείμενα εκείνου με την υπομονή φιλόδοξου αρχαιολόγου: αναζητώντας τις πηγές των πληροφοριών του ίδιου του αμερικανού συγγραφέα. Ο πρώτος τόμος αυτής τής εκ των πραγμάτων μακρόχρονης και κοπιώδους προσπάθειας μαρτυρεί όμως και κάτι ακόμη πιο ενδιαφέρον. Ο Χριστοδούλου ανατρέχοντας προς τα πίσω στα ίχνη του Μέλβιλ, επιστρέφοντας εξαντλητικά στην εποχή και στο υλικό του φαλαινοθήρα που έγινε ως εξ αποκαλύψεως συγγραφέας, ουσιαστικά αναπαράγει με τη γραφή του όλη την αγωνιώδη πορεία του αυτοδίδακτου εκείνου προς την αυτογνωσία, παρασύροντας και τον αναγνώστη σε ένα παρόμοιο ταξίδι μύησης.

Τι ακριβώς όμως ποιεί ο Χριστοδούλου σε αυτόν τον τόμο; Χρησιμοποιώ ενσυνειδήτως το αρχέτυπο της δημιουργίας ρήμα διότι εξαρχής οφείλω να ειδοποιήσω ότι το βιβλίο αυτό δεν αποτελεί απλά σχολιασμό ενός έργου ή μιας μετάφρασης. Ο Χριστοδούλου με το βιβλίο του έχω τη βάσιμη υποψία ότι επιχειρεί να κάνει ό,τι και εκείνος ο περίφημος ήρωας του Μπόρχες, ο Πιερ Μενάρ, που συγγράφει από την αρχή έναν λέξη προς λέξη Δον Κιχώτη τριακόσια χρόνια μετά το πρωτότυπο! Οπως ο Πιερ Μενάρ ξαναγράφει αενάως για τον εικοστό αιώνα το θερβαντικό τέρας, έτσι και ο Χριστοδούλου «ξαναγράφει» τελικώς τον Μόμπι Ντικ, παρακολουθώντας μάλιστα, κι αυτό είναι το εκπληκτικό, όλη τη γνωσιολογική, γνωστική, ιδεολογική κλπ. πορεία του προπάτορα συγγραφέα και, ακόμη πιο εκπληκτικό, υιοθετώντας συχνά ως και το γλωσσικό ύφος του!

Αν λάβουμε τώρα υπόψη ότι ο πρώτος αυτός τόμος περιέχει μια άγραφτη από τον Μέλβιλ (όπως επισημαίνει ο τίτλος της, σελ. 50) αλλά γραμμένη από τον Χριστοδούλου, ως persona του Μέλβιλ, σε πρώτο πρόσωπο (!) διήγηση σαράντα έξι ολόκληρων σελίδων, δίκην εισαγωγής στη γνωσιολογία του Μέλβιλ· αν λάβουμε υπόψη ότι το ύφος αυτής της φιλοσοφικής novella (διότι περί αυτού τελικώς πρόκειται) προδίδει ειλικρινή και ανάλογη οντολογική αγωνία με εκείνη του αμερικανού προδρόμου· αν λάβουμε υπόψη ότι το ελληνικό βιβλίο κατά τον τρόπο του «θαυμάζοντος», ως αρχαίου φιλοσόφου, Μέλβιλ (δες στον Μόμπι Ντικ χτυπητά παραδείγματα: τα Παραθέματα των πρώτων σελίδων, όλο το 33ο κεφάλαιο ­ της Κητολογίας ­, το 40ό με τις Φωνές των Ναυτικών κ.ά.) βρίθει «εγκυκλοπαιδικών» γνώσεων που λειτουργούν ως σηματωροί του γνωστικού σύμπαντος του αμερικανού συγγραφέα· αν λάβουμε, τέλος, υπόψη ότι ο τρίτος και ο τέταρτος τόμος θα περιέχουν ολόκληρο το αγγλικό κείμενο αντικριστά με τη μετάφραση, ε τότε ασφαλώς βρισκόμαστε μπροστά σε ένα θαρραλέο «ξαναγράψιμο» του Μόμπι Ντικ, με ό,τι κι αν υποδηλώνει αυτό.

«Ο Θεός να με φυλάει να μην ολοκληρώσω ποτέ τίποτα. Ολόκληρο αυτό το βιβλίο δεν είναι παρά ένα προσχέδιο ­ τι λέω, το προσχέδιο ενός προσχεδίου», γράφει κάπου στον Μόμπι Ντικ ο Μέλβιλ (σελ. 229 στην Editio Minor), δίνοντας στον μύστη του μελβιλικού σύμπαντος Χριστοδούλου τη γενεσιουργό αφορμή για να «συνεχίσει» αυτό το προσχέδιο ανάγνωσης του κόσμου. Οπως άλλωστε ομολογεί ο ίδιος σε γνήσια μελβίλειο ύφος (σελ. 42), «θα σε παρακαλούσα, αναγνώστη, να μη θεωρήσεις το κείμενο που ευθύς θα διαβάσεις σαν μια δική μου a priori θεωρία, αλλά να δεις στο μισερό ον που θα αρχίσει σε λίγο να σπαράζει μπροστά σου τον συναρμολογημένο σκελετό ενός διαλυμένου ζώου που είναι θαμμένο στον μελβίλειο πηλό!».

Με όσα ανέφερα και με όσα θα συνεχίσω, θέλω να κάνω σαφές ότι ο τόμος αυτός, πέρα από το αναντίρρητο, μια γιγαντιαία ως προς τα τεκμήριά της Εισαγωγή στον Μέλβιλ, ουσιαστικά αποτελεί αυθύπαρκτο, αυτο-νόητο και αυτοτελές έργο. Αν η διακειμενικότητα αποτελεί πλέον κοινό τόπο της λογοτεχνικής πρακτικής, εδώ πραγματικά βρισκόμαστε μπροστά σε ένα από τα πλέον πρωτότυπα δείγματα του είδους.

Δεν υπερβάλλω αν πω ότι αυτός ο τόμος αποτελεί τελικώς ένα μυθιστόρημα – λεξικό. Και αν αυτός ο όρος ακούγεται καινοφανής, άλλο τόσο είναι και το εγχείρημα που διάβασα. Αποσπώ δύο ακόμη κομμάτια του τόμου που νομίζω ότι «μιλούν» εύγλωττα για την οπτική του βολιώτη μαθητή του Μέλβιλ: «Γιατί ό,τι ονομάζουμε κόσμο δεν είναι τίποτε άλλο παρά το σύνολο των ως σήμερα μεταμφιέσεων του πνεύματος ­ ένα τεράστιο λεξικό» (σελ. 280), μια μελβίλεια θέση που μονίμως επανέρχεται (και εκτενώς αιτιολογείται) στο βιβλίο, θέση που δέχεται πολλαπλή ερμηνεία όπως διατυπώνεται στο επόμενο παράθεμα: «Το πνεύμα είναι ο αόρατος δημιουργός του κόσμου (sic). Οι πολυάριθμες μεταμφιέσεις, οι άπειρες εικόνες και ομοιώσεις αυτού του Θεού είναι τα αληθινά πλάσματα που μας περιβάλλουν. (…) Το πνεύμα (…), αυτός ο κρυφός βασιλιάς του κόσμου, δεν είναι τελικά παρά ένας απλός γραφιάς. Ενας αλύτρωτος συγγραφέας που γράφει διαρκώς το ίδιο βιβλίο ένα ανεξάντλητο λεξικό. Οι άνθρωποι, τα ζώα, τα πουλιά, τα έντομα, τα ψάρια, τα βουνά, οι θάλασσες και τα ποτάμια είναι «λήμματα» απλά σε αυτό το λεξικό» (σελ. 291).

Αλλά η πρωτοτυπία του βιβλίου ας μην εμποδίσει τη νηφάλια κριτική. «Στρατηγικός» στόχος του συγγραφέα είναι βεβαίως να εξηγήσει, σχολιάσει κλπ. τον Μόμπι Ντικ. Το βιβλίο πρωτίστως αυτή τη σκοπιμότητα υπηρετεί. Οπως όμως είναι γνωστό και τεκμηριώνει επαρκώς ο Χριστοδούλου (σελ. 113), ο Μόμπι Ντικ δεν θα είχε γραφτεί αν ο Μέλβιλ δεν είχε γράψει το Μάρντι. Πραγματικά στο μελβιλικό έργο εν προόδω υπάρχει ένα σπουδαίο βιβλίο, το Μάρντι (αμετάφραστο στα ελληνικά), που υπήρξε το εργαστήριο της πνευματικής άνδρωσης του συγγραφέα. Το βιβλίο γράφτηκε στα 1848, σε μια περίοδο που ο Μέλβιλ είχε αποφασίσει να εγκαταλείψει τα εμπορικά μυθιστορήματα ναυτικών περιπετειών (το Ταϊπίι και το Ομού), που του είχαν ωστόσο εξασφαλίσει σημαντική αναγνώριση. Το Μάρντι, φαινομενικά βιβλίο με εξωτικές περιπέτειες, είναι το μυστικό εργαστήριο όπου ο Μέλβιλ για πρώτη φορά δοκίμασε γλωσσικούς πειραματισμούς, λογοτεχνικούς τρόπους και φιλοσοφικές θέσεις που στη συνέχεια εφάρμοσε το ίδιο επιτυχημένα (ο Χριστοδούλου δεν το θεωρεί υποδεέστερο) στον Μόμπι Ντικ. Ο έλληνας σχολιαστής, λοιπόν, κυριολεκτικά καταβυθίζεται (αφού πρώτα διηγηθεί τη νουβέλα που ανέφερα) στα έγκατα αυτού του ερμητικού αλληγορικού βιβλίου αναλύοντάς το σε τετρακόσιες ολόκληρες σελίδες! Η παραμικρή λέξη αυτού του ιδιόρρυθμου αμερικανικού ευαγγελίου, η παραμικρή έννοια, το παραμικρό λουλουδάκι (μιλώ πολύ συγκεκριμένα: ο αναγνώστης θα διαπιστώσει πως αξιοποιούνται κριτικά οι πληροφορίες για την αλόη στη σελ. 106, για το ήλεκτρο στη σελίδα 129, για την ντάλια στη σελ. 267 αλλά και για την εννοιολογική υφή των λουλουδιών στη σελ. 280, τις σχολιασμένες απόψεις για τον Πρόκλο και τον Πλωτίνο ή τους Πυθαγόρειους, τους Χαλδαίους και τους Καμπαλιστές, στις σελίδες 524-672), το κάθε όνομα ή τοπωνύμιο αναλύονται υπό το πρίσμα γλωσσικών, ψυχαναλυτικών, εθνολογικών, φιλολογικών, φιλοσοφικών κλπ. δεδομένων, κυριολεκτικώς εις τα εξ ων συνετέθησαν ­ με συχνή μάλιστα υποσελίδια παράθεση του πρωτοτύπου των πηγών αντικριστά με τη μετάφρασή τους! Ιδια με τον σπουδαίο συγγραφέα του Μάρντι, τον Λομπάρδο, που πίστευε ότι ήταν ένας «γραφιάς που έγραφε καθ’ υπαγόρευση» (σελ. 516), αναλύοντας αδιάκοπα τη μια μετά την άλλη έννοιες με απώτερο στόχο της αυτογνωσίας «να δημιουργήσει το δημιουργικό στοιχείο» (σελ. 519), έτσι και ο Χριστοδούλου (πολύ συνειδητά όπως εξομολογείται στην αρχή του βιβλίου, σελ. 39) καλεί τον αναγνώστη να συλλάβει ενορατικά (sic) και μέσα από παρόμοια διαδικασία ανάγνωσης και αντιγραφής του Μάρντι την άρρητη ­ όπως ισχυρίζεται ­ αλήθειά του.

Ο πρώτος αυτός τόμος για τον Μόμπι Ντικ αποτελεί λοιπόν ένα ελκυστικό αμάλγαμα λογοτεχνικότητας και κριτικής, όπου ποτέ η πρώτη δεν σκιάζει την εγκυρότητα της δεύτερης και όπου ποτέ η δεύτερη δεν στερεί την απολαυστικότητα από την πρώτη.

Ο αναγνώστης ας μη βιαστεί να θεωρήσει μάταιο τον εξαντλητικό σχολιασμό ενός βιβλίου που δεν γνωρίζει (του αμετάφραστου Μάρντι) και που εκ προοιμίου μπορεί να εικάσει δευτερεύον ως προς τον Μόμπι Ντικ. Επαναλαμβάνω, το βιβλίο του Χριστοδούλου είναι αυθύπαρκτο, διαβάζεται ως γλαφυρό διακειμενικό μυθιστόρημα. Θα πρόσθετα μάλιστα και το αυτονόητο, ότι δηλαδή, όπως συμβαίνει στα ενδιαφέροντα «μυθιστορήματα» του είδους, το βιβλίο έχει πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης: φιλοσοφική πραγματεία για ορισμένους, αγωνιώδες ως προς την έκβασή του αστυνομικό μυθιστόρημα για άλλους, θεμελιώδες βιβλίο αναφοράς στο έργο του Μέλβιλ για όλους μας, πρόκληση, τέλος, για ουσιαστική ανάγνωση του Μόμπι Ντικ για όσους έχουν μείνει στην κινηματογραφική εκδοχή του.

http://news.in.gr/

Ο Λεβιάθαν του Μέλβιλ

Προϊστορική φάλαινα παίρνει το όνομα του συγγραφέα του Μόμπι Ντικ

Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο

Οι ερευνητές που ανακάλυψαν τα απολιθώματα μιας αρχαίας φάλαινας στην έρημο του Περού αποφάσισαν να δώσουν στο νέο είδος το όνομα του Χένρι Μέλβιλ, συγγραφέα του διάσημου μυθιστορήματος Μόμπι Ντικ.
Το νέο είδος Leviathan melvillei (λεβιάθαν του Μέλβιλ) είναι μια φάλαινα φυσητήρας όπως το κήτος που πρωταγωνιστεί στο μυθιστόρημα.
Έζησε πριν από 12 εκατομμύρια χρόνια και είχε μήκος 13-18 μέτρα, λίγο μεγαλύτερο από τις σημερινές φάλαινες φυσητήρες.
Το νέο είδος αναγνωρίστηκε από ένα απολιθωμένο κρανίο που βρέθηκε στην έρημο της Γιούτα. Τα δόντια του, μήκους 36 εκατοστών, μαρτυρούν ότι το κήτος ήταν δεινός κυνηγός.
Οι σημερινοί φυσητήρες δεν έχουν τέτοια τρομερά δόντια, είναι όμως σαρκοφάγοι και τρέφονται με γιγάντια καλαμάρια που κυνηγούν σε βάθη άνω του ενάμισι χιλιομέτρου.
Η ανακάλυψη του νέου είδους δημοσιεύεται στο περιοδικό Nature.

Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από Associated Press

http://www.enet.gr/

Ο «Γλάρος» πετάει με το σκαρί τού «Μόμπι Ντικ»

Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ

«Pequod» (Πίκουοντ) λεγόταν το θρυλικό σκαρί του «Μόμπι Ντικ». «Pequod», εδώ και δύο μήνες, είναι και το όνομα μιας νέας θεατρικής ομάδας, με επικεφαλής δύο ηθοποιούς, την Αγγελική Παπαθεμελή και τον Δημήτρη Ξανθόπουλο, και «πνευματικό» πατέρα, τον συγγραφέα Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη.

Η Αγγελική Παπαθεμελή και ο Δημήτρης Ξανθόπουλος ξανά μαζί από τις ένδοξες εποχές του «Εμπρός»Η Αγγελική Παπαθεμελή και ο Δημήτρης Ξανθόπουλος ξανά μαζί από τις ένδοξες εποχές του «Εμπρός»Οι ηθοποιοί είναι απόφοιτοι της σχολής του «Εμπρός» του Τάσου Μπαντή. Τους ενώνει η μνήμη, η αγάπη για το θέατρο αλλά και για τον «Μόμπι Ντικ». «Αγαπάμε κι οι δύο αυτό το βιβλίο. Αλλά μάς άρεσε και η ιδέα η ομάδα μας να έχει το όνομα ενός πλοίου, που είναι όχημα», εξηγεί η Παπαθεμελή.

Η ηθοποιός ξανασυναντιέται με τον Ξανθόπουλο, χάρη στην «Pequod», ύστερα από 12 χρόνια. Από το 1997, την εποχή του αλησμόνητου «Γυάλινου κόσμου» του «Εμπρός», που σκηνοθέτησε ο Δημήτρης Μαυρίκιος. Ο,τι κι αν έκαναν όμως στο μεσοδιάστημα στην ελεύθερη θεατρική αγορά, πάντα ανακαλούσαν τη θεατρική τους «ρίζα». Και σε εποχές αβέβαιες, αναζητώντας την «ιδανική συλλογικότητα», δημιούργησαν την ομάδα «Pequod» με την οποία εδώ και δύο μήνες ετοιμάζουν πυρετωδώς τον «Γλάρο» του Τσέχοφ.

«Αυτοχρηματοδοτούμενοι», σύμφωνα με τον Ξανθόπουλο. «Α-χρηματοδοτούμενοι», σύμφωνα με την Παπαθεμελή. Βρήκαν 9 ακόμη ηθοποιούς για να αφοσιωθούν συνολικά 4 μήνες στις πρόβες μιας παράστασης που ακόμη δεν ξέρουν το χώρο, που θα ανεβεί. «Θέλουμε να επαναπροδιοριστεί όμως η σχέση ηθοποιών-κοινού. Αναζητούμε έναν μη συμβατικό χώρο», λένε. Μπορεί να είναι μια γκαλερί, μπορεί μια αποθήκη. Ολα είναι ακόμα πολύ ανοιχτά.

Παραδέχονται ότι δεν θα έπαιρναν εύκολα την απόφαση να στήσουν ολομόναχοι μια νέα ομάδα. «Ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης μάς πρίζωσε», λέει η Παπαθεμελή.

Και οι δέκα ηθοποιοί του «Γλάρου» με τον σκηνοθέτη τους, στο ζέσταμα πριν την πρόβαΚαι οι δέκα ηθοποιοί του «Γλάρου» με τον σκηνοθέτη τους, στο ζέσταμα πριν την πρόβα«Υπήρχε και από τους τρεις μας μια θέληση να συνεργαστούμε χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένο αντικείμενο. Ούτε υπάρχει συγκεκριμένη αρμοδιότητά μου στην ομάδα», ξεκαθαρίζει ο Χατζηγιαννίδης. «Δεν ανεβάζουν δικό μου έργο, ούτε είναι δική μου η μετάφραση του «Γλάρου». Υπήρχε η επιθυμία να βρεθούμε όμως μαζί σε αυτό το «ταξιδάκι» και καθένας να προσφέρει με τις δυνάμεις του. Τώρα εγώ προσφέρω λιγότερο απ’ όλους», παραδέχεται. Και προσθέτει: «Τους παρακολουθώ ένα βήμα πίσω. Μελλοντικά ονειρευόμαστε να κάνουμε κάτι που να εμπεριέχει και τους τρεις, χωρίς αυτό να αποτελεί όρο. Δεν αισθανόμαστε καμία αγωνία ή υποχρέωση. Είναι ουσιαστικό να υπάρχει ελευθερία σε μια συνάντηση καλλιτεχνική. Οταν μπαίνουν τα υπερτροφικά εγώ στη μέση, κάπου χαλάει η δουλειά».

Γιατί όμως ακόμα μια ομάδα; «Το ερώτημα μοιάζει με το «γιατί άλλη μια παράσταση;»», μου αντιγυρίζει η Παπαθεμελή. «Ετοιμάζουμε μια δουλειά με τις προϋποθέσεις που εμείς δημιουργήσαμε. Είναι πολύ σημαντικό».

«Μόνο η ομάδα προσφέρει την πολυτέλεια του χρόνου. Δεν είναι το ίδιο όταν μπαινοβγαίνεις από δουλειά σε δουλειά», τονίζει ο Ξανθόπουλος, που έχει αναλάβει τη σκηνοθεσία του «Γλάρου» χωρίς να αισθάνεται απαραιτήτως σκηνοθέτης, «ούτε καν καλός ηθοποιός». «Το έργο του Τσέχοφ μάς εμπνέει», προσθέτει. «Μας δίνει απλόχερα τη δυνατότητα να ερευνήσουμε τα πράγματα στο δρόμο που θέλουμε, αφού στηρίζεται πολύ ξεκάθαρα στις ανθρώπινες σχέσεις. Δείχνει πώς επηρεάζει ο ένας τη ζωή των άλλων».

Η Παπαθεμελή έχει αφήσει εποχή ως Νίνα στον «Γλάρο» του Νίκου Μαστοράκη το 2003. «Είναι ένα έργο που ξέρω κι έχω αγαπήσει. Αλλά τώρα όλα τα πράγματα γίνονται εξ αρχής με άλλο τρόπο και βεβαίως άλλους ανθρώπους», λέει. Ο τρόπος άλλωστε με τον οποίο δουλεύουν στην «Pequod» το «Γλάρο» είναι 100% ομαδικός. «Δεν έχουμε καθορίσει τους ρόλους», αποκαλύπτει η Παπαθεμελή. «Για τον πλούτο του πράγματος, όλοι δοκιμάζονται σε όλους τους χαρακτήρες».

«Θέλαμε όλοι να περάσουν από όλα. Να καταλάβουν τι είναι όλοι οι ήρωες. Αν εξ αρχής έχεις συγκεκριμένο ρόλο, κλείνεσαι σ’ αυτόν», διευκρινίζει ο Ξανθόπουλος. «Μακάρι στο τέλος να καταφέρουμε να κρατήσουμε αυτή τη φόρμα. Ετσι κι αλλιώς, μέσα από τη δουλειά με τους δέκα ηθοποιούς αποκτά σιγά σιγά μία μορφή η παράσταση. Υπάρχουν κάποιοι άξονες, αλλά επαληθεύονται στη διαδικασία».

Δεν φιλοδοξούν να δώσουν με την πρώτη παράσταση της ομάδας ένα στίγμα ή να φέρουν κάτι νέο; «Μας ενδιαφέρει να ερευνήσουμε κάποια πράγματα σε σχέση με το κείμενο αλλά και με εμάς», απαντούν οι ηθοποιοί. «Αν κάνουμε αργότερα άλλη παράσταση μπορεί να είναι κάτι τελείως διαφορετικό από το «Γλάρο». Ανάλογα με την ανάγκη μας κάθε στιγμή».

Βλέπουν να έχει μέλλον η ομάδα; Θέλουν να μακροημερεύσει; «Μακάρι», αναφωνούν μαζί η Παπαθεμελή και ο Ξανθόπουλος. «Ολα ξεκίνησαν αυθόρμητα. Ηταν η επιθυμία μας να βρεθούμε μαζί. Κανείς δεν μπήκε στην ομάδα αβασάνιστα. Μακάρι να προχωρήσει το πράγμα και να συνεχίσουμε να είμαστε μαζί. Γιατί όλοι βρίσκονται εδώ με κάποιο κόστος. Αλλος με μικρότερο, άλλος με μεγαλύτερο». *

info: Ο «Γλάρος» των «Pequod» θα ανεβεί τον Ιανουάριο σε μετάφραση Ξένιας Καλογεροπούλου. Σκηνογραφία-ενδυματολογική επιμέλεια: Νίκος Κόνιαρης. Χορογραφία-επιμέλεια κίνησης: Βάσω Γιαννακοπούλου. Παίζουν: Αγγελική Παπαθεμελή, Μιχάλης Μαθιουδάκης, Βάσω Καβαλιεράτου, Κώστας Ξυκομηνός, Άρης Αρμαγανίδης, Νικολίτσα Ντρίζη, Κώστας Παπακωνσταντίνου, Γιάννης Κλίνης, Χριστίνα Μωρόγιαννη και Δημήτρης Γεωργαλάς.

1 comments

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.